Ένας φιλόσοφος που θα ήθελε να παραμείνει ανώνυμος, υπολόγισε κάποτε πως σε μία πολιτισμένη κοινωνία, η πιθανότητα να αναδειχθεί μία εξέχουσα προσωπικότητα, περιορίζεται σε ένα προς δέκα δισεκατομμύρια. Αυτό θεωρητικά σημαίνει πως οι πολυάριθμοι Κινέζοι έχουν σήμερα τη δυνατότητα να προσφέρουν έναν μεσσία κάθε δεκαετία!
Το γεγονός ότι πέρα από μυριάδες αυτό-καταστρεφόμενες τοστιέρες και φονικά σιδερωτήρια, οι συμπαθείς κιτρινιάρηδες απέτυχαν να συμβάλουν στην παγκόσμια ιστορία ως όφειλαν, με έβαλε σε σκέψεις.
Μήπως ο λυτρωτής του σήμερα δεν είναι Κινέζος τελικά;
Δεν άργησα να λάβω τα απαραίτητα σημάδια.
…
Είχα βγει ραντεβού με μια διανοούμενη. Η ατμόσφαιρα ενός κινέζικου εστιατορίου θα ήταν ότι έπρεπε. Χάρτινα φανάρια, αποστειρωμένα τραπέζια, ψιλοκυριλέ σέρβις και μια αδιευκρίνιστη μυρωδιά. Όπως συμβαίνει σε κάθε αξιοπρεπές κινέζικο, υπήρχαν δυο σερβιτόροι. Ο κατανοητός Έλληνας στην παραγγελία και ο ακαταλαβίστικος Κινέζος στον λογαριασμό!
Το παν σ’ ένα δήθεν εστιατόριο είναι να δώσεις στην γυναίκα την πρωτοβουλία. Αν αντιληφθείς πως η κατάσταση ξεφεύγει, συνιστάται να διακόπτεις την διαδικασία με το δοκιμασμένο:
«Εγώ θα φάω spring rolls, τηγανητό ρύζι και γλυκόξυνη σως. Τα υπόλοιπα θα τα φας εσύ!»
Πριν γνωρίσω τον μέγιστο καθοδηγητή, συνήθως συμβιβαζόμουν με το κρασί:
«Κοίτα, τι χαριτωμένο. Αυτό το κόκκινο το φτιάχνουν στο χωριό του Σετσουάν. Οι αμπελουργοί μαζεύονται και τρυγάνε ταυτόχρονα σε ένα βαρέλι. Συνοδεία παραδοσιακής μουσικής. Με φόντο το Σινικό τείχος. Αυτό να πάρουμε!»
Και αφού φαντασιώνεσαι εκατό κοντά ανθρωπάκια να πηδάνε πάνω κάτω στο μούστο του μπουκαλιού απέναντι, χασκογελάς και γνέφεις θετικά, να τελειώνει το πανηγύρι. Εξάλλου, η ζωή είναι (και) μια διαρκής φαντασίωση.
Το γκαρσόνι απομακρύνεται με ένα απαθές βλέμμα σου ψιθυρίζει ένα επίσης παραδοσιακό γ@μοσταυρίδι που του κουτσούρεψες την παραγγελία και που φυσικά εκλαμβάνεις ως καλή όρεξη. Μέχρι να φτάσει η κουτσουρεμένη μας παραγγελία στο λιγδιασμένο αμανίκωτο φανελάκι του σεφ στην πίσω κουζίνα, αρχίζεις την φιλοσοφία.
Ξεκινάς ελαφρά με Κουμφούκιο και φτάνεις στην Τάο σφαίρα, την αρμονική εναλλαγή του Καλού με το Κακό. Και παπαρολογείς αξιοπρεπώς μέχρι το κρασί και τα ορεκτικά.
Έχεις χαλαρή διάθεση και περιμένεις να γευτείς τον καρπό του Μάο στο ποτήρι. Όπως συνήθως, μετά το δεύτερο σφηνάκι, η σοφιστικέ συνοδός σου μεταμορφώνεται σε ένα … φιλήδονο ξανθό πιπινάκι! Και αναστατώνεσαι.
Και η κατάσταση θυμίζει ΠΑΣΟΚ. Συνεχίζεις σε ένα ασταμάτητο κυκλοθυμικό φλερτ. Από τον ενθουσιασμό, στις παύσεις, την απογοήτευση και τον απολογισμό σιγής. Δεν τα παρατάς. Πάλι από την αρχή. Μέχρι που φτάνεις στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Πληρώνει ο πιο αφελής και ενωμένοι πορεύεστε προς την … κάλπη. Όμως την κρίσιμη στιγμή πέφτει ένα:
«Όχι απόψε, έχω πονοκέφαλο.»
Και καταριέσαι τα ψήγματα υπαρκτού σοσιαλισμού. Εύχεσαι το χωριό με τους εκατό Σετσουανέζους να πλημμυρίσει, να το κάνουν κωπηλατοδρόμιο για τους Ολυμπιακούς.
Και γυρίζεις μόνος στην παράγκα. Με σουβενίρ δυο fortune cookies. Αυτά τα γεμιστά με τις ευχές.
Ενώ περιμένεις να γλυκαθείς με κάποιο γλυκόξινο απόφθεγμα του τύπου:
«Κοίταξε τον δράκο μα πρόσεξε μη σε κάψει», ή
«Το τυχερό σου νούμερο γι’ αυτή τη βδομάδα είναι η χυλόπιτα»,
συνειδητοποιείς πως και στα δύο υπάρχει μονάχα ένα όνομα – μία περιγραφή:
«Γρου Σου Ζι, ο νέος διδάσκαλος, τεχνίτης της αλήθειας»
…
(η ιστορία του διάσημου οραματιστή συνεχίζεται)
Το γεγονός ότι πέρα από μυριάδες αυτό-καταστρεφόμενες τοστιέρες και φονικά σιδερωτήρια, οι συμπαθείς κιτρινιάρηδες απέτυχαν να συμβάλουν στην παγκόσμια ιστορία ως όφειλαν, με έβαλε σε σκέψεις.
Μήπως ο λυτρωτής του σήμερα δεν είναι Κινέζος τελικά;
Δεν άργησα να λάβω τα απαραίτητα σημάδια.
…
Είχα βγει ραντεβού με μια διανοούμενη. Η ατμόσφαιρα ενός κινέζικου εστιατορίου θα ήταν ότι έπρεπε. Χάρτινα φανάρια, αποστειρωμένα τραπέζια, ψιλοκυριλέ σέρβις και μια αδιευκρίνιστη μυρωδιά. Όπως συμβαίνει σε κάθε αξιοπρεπές κινέζικο, υπήρχαν δυο σερβιτόροι. Ο κατανοητός Έλληνας στην παραγγελία και ο ακαταλαβίστικος Κινέζος στον λογαριασμό!
Το παν σ’ ένα δήθεν εστιατόριο είναι να δώσεις στην γυναίκα την πρωτοβουλία. Αν αντιληφθείς πως η κατάσταση ξεφεύγει, συνιστάται να διακόπτεις την διαδικασία με το δοκιμασμένο:
«Εγώ θα φάω spring rolls, τηγανητό ρύζι και γλυκόξυνη σως. Τα υπόλοιπα θα τα φας εσύ!»
Πριν γνωρίσω τον μέγιστο καθοδηγητή, συνήθως συμβιβαζόμουν με το κρασί:
«Κοίτα, τι χαριτωμένο. Αυτό το κόκκινο το φτιάχνουν στο χωριό του Σετσουάν. Οι αμπελουργοί μαζεύονται και τρυγάνε ταυτόχρονα σε ένα βαρέλι. Συνοδεία παραδοσιακής μουσικής. Με φόντο το Σινικό τείχος. Αυτό να πάρουμε!»
Και αφού φαντασιώνεσαι εκατό κοντά ανθρωπάκια να πηδάνε πάνω κάτω στο μούστο του μπουκαλιού απέναντι, χασκογελάς και γνέφεις θετικά, να τελειώνει το πανηγύρι. Εξάλλου, η ζωή είναι (και) μια διαρκής φαντασίωση.
Το γκαρσόνι απομακρύνεται με ένα απαθές βλέμμα σου ψιθυρίζει ένα επίσης παραδοσιακό γ@μοσταυρίδι που του κουτσούρεψες την παραγγελία και που φυσικά εκλαμβάνεις ως καλή όρεξη. Μέχρι να φτάσει η κουτσουρεμένη μας παραγγελία στο λιγδιασμένο αμανίκωτο φανελάκι του σεφ στην πίσω κουζίνα, αρχίζεις την φιλοσοφία.
Ξεκινάς ελαφρά με Κουμφούκιο και φτάνεις στην Τάο σφαίρα, την αρμονική εναλλαγή του Καλού με το Κακό. Και παπαρολογείς αξιοπρεπώς μέχρι το κρασί και τα ορεκτικά.
Έχεις χαλαρή διάθεση και περιμένεις να γευτείς τον καρπό του Μάο στο ποτήρι. Όπως συνήθως, μετά το δεύτερο σφηνάκι, η σοφιστικέ συνοδός σου μεταμορφώνεται σε ένα … φιλήδονο ξανθό πιπινάκι! Και αναστατώνεσαι.
Και η κατάσταση θυμίζει ΠΑΣΟΚ. Συνεχίζεις σε ένα ασταμάτητο κυκλοθυμικό φλερτ. Από τον ενθουσιασμό, στις παύσεις, την απογοήτευση και τον απολογισμό σιγής. Δεν τα παρατάς. Πάλι από την αρχή. Μέχρι που φτάνεις στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Πληρώνει ο πιο αφελής και ενωμένοι πορεύεστε προς την … κάλπη. Όμως την κρίσιμη στιγμή πέφτει ένα:
«Όχι απόψε, έχω πονοκέφαλο.»
Και καταριέσαι τα ψήγματα υπαρκτού σοσιαλισμού. Εύχεσαι το χωριό με τους εκατό Σετσουανέζους να πλημμυρίσει, να το κάνουν κωπηλατοδρόμιο για τους Ολυμπιακούς.
Και γυρίζεις μόνος στην παράγκα. Με σουβενίρ δυο fortune cookies. Αυτά τα γεμιστά με τις ευχές.
Ενώ περιμένεις να γλυκαθείς με κάποιο γλυκόξινο απόφθεγμα του τύπου:
«Κοίταξε τον δράκο μα πρόσεξε μη σε κάψει», ή
«Το τυχερό σου νούμερο γι’ αυτή τη βδομάδα είναι η χυλόπιτα»,
συνειδητοποιείς πως και στα δύο υπάρχει μονάχα ένα όνομα – μία περιγραφή:
«Γρου Σου Ζι, ο νέος διδάσκαλος, τεχνίτης της αλήθειας»
…
(η ιστορία του διάσημου οραματιστή συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου