Ανάμεσα στην κυκλική οροσειρά του Ψολάν Μπουρντάν, σχηματίζεται το οροπέδιο της Μαύρης Κάλτσας. Εκεί υπήρχε ένα μικροσκοπικό βασίλειο. Οι άντρες έβοσκαν τα θρυλικά μαύρα πρόβατα του Ψολάν ενώ οι γυναίκες έγνεθαν το μαλλί και έπλεκαν μαύρες κάλτσες. Ξακουστές για την ποιότητα τους, οι κάλτσες έγιναν ανάρπαστες παντού. Καραβάνια κατέφθαναν συνέχεια για να μεταφέρουν το πολύτιμο εμπόρευμα σε μακρινούς προορισμούς. Με την καθοδήγηση του Βακ, του λιγομίλητου οικονομικού συμβούλου η πόλη ευημερούσε. Επίσης, λόγω της απομονωμένης θέσης του, το βασίλειο δεν είχε εξωτερικούς εχθρούς και έτσι δεν είχε γνωρίσει πολέμους.
Ήταν όλοι τους ευτυχισμένοι και ξέγνοιαστοι.
Μόλις είχε προκύψει νέος βασιλιάς, ο γενειοφόρος Χατζαράκης. Αναθρεμμένος για ηγεμόνας, ήταν απόλυτα φυσικό, ο Χατζαράκης να χρειαζόταν ισχυρή καθοδήγηση για να διατηρεί επαφή με την πραγματικότητα. Οι πρόγονοί του φρόντισαν να υπάρχει στο πλευρό του ο σωστός υποχθόνιος ρουφιάνος που την κατάλληλη στιγμή να έδινε λύσεις. Έτσι παράλληλα είχαν μεγαλώσει έναν συνομήλικο του, μεταδίδοντας του τις αρχές της συνομωσίας και την ικανότητα να καρφώνει πισώπλατα με άνεση. Εκείνος, μετέπειτα έγινε γνωστός ως Χαμαιλέων και αποτελούσε το δεξί χέρι του Χατζαράκη στις ένδοξες μέρες. Ουσιαστικά ο Χαμαιλέων ήταν αυτός που έλυνε και έραβε στο βασίλειο της Μαύρης Κάλτσας, αφήνοντας για βιτρίνα τον μ@λάκα.
Ξέχασαν να αναφέρω πως τα πρόβατα του Ψολάν ήταν ιδιαιτέρως ευαίσθητα. Χρειαζόντουσαν υγρασία και έπρεπε να μείνουν ανενόχλητα. Ο βασιλιάς τα είχε χαρακτηρίσει ιερά ζώα και κανένας δεν τολμούσε να τα πειράξει. Μοναδική απειλή, το τάγμα των Πισωγλέντηδων μοναχών με τις περίεργες ορέξεις. Ο Μητσάρας, ο αυτοκρατορικός αρχιτσοπάνος, τους μάντρωσε για πάντα στο Κλουβί, μία φάρμα που καλλιεργούσαν φραγκοστάφυλα. Έτσι ικανοποιήθηκαν όλοι.
Γενικά η κοινωνία ήταν ανεκτική και ευτυχισμένη. Για να ανταμείψει τους σκληρά εργαζόμενους χωρικούς, ο βασιλιάς θέσπισε την Μεσημεριανή Κραιπάλη. Όπου μαζεύονταν στην πλατεία και συγκεκριμένα στο κουτούκι του Ψηλού. Εκείνος τους έφτιαχνε έναν μοναδικό φραπέ από τα φραγκοστάφυλα. Ουσιαστικά, η Κραιπάλη ήταν ένα μοχθηρό σχέδιο του Χαμαιλέοντα για να μαθαίνει καθημερινά τα νέα και τις σκέψεις των υπηκόων, ώστε να τους ελέγχει και να εκβιάζει καταστάσεις όταν έπρεπε.
Σε κάθε Κραιπάλη, ο επίσημος τροβαδούρος, το χαρισματικό Γόη Μπόι διασκέδαζε το πλήθος με αγαπημένες επιτυχίες. Τον χειμώνα γρατζουνούσε στην κιθάρα του ένα remix του ζεϊμπέκικου της Ευδοκίας και κατά έναν περίεργο τρόπο, έβρεχε! Το καλοκαίρι, την εποχή της αναπαραγωγής, τραγουδούσε το «Άστρα μη με μαλώνετε» και ζευγάρωναν οι πάντες! Πρόβατα και χωρικοί.
Κάποια στιγμή, το θερινό άσμα φτάνει στα αυτιά του βασιλιά και του ξυπνά το βιολογικό ρολόι. Ήταν κρίμα να μην μοιράζεται τόση ευτυχία. Αποφάσισε να βρει γυναίκα. Ο Βακ έδωσε εντολή και άρχισαν να καταφτάνουν πριγκίπισσες από κάθε γωνιά του κόσμου. Ο Χαμαιλέων αντιλήφθηκε πως το συμπεθεριό με ξένη αυτοκρατορία θα περιόριζε την ισχύ της εξουσίας του. Έτσι σε κάθε περίπτωση έβαζε λόγια στον Χατζαράκη και εκείνος τις απέρριπτε. Οι υποψήφιες έφευγαν πικραμένες, αφού πρώτα τις περνούσε ο Μητσάρας ένα χέρι.
Επικράτησε απογοήτευση και εκνευρισμός. Ο Ψηλός διέδιδε πως θα έλθουν δύσκολοι καιροί και ο Χαμαιλέων που φοβόταν πιθανή εξέγερση των τσοπάνων, έπρεπε να δώσει την λύση. Κατέληξε στην Ευλαμπία, το νυμφίδιο του χωριού που δούλευε γκαρσόνι στο κουτούκι και υπήρξε η μούσα του Γόη Μπόι. Ήξερε πως μια γυναίκα που είχε το μυαλό της αποκλειστικά στο σεξ, δύσκολα θα επηρέαζε τον βασιλιά σε θέματα διακυβέρνησης. Η Ευλαμπία διέθετε την ψεύτικη αθωότητα της Βουγιουκλάκη, την πουτανιά της Τζέημσον και το IQ της Μενεγάκη, επαρκή στοιχεία για να τυλίξει τον βασιλιά της Μαύρης Κάλτσας. Επίσης απέπνεε την ξινίλα της Κοντολίζας, οπότε ήταν το εύκολο θύμα σε περίπτωση μελλοντικής ρήξης με τον λαό.
Και έτσι έκλεισε στόματα. Με την πρώτη ευκαιρία έφερε την Ευλαμπία στο παλάτι και ο μ*νόδουλος Χατζαράκης την ερωτεύτηκε αμέσως. Η μεγαλοπρεπής γαμήλια τελετή κράτησε για μήνες. Χαρές και πανηγύρια. Η Μαύρη Κάλτσα μεσουρανούσε. Το βασιλικό ζευγάρι έγινε γνωστό παγκοσμίως για τις άγριες νύχτες ακολασίας που ακολούθησαν.
Η αυξανόμενη συχνότητα με την οποία έφταναν τα καραβάνια είχε γιγαντώσει την ζήτηση. Ο Βακ διέταξε το Γόη Μπόι να κόψει το κεφάλι του και να βρει ένα σκοπό ώστε τα πρόβατα να παράγουν περισσότερο μαλλί. Ήταν τότε που ο Μητσάρας μίλησε στον Ψηλό για sex & drugs και σκαρφίστηκαν από κοινού ένα τραγούδι που έμεινε μετέπειτα γνωστό ως “Satisfaction”. Το Γόη Μπόι ανακάλυψε την ροκ εντ ρολ! Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Τα πρόβατα άφηναν αστραφτερό μακρύ μαλλί για να χτυπιούνται στο ρυθμό και η παραγωγή κάλτσας υπερδιπλασιάστηκε!
Η έκδηλη ευημερία δεν κράτησε όμως για πολύ. Σύντομα ο Χατζαράκης έχασε τον αρχικό ενθουσιασμό. Με το δίκιο του. Η αχόρταγη Βασί-λυσσα Ευλαμπία δεν δίστασε να ξενοκοιτάξει μόλις ένιωσε παραμερισμένη. Μονίμως ανικανοποίητη τριγυρνούσε τα βράδια στην πλατεία σαν βαμπίρ, αποφασισμένη να κατασπαράξει με τις αγριεμένες της ορμές τους ανυποψίαστους χωρικούς.
Οι φήμες ξεκίνησαν να κυκλοφορούν η μια πίσω από την άλλη. Όταν κάποτε έφτασαν στα αυτιά του βασιλιά. Εκείνος το πήρε ψύχραιμα και της μίλησε. Εξήγησε πως λόγω της θέσης του δεν ανεχόταν τέτοιου είδους κουτσομπολιά από το πλήθος. Ζήτησε διακριτικότητα και της υποσχέθηκε πως θα εθελοτυφλούσε. Όμως το κακό είχε απογίνει. Η Βασί-λυσσα Ευλαμπία εξακολουθούσε στο ίδιο σκοπό. Αλήτευε τις νύχτες και δεν άφηνε τίποτα όρθιο στο πέρασμά της! Ήταν η αρχή του τέλους.
Κάθε Μεσημεριανή Κραιπάλη, τα κατορθώματα της Ευλαμπίας έδιναν έναυσμα για χαρές και πανηγύρια, μόνο που αυτή τη φορά ήταν πικρόχολα. Ο άλλοτε κραταιός βασιλιάς είχε πια ξεπέσει στα μάτια του κόσμου. Μάλιστα, το Γόη Μπόι έγινε διεθνή φίρμα με το «Στείλε περιστέρι στον κερατά. Καλύτερα τώρα παρά μετά»! Ο Χατζαράκης είχε γίνει καρπέτα και είχε χάσει το κύρος του. Πλέον, δεν προσπαθούσε να σώσει τα προσχήματα. Ζήλευε και αυτό του προξενούσε οργή. Δεν εμπιστευόταν κανέναν και υποψιαζόταν τους πάντες. Διψούσε για αίμα και εκδίκηση.
Απελπισμένος καθώς κινδύνευε να χάσει το πρόσχημα που του χρησίμευε για να εξουσιάζει, ο Χαμαιλέων φόρεσε την κουκούλα του και κινήθηκε ανάμεσα στο πλήθος. Αργά ή γρήγορα, από πέσιμο ή χέσιμο, ο βασιλιάς ήταν καμένος. Έπρεπε να εντοπίσει έγκαιρα το επόμενο πιόνι και να στρώσει το έδαφος.
Κοίταξε τον Μητσάρα. Ως αρχιτσοπάνος θα είχε τους τσοπάνους με το μέρος του. Η εξουσία θα άλλαζε χέρια αναίμακτα. Όμως θα επικρατούσε μια στρατοκρατούμενη Μαύρη Κάλτσα.
Κινήθηκε προς τον Ψηλό. Το κουτούκι τον έκανε αρκετά δημοφιλή. Ήταν χαλαρός και θα είχε πολλούς υποστηρικτές. Όμως ήταν φανερό πως θα τον διάβρωνε η εξουσία.
Άκουσε τον Γόη Μπόι. Η μουσική λένε εξημερώνει τα πλήθη. Όμως σύντομα θα μετέτρεπε το οροπέδιο του Ψολάν σε Γιουροβίζιον.
Ο Βακ είχε να παρουσιάσει έργο. Είχε χτίσει την ευημερία. Αν όμως κατείχε την εξουσία θα έχανε την επαφή με την πραγματικότητα. Θα θέσπιζε ένα κάρο φόρους και θα γινόταν μισητός. Σαν τον Σημίτη ένα πράμα.
Προς στιγμή σκέφτηκε την ίδια την Ευλαμπία. Αλλά όχι. Αυτή με την προϊστορία που είχε, ήταν σίγουρο πως θα τα γ@μούσε όλα!
Ήξερε πως η εξουσία ως θέση επιφυλάσσει κινδύνους και κρατάει λίγο. Χωρίς εναλλακτικές, είχε καταλήξει στο δύσκολο δίλλημα. Θα στήριζε το Χατζαράκη ως το τέλος με το ρίσκο να μην τα καταφέρει και να τον ακολουθήσει στον πάτο. Ή θα έκανε την καρδιά του πέτρα και θα αποφάσιζε να πάρει την τύχη της Μαύρης Κάλτσας στα χέρια του για όσο του επιτρεπόταν. Αποφάσισε το δεύτερο.
Πριν ξεκινήσει τις δολοπλοκίες για το πραξικόπημα, έπρεπε να εξαφανίσει από το προσκήνιο τους τέσσερις πιθανούς διεκδικητές του θρόνου. Καθώς θα αποτελούσαν μελλοντική απειλή.
Στην κατάσταση που βρισκόταν ο βασιλιάς δεν ήταν και τόσο δύσκολο. Τον πάτησε εκεί που πονούσε. Του έριξε μπηχτές. Τον έπεισε πως μόνο αυτοί ήταν οι εραστές της Ευλαμπίας. Τον διαβεβαίωσε πως αν τους ξεφορτωνόταν, τα πράγματα θα κυλούσαν φυσιολογικά όπως πριν.
Ο Μητσάρας, πασίγνωστος μπήχτης ήταν σχεδόν βέβαιο πως είχε απλώσει χέρι. Ο Ψηλός δεν αποκλείεται να την πότισε κρυφά σφηνάκι από σαμπούκα φραγκοστάφυλου για να την εκμεταλλευτεί. Ο Γόη Μπόι την είχε μούσα του και σίγουρα της αφιέρωνε τραγούδια για να την ξανακερδίσει. Όσο για τον Βακ, όποιος δεν μιλάει πολύ είναι βασικός ύποπτος.
Άστραψε και βρόντηξε. Σε λίγα λεπτά, οι τέσσερις δελφίνοι γονάτιζαν δεμένοι χειροπόδαρα ενώπιον του άρχοντα. Διέταξε να τους μεταφέρουν αμέσως στην πλατεία. Έδωσε ρεπό στον δήμιο. Θα τους αποκεφάλιζε ο ίδιος ο Χατζαράκης. Για εξιλέωση. Ο Χαμαιλέων έτριβε σατανικά τα χέρια του. Τα είχε καταφέρει. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα είχε το πάνω χέρι.
Στην γκιλοτίνα της πλατείας περίμενε η Ευλαμπία. Όπως φάνηκε, όντως είχε πάει και με τους τέσσερις. Εκλιπαρούσε για την ζωή τους. Ο Χαμαιλέων σκουντούσε τον βασιλιά, ώστε να μην υποκύψει όμως το πλήθος τους συμπαθούσε και τους αποθέωνε. Ο πικραμένος βασιλιάς λύγισε και άλλαξε γνώμη. Δήλωσε πως απλά δεν τους ήθελε στην επικράτειά του. Θα τους εξόριζε για πάντα. Αν όμως έφευγαν για άλλες πολιτείες, η εξιστόρηση των κατορθωμάτων τους θα τον ρεζίλευαν. Έτσι τους καταδίκασε να ζήσουν μόνιμα και απομονωμένα κάτω από το έδαφος. Στα λαγούμια των ορυχείων του Κλάιν Μάιν.
Απόλυτα συμβιβασμένοι με την τύχη τους, σκούπισαν το ιδρωμένο σβέρκο τους και σηκώθηκαν. Όμως ήθελαν να πάρουν εκδίκηση από τον ύπουλο αυλικό. Υποκλίθηκαν στον Χατζαράκη και ταυτόχρονα σημάδεψαν με το δάχτυλο τον Χαμαιλέοντα. Υπαινίχθηκαν πως κάποιος στην Μαύρη Κάλτσα είναι φίδι κολοβό και του συνέστησαν να προσέχει. Το πλήθος έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης. Εκείνος στράφηκε προς το δεξί του χέρι που είχε φορέσει την κουκούλα και έχωσε τον λαιμό στους ώμους του καμπουριάζοντας. Τα μεγαλεπήβολα σχέδια πήγαν στράφι.
Δεν τον έπαιρνε. Για να γλυτώσει περεταίρω κατηγορίες, ο Χαμαιλέων παραδέχτηκε πως και εκείνος είχε περιποιηθεί κάμποσες φορές το νυμφίδιο. Στραβοκοίταξε τους τέσσερις και πήγε πλάι τους.
Οι τσοπάνηδες φρουροί συνόδεψαν τους πλέον πέντε εξόριστους στην είσοδο των ορυχείων του Κλάιν Μάιν και έπειτα σφράγισαν την είσοδο.
Είχαν περάσει στην ιστορία ως οι Από Κάτω.
Ότι ακολούθησε ήταν προδιαγεγραμμένο.
Χωρίς τα στηρίγματα του, ο Χατζαράκης φαινόταν εντελώς ανίκανος.
Κανείς δεν ήξερε να παίξει το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας όπως το Γόη Μπόι. Επήλθε ξηρασία. Τα πρόβατα ζεσταινόντουσαν και δεν έβγαζαν χίπικο μαλλί χωρίς το “Satisfaction”. Η παραγωγή έπεσε και τα καραβάνια ελάττωσαν τις επισκέψεις τους.
Η Ευλαμπία συνέχιζε στους γνωστούς ρυθμούς και η ζήλια του βασιλιά μεγάλωνε. Το κουτούκι δεν σέρβιρε πια τον γνωστό φραπέ φραγκοστάφυλο. Για να μετριάσει τον εκνευρισμό των υπηκόων στου, ο Χατζαράκης σε κάθε Κραιπάλη αποκεφάλιζε και έναν πιθανολογούμενο εραστή της Βασί-λυσσας Ευλαμπίας. Οι χωρικοί είχαν αλλάξει συνήθειες. Χωρίς τον Βακ, τα οικονομικά πήγαιναν κατά διαόλου. Η φτώχεια είχε χτυπήσει τους πάντες.
Το μεγαλύτερο πλήγμα επήλθε όταν έσπασε η κλειδαριά του Κλουβιού με τους Πισωγλέντηδες μοναχούς που τυπικά φυλούσε ο Μητσάρας. Οι μοναχοί ξεχύθηκαν με άγριες διαθέσεις στο οροπέδιο. Τα άμοιρα προβατάκια μαρτύρησαν κυριολεκτικά. Όσα κατάφεραν να επιζήσουν ξέπεσαν σε βαθιά κατάθλιψη και γκρίζαρε η άλλοτε γυαλιστερή προβιά. Τα καραβάνια δεν ξαναφάνηκαν.
Μέχρι να εκδιωχθούν οι Πισωγλέντηδες, είχε απομείνει μονάχα ένα μικρό κοπάδι. Εξάλλου, με τις συνεχείς εκτελέσεις, είχε αφανιστεί ολόκληρος ο αντρικός πληθυσμός της Μαύρης Κάλτσας. Οι γυναίκες απηύδησαν και εγκατέλειψαν με τη σειρά τους το βασίλειο για άλλες πολιτείες. Μαζί και η νυμφομανής Ευλαμπία.
Αυτό ήταν.
Ένα ντόμινο από λανθασμένες αποφάσεις είχαν οδηγήσει το πάλαι ποτέ κραταιό βασίλειο πρώτα στην παρακμή και έπειτα στην πλήρη κατάρρευση.
Η Μαύρη Κάλτσα δεν υπάρχει πια. Τουλάχιστο όπως το γνώρισαν οι περισσότεροι.
Ο Χατζαράκης κατάφερε να διατηρήσει τον θρόνο του.
Σ’ ένα βασίλειο χωρίς υπηκόους.
Σ’ ένα βασίλειο με μια ντουζίνα γκρίζα πρόβατα.
Η Ευλαμπία είναι σίγουρο πως θα παρασιτοζωούσε στις πλάτες κάποιου άλλου γενειοφόρου βασιλιά.
Όσο για τους αγαπητούς Από Κάτω. Ποιος ξέρει;
Μπορεί να μάθουμε, μπορεί και όχι.
…
Στο παλιό μου συγκάτοικο Γιαννάκη.
Με αφορμή μια πρόσφατη απορία του.
Πρόσωπα και καταστάσεις φανταστικά βεβαίως.
Ήταν όλοι τους ευτυχισμένοι και ξέγνοιαστοι.
Μόλις είχε προκύψει νέος βασιλιάς, ο γενειοφόρος Χατζαράκης. Αναθρεμμένος για ηγεμόνας, ήταν απόλυτα φυσικό, ο Χατζαράκης να χρειαζόταν ισχυρή καθοδήγηση για να διατηρεί επαφή με την πραγματικότητα. Οι πρόγονοί του φρόντισαν να υπάρχει στο πλευρό του ο σωστός υποχθόνιος ρουφιάνος που την κατάλληλη στιγμή να έδινε λύσεις. Έτσι παράλληλα είχαν μεγαλώσει έναν συνομήλικο του, μεταδίδοντας του τις αρχές της συνομωσίας και την ικανότητα να καρφώνει πισώπλατα με άνεση. Εκείνος, μετέπειτα έγινε γνωστός ως Χαμαιλέων και αποτελούσε το δεξί χέρι του Χατζαράκη στις ένδοξες μέρες. Ουσιαστικά ο Χαμαιλέων ήταν αυτός που έλυνε και έραβε στο βασίλειο της Μαύρης Κάλτσας, αφήνοντας για βιτρίνα τον μ@λάκα.
Ξέχασαν να αναφέρω πως τα πρόβατα του Ψολάν ήταν ιδιαιτέρως ευαίσθητα. Χρειαζόντουσαν υγρασία και έπρεπε να μείνουν ανενόχλητα. Ο βασιλιάς τα είχε χαρακτηρίσει ιερά ζώα και κανένας δεν τολμούσε να τα πειράξει. Μοναδική απειλή, το τάγμα των Πισωγλέντηδων μοναχών με τις περίεργες ορέξεις. Ο Μητσάρας, ο αυτοκρατορικός αρχιτσοπάνος, τους μάντρωσε για πάντα στο Κλουβί, μία φάρμα που καλλιεργούσαν φραγκοστάφυλα. Έτσι ικανοποιήθηκαν όλοι.
Γενικά η κοινωνία ήταν ανεκτική και ευτυχισμένη. Για να ανταμείψει τους σκληρά εργαζόμενους χωρικούς, ο βασιλιάς θέσπισε την Μεσημεριανή Κραιπάλη. Όπου μαζεύονταν στην πλατεία και συγκεκριμένα στο κουτούκι του Ψηλού. Εκείνος τους έφτιαχνε έναν μοναδικό φραπέ από τα φραγκοστάφυλα. Ουσιαστικά, η Κραιπάλη ήταν ένα μοχθηρό σχέδιο του Χαμαιλέοντα για να μαθαίνει καθημερινά τα νέα και τις σκέψεις των υπηκόων, ώστε να τους ελέγχει και να εκβιάζει καταστάσεις όταν έπρεπε.
Σε κάθε Κραιπάλη, ο επίσημος τροβαδούρος, το χαρισματικό Γόη Μπόι διασκέδαζε το πλήθος με αγαπημένες επιτυχίες. Τον χειμώνα γρατζουνούσε στην κιθάρα του ένα remix του ζεϊμπέκικου της Ευδοκίας και κατά έναν περίεργο τρόπο, έβρεχε! Το καλοκαίρι, την εποχή της αναπαραγωγής, τραγουδούσε το «Άστρα μη με μαλώνετε» και ζευγάρωναν οι πάντες! Πρόβατα και χωρικοί.
Κάποια στιγμή, το θερινό άσμα φτάνει στα αυτιά του βασιλιά και του ξυπνά το βιολογικό ρολόι. Ήταν κρίμα να μην μοιράζεται τόση ευτυχία. Αποφάσισε να βρει γυναίκα. Ο Βακ έδωσε εντολή και άρχισαν να καταφτάνουν πριγκίπισσες από κάθε γωνιά του κόσμου. Ο Χαμαιλέων αντιλήφθηκε πως το συμπεθεριό με ξένη αυτοκρατορία θα περιόριζε την ισχύ της εξουσίας του. Έτσι σε κάθε περίπτωση έβαζε λόγια στον Χατζαράκη και εκείνος τις απέρριπτε. Οι υποψήφιες έφευγαν πικραμένες, αφού πρώτα τις περνούσε ο Μητσάρας ένα χέρι.
Επικράτησε απογοήτευση και εκνευρισμός. Ο Ψηλός διέδιδε πως θα έλθουν δύσκολοι καιροί και ο Χαμαιλέων που φοβόταν πιθανή εξέγερση των τσοπάνων, έπρεπε να δώσει την λύση. Κατέληξε στην Ευλαμπία, το νυμφίδιο του χωριού που δούλευε γκαρσόνι στο κουτούκι και υπήρξε η μούσα του Γόη Μπόι. Ήξερε πως μια γυναίκα που είχε το μυαλό της αποκλειστικά στο σεξ, δύσκολα θα επηρέαζε τον βασιλιά σε θέματα διακυβέρνησης. Η Ευλαμπία διέθετε την ψεύτικη αθωότητα της Βουγιουκλάκη, την πουτανιά της Τζέημσον και το IQ της Μενεγάκη, επαρκή στοιχεία για να τυλίξει τον βασιλιά της Μαύρης Κάλτσας. Επίσης απέπνεε την ξινίλα της Κοντολίζας, οπότε ήταν το εύκολο θύμα σε περίπτωση μελλοντικής ρήξης με τον λαό.
Και έτσι έκλεισε στόματα. Με την πρώτη ευκαιρία έφερε την Ευλαμπία στο παλάτι και ο μ*νόδουλος Χατζαράκης την ερωτεύτηκε αμέσως. Η μεγαλοπρεπής γαμήλια τελετή κράτησε για μήνες. Χαρές και πανηγύρια. Η Μαύρη Κάλτσα μεσουρανούσε. Το βασιλικό ζευγάρι έγινε γνωστό παγκοσμίως για τις άγριες νύχτες ακολασίας που ακολούθησαν.
Η αυξανόμενη συχνότητα με την οποία έφταναν τα καραβάνια είχε γιγαντώσει την ζήτηση. Ο Βακ διέταξε το Γόη Μπόι να κόψει το κεφάλι του και να βρει ένα σκοπό ώστε τα πρόβατα να παράγουν περισσότερο μαλλί. Ήταν τότε που ο Μητσάρας μίλησε στον Ψηλό για sex & drugs και σκαρφίστηκαν από κοινού ένα τραγούδι που έμεινε μετέπειτα γνωστό ως “Satisfaction”. Το Γόη Μπόι ανακάλυψε την ροκ εντ ρολ! Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Τα πρόβατα άφηναν αστραφτερό μακρύ μαλλί για να χτυπιούνται στο ρυθμό και η παραγωγή κάλτσας υπερδιπλασιάστηκε!
Η έκδηλη ευημερία δεν κράτησε όμως για πολύ. Σύντομα ο Χατζαράκης έχασε τον αρχικό ενθουσιασμό. Με το δίκιο του. Η αχόρταγη Βασί-λυσσα Ευλαμπία δεν δίστασε να ξενοκοιτάξει μόλις ένιωσε παραμερισμένη. Μονίμως ανικανοποίητη τριγυρνούσε τα βράδια στην πλατεία σαν βαμπίρ, αποφασισμένη να κατασπαράξει με τις αγριεμένες της ορμές τους ανυποψίαστους χωρικούς.
Οι φήμες ξεκίνησαν να κυκλοφορούν η μια πίσω από την άλλη. Όταν κάποτε έφτασαν στα αυτιά του βασιλιά. Εκείνος το πήρε ψύχραιμα και της μίλησε. Εξήγησε πως λόγω της θέσης του δεν ανεχόταν τέτοιου είδους κουτσομπολιά από το πλήθος. Ζήτησε διακριτικότητα και της υποσχέθηκε πως θα εθελοτυφλούσε. Όμως το κακό είχε απογίνει. Η Βασί-λυσσα Ευλαμπία εξακολουθούσε στο ίδιο σκοπό. Αλήτευε τις νύχτες και δεν άφηνε τίποτα όρθιο στο πέρασμά της! Ήταν η αρχή του τέλους.
Κάθε Μεσημεριανή Κραιπάλη, τα κατορθώματα της Ευλαμπίας έδιναν έναυσμα για χαρές και πανηγύρια, μόνο που αυτή τη φορά ήταν πικρόχολα. Ο άλλοτε κραταιός βασιλιάς είχε πια ξεπέσει στα μάτια του κόσμου. Μάλιστα, το Γόη Μπόι έγινε διεθνή φίρμα με το «Στείλε περιστέρι στον κερατά. Καλύτερα τώρα παρά μετά»! Ο Χατζαράκης είχε γίνει καρπέτα και είχε χάσει το κύρος του. Πλέον, δεν προσπαθούσε να σώσει τα προσχήματα. Ζήλευε και αυτό του προξενούσε οργή. Δεν εμπιστευόταν κανέναν και υποψιαζόταν τους πάντες. Διψούσε για αίμα και εκδίκηση.
Απελπισμένος καθώς κινδύνευε να χάσει το πρόσχημα που του χρησίμευε για να εξουσιάζει, ο Χαμαιλέων φόρεσε την κουκούλα του και κινήθηκε ανάμεσα στο πλήθος. Αργά ή γρήγορα, από πέσιμο ή χέσιμο, ο βασιλιάς ήταν καμένος. Έπρεπε να εντοπίσει έγκαιρα το επόμενο πιόνι και να στρώσει το έδαφος.
Κοίταξε τον Μητσάρα. Ως αρχιτσοπάνος θα είχε τους τσοπάνους με το μέρος του. Η εξουσία θα άλλαζε χέρια αναίμακτα. Όμως θα επικρατούσε μια στρατοκρατούμενη Μαύρη Κάλτσα.
Κινήθηκε προς τον Ψηλό. Το κουτούκι τον έκανε αρκετά δημοφιλή. Ήταν χαλαρός και θα είχε πολλούς υποστηρικτές. Όμως ήταν φανερό πως θα τον διάβρωνε η εξουσία.
Άκουσε τον Γόη Μπόι. Η μουσική λένε εξημερώνει τα πλήθη. Όμως σύντομα θα μετέτρεπε το οροπέδιο του Ψολάν σε Γιουροβίζιον.
Ο Βακ είχε να παρουσιάσει έργο. Είχε χτίσει την ευημερία. Αν όμως κατείχε την εξουσία θα έχανε την επαφή με την πραγματικότητα. Θα θέσπιζε ένα κάρο φόρους και θα γινόταν μισητός. Σαν τον Σημίτη ένα πράμα.
Προς στιγμή σκέφτηκε την ίδια την Ευλαμπία. Αλλά όχι. Αυτή με την προϊστορία που είχε, ήταν σίγουρο πως θα τα γ@μούσε όλα!
Ήξερε πως η εξουσία ως θέση επιφυλάσσει κινδύνους και κρατάει λίγο. Χωρίς εναλλακτικές, είχε καταλήξει στο δύσκολο δίλλημα. Θα στήριζε το Χατζαράκη ως το τέλος με το ρίσκο να μην τα καταφέρει και να τον ακολουθήσει στον πάτο. Ή θα έκανε την καρδιά του πέτρα και θα αποφάσιζε να πάρει την τύχη της Μαύρης Κάλτσας στα χέρια του για όσο του επιτρεπόταν. Αποφάσισε το δεύτερο.
Πριν ξεκινήσει τις δολοπλοκίες για το πραξικόπημα, έπρεπε να εξαφανίσει από το προσκήνιο τους τέσσερις πιθανούς διεκδικητές του θρόνου. Καθώς θα αποτελούσαν μελλοντική απειλή.
Στην κατάσταση που βρισκόταν ο βασιλιάς δεν ήταν και τόσο δύσκολο. Τον πάτησε εκεί που πονούσε. Του έριξε μπηχτές. Τον έπεισε πως μόνο αυτοί ήταν οι εραστές της Ευλαμπίας. Τον διαβεβαίωσε πως αν τους ξεφορτωνόταν, τα πράγματα θα κυλούσαν φυσιολογικά όπως πριν.
Ο Μητσάρας, πασίγνωστος μπήχτης ήταν σχεδόν βέβαιο πως είχε απλώσει χέρι. Ο Ψηλός δεν αποκλείεται να την πότισε κρυφά σφηνάκι από σαμπούκα φραγκοστάφυλου για να την εκμεταλλευτεί. Ο Γόη Μπόι την είχε μούσα του και σίγουρα της αφιέρωνε τραγούδια για να την ξανακερδίσει. Όσο για τον Βακ, όποιος δεν μιλάει πολύ είναι βασικός ύποπτος.
Άστραψε και βρόντηξε. Σε λίγα λεπτά, οι τέσσερις δελφίνοι γονάτιζαν δεμένοι χειροπόδαρα ενώπιον του άρχοντα. Διέταξε να τους μεταφέρουν αμέσως στην πλατεία. Έδωσε ρεπό στον δήμιο. Θα τους αποκεφάλιζε ο ίδιος ο Χατζαράκης. Για εξιλέωση. Ο Χαμαιλέων έτριβε σατανικά τα χέρια του. Τα είχε καταφέρει. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα είχε το πάνω χέρι.
Στην γκιλοτίνα της πλατείας περίμενε η Ευλαμπία. Όπως φάνηκε, όντως είχε πάει και με τους τέσσερις. Εκλιπαρούσε για την ζωή τους. Ο Χαμαιλέων σκουντούσε τον βασιλιά, ώστε να μην υποκύψει όμως το πλήθος τους συμπαθούσε και τους αποθέωνε. Ο πικραμένος βασιλιάς λύγισε και άλλαξε γνώμη. Δήλωσε πως απλά δεν τους ήθελε στην επικράτειά του. Θα τους εξόριζε για πάντα. Αν όμως έφευγαν για άλλες πολιτείες, η εξιστόρηση των κατορθωμάτων τους θα τον ρεζίλευαν. Έτσι τους καταδίκασε να ζήσουν μόνιμα και απομονωμένα κάτω από το έδαφος. Στα λαγούμια των ορυχείων του Κλάιν Μάιν.
Απόλυτα συμβιβασμένοι με την τύχη τους, σκούπισαν το ιδρωμένο σβέρκο τους και σηκώθηκαν. Όμως ήθελαν να πάρουν εκδίκηση από τον ύπουλο αυλικό. Υποκλίθηκαν στον Χατζαράκη και ταυτόχρονα σημάδεψαν με το δάχτυλο τον Χαμαιλέοντα. Υπαινίχθηκαν πως κάποιος στην Μαύρη Κάλτσα είναι φίδι κολοβό και του συνέστησαν να προσέχει. Το πλήθος έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης. Εκείνος στράφηκε προς το δεξί του χέρι που είχε φορέσει την κουκούλα και έχωσε τον λαιμό στους ώμους του καμπουριάζοντας. Τα μεγαλεπήβολα σχέδια πήγαν στράφι.
Δεν τον έπαιρνε. Για να γλυτώσει περεταίρω κατηγορίες, ο Χαμαιλέων παραδέχτηκε πως και εκείνος είχε περιποιηθεί κάμποσες φορές το νυμφίδιο. Στραβοκοίταξε τους τέσσερις και πήγε πλάι τους.
Οι τσοπάνηδες φρουροί συνόδεψαν τους πλέον πέντε εξόριστους στην είσοδο των ορυχείων του Κλάιν Μάιν και έπειτα σφράγισαν την είσοδο.
Είχαν περάσει στην ιστορία ως οι Από Κάτω.
Ότι ακολούθησε ήταν προδιαγεγραμμένο.
Χωρίς τα στηρίγματα του, ο Χατζαράκης φαινόταν εντελώς ανίκανος.
Κανείς δεν ήξερε να παίξει το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας όπως το Γόη Μπόι. Επήλθε ξηρασία. Τα πρόβατα ζεσταινόντουσαν και δεν έβγαζαν χίπικο μαλλί χωρίς το “Satisfaction”. Η παραγωγή έπεσε και τα καραβάνια ελάττωσαν τις επισκέψεις τους.
Η Ευλαμπία συνέχιζε στους γνωστούς ρυθμούς και η ζήλια του βασιλιά μεγάλωνε. Το κουτούκι δεν σέρβιρε πια τον γνωστό φραπέ φραγκοστάφυλο. Για να μετριάσει τον εκνευρισμό των υπηκόων στου, ο Χατζαράκης σε κάθε Κραιπάλη αποκεφάλιζε και έναν πιθανολογούμενο εραστή της Βασί-λυσσας Ευλαμπίας. Οι χωρικοί είχαν αλλάξει συνήθειες. Χωρίς τον Βακ, τα οικονομικά πήγαιναν κατά διαόλου. Η φτώχεια είχε χτυπήσει τους πάντες.
Το μεγαλύτερο πλήγμα επήλθε όταν έσπασε η κλειδαριά του Κλουβιού με τους Πισωγλέντηδες μοναχούς που τυπικά φυλούσε ο Μητσάρας. Οι μοναχοί ξεχύθηκαν με άγριες διαθέσεις στο οροπέδιο. Τα άμοιρα προβατάκια μαρτύρησαν κυριολεκτικά. Όσα κατάφεραν να επιζήσουν ξέπεσαν σε βαθιά κατάθλιψη και γκρίζαρε η άλλοτε γυαλιστερή προβιά. Τα καραβάνια δεν ξαναφάνηκαν.
Μέχρι να εκδιωχθούν οι Πισωγλέντηδες, είχε απομείνει μονάχα ένα μικρό κοπάδι. Εξάλλου, με τις συνεχείς εκτελέσεις, είχε αφανιστεί ολόκληρος ο αντρικός πληθυσμός της Μαύρης Κάλτσας. Οι γυναίκες απηύδησαν και εγκατέλειψαν με τη σειρά τους το βασίλειο για άλλες πολιτείες. Μαζί και η νυμφομανής Ευλαμπία.
Αυτό ήταν.
Ένα ντόμινο από λανθασμένες αποφάσεις είχαν οδηγήσει το πάλαι ποτέ κραταιό βασίλειο πρώτα στην παρακμή και έπειτα στην πλήρη κατάρρευση.
Η Μαύρη Κάλτσα δεν υπάρχει πια. Τουλάχιστο όπως το γνώρισαν οι περισσότεροι.
Ο Χατζαράκης κατάφερε να διατηρήσει τον θρόνο του.
Σ’ ένα βασίλειο χωρίς υπηκόους.
Σ’ ένα βασίλειο με μια ντουζίνα γκρίζα πρόβατα.
Η Ευλαμπία είναι σίγουρο πως θα παρασιτοζωούσε στις πλάτες κάποιου άλλου γενειοφόρου βασιλιά.
Όσο για τους αγαπητούς Από Κάτω. Ποιος ξέρει;
Μπορεί να μάθουμε, μπορεί και όχι.
…
Στο παλιό μου συγκάτοικο Γιαννάκη.
Με αφορμή μια πρόσφατη απορία του.
Πρόσωπα και καταστάσεις φανταστικά βεβαίως.
4 σχόλια:
Αν και όπως γνωρίζεις δεν τα πάω καλά με την τεχνολογία(προτιμώ να εκφράζομαι με την κιθάρα-Ευδοκία) το πόνημα του Βασιλείου της Μαύρης Κάλτσας με αναγκάζει να επικοινωνήσω διαδικτυακά.
Πραγματικά ήταν απολαυστικό....
Που να το φανταζόμουν πριν λίγα μόλις χρόνια πως με χώριζε ένας απλός τοίχος απο τέτοιο τάλαντο.....Αλλά για να μην παίρνεις αέρα μιας και είσαι στην αρχή έχω ζητήσει από 4 γνωστούς-άγνωστους να παρακολουθούν την πορεία σου κ να επεμβαίνουν όπου κριθεί αναγκαίο!!!
Υ.Γ Περιμένω την συνέχεια απο τα ορυχεία του Κλαιν-Μαν!!!
Υ.Γ Δεύτερον....Απο έγκυρες πηγές σου μεταφέρω ότι το νέο σουξέ που γράφει τον τελευταίο καιρό το Γόη Μπόι είναι αφιερωμένο στον Χαμαιλέων και έχει τίτλο ¨ΠΕΣ ΜΑΣ ΤΙ ΠΙΝΕΙΣ,ΕΣΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΑΣ ΔΕΙΝΕΙΣ¨
Φαντάσου ότι έκανα μια ώρα για να μπορέσω να το στείλω το γαμομύνημα...Αι σιχτίρ με την τεχνολογία σας!!!
Αγαπητέ Γιαννάκη,
Σ'ευχαριστώ για την υπερπροσπάθεια.
Λίγη δουλειά στο χτίσιμο των (φανταστικών βεβαίως)χαρακτήρων και ένα βροχερό έδειο απόγευμα είναι αυτά που σε χωρίζουν από την περιπλάνηση των Από Κάτω.
Προβληματίζομαι για τη φόρμα.
Θα ήθελα να προβώ σε εξαγγελίες αλλά φοβάμαι μην φανώ ανακόλουθος.
Απ'όσο θυμάμαι πάντως, το πικραμένο Γόη Μπόι θα συνθέσει ένα νέο ορχηστρικό.
Το ζειμπέκικο της Ευλαμπίας!
Με τις ανάλογες γεωδυναμικές επιπτώσεις.
Την ευχή μου, Πο8
Στο φίλο και συμπολεμιστή μου - όπως θα έλεγε και κάποιος κοινός μασ γνωστός - ένα μονάχα έχω να του πω: η φαντασία σου τελικά δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα!!!! Είναι απίστευτο πόσο πολύ μοιάζουν οι χαρακτήρες!!!! Πο μου έφτιαξες την ημέρα! Αναμένω τη συνέχεια
Καρμελίτα!!!
Λατρεμένη μου Καρμελίτα,
Καλώς όρισες στον (φανταστικό, το τονίζω αυτό) κόσμο του Πό8.
Πολύ θα ήθελα σε βάλω να παίξεις κάπου κάπως.
Όμως δεν με τιμά να σε ρίξω στα υγρά και σκοτεινά λαγούμια του Κλάιν Μάιν.
Ίσως....λέω ίσως.... να υπάρχει χώρος κοντά στην Ακτή της Σαγιονάρας.
Εκεί όπου ο Ψηλός θυμήθηκε πως έχει έναν ηγεμόνα θείο.
Θα γράψεις καλύτερα στον ήλιο με μπικίνι!
Αλλά μέχρι να φτάσουμε εκεί, θέλει πολύ δουλειά.
Δεσμεύομαι, πάντως.
Μέχρι τότε,θα εξακολουθείς να περιπλανιέσαι στο μυαλό μου μικρή (φανταστική βεβαίως) αμαζόνα!
Καλή σου μέρα.
Δημοσίευση σχολίου