Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2008

Exit Πο8 : Εμφάνιση

Το γκάλοπ Ιανουαρίου.
Για το αρχείο.

Στην ερώτηση "Κρίνετε τους ανθρώπους από την εμφάνιση";
απαντήσατε με κάθε ειλικρίνεια:

Ναι, πάντοτε : 12 ψήφοι (10 %)
Ναι, πολλές φορές : 40 ψήφοι (33 %)
Όχι, σπάνια : 38 ψήφοι (31 %)
Όχι, ποτέ : 7 ψήφοι (6 %)
Δεν βλέπω καλά / καθόλου : 25 ψήφοι (20 %)

Άργησα να την αναρτήσω, δεν δημιουργήθηκε πόλωση κι έτσι αυτή τη φορά δεν είχε μεγάλη συμμετοχή. Όχι όπως τις προηγούμενες όπου βάζατε να ψηφίσουν μέχρι και οι πεθαμένοι!

Αυτό που μου άρεσε εδώ ήταν η ειλικρίνεια στις απαντήσεις και πως διαμορφώθηκε από μέρα σε μέρα.

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2008

Μαύρα Μεσάνυχτα

Ένα περίεργο πράγμα που συμβαίνει όταν κοιμηθώ με ανοικτή την τηλεόραση είναι πως το επόμενο πρωινό μπαίνω κατευθείαν στο πετσί της μέρας.
Καλημέρα, κάνει κρύο, πέθανε ο Χριστόδουλος.
Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2008
Αναμενόμενο ήταν, οι γιατροί τον είχαν ξεγράψει προ πολλού. Έφυγε από τη ζωή και εκεί θα πρέπει να σταθούμε. Ειδικά αυτές της μέρες η επικαιρότητα θα κατακλυστεί από γεγονότα που σημάδεψαν την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, ειδικά στην σχεδόν δεκαετή παρουσία του στο τιμόνι της εκκλησίας.
Ανεξάρτητα με την εικόνα που σχηματίσατε και άποψη που διατηρείτε, θα συμβούλευα να μην παρασυρθείτε από την αναδρομή. Καλός ή κακός, συμπαθής ή αντιπαθής, ένας άνθρωπος έφυγε από την ζωή. Μείνετε εκεί.
Το επισημαίνω, για να μην ξεκινήσουν τα «ώρα του ήταν» ή άλλα χειρότερα. Είναι άδικο, περισσότερο για εσάς. Σε αυτό θα βασιστώ και θα ήθελα να το πάρετε ως δεδομένο για το κείμενο που θα ακολουθήσει.
Από την πρώτη στιγμή που το αντιλήφθηκα, δηλώνω με βεβαιότητα πως διατηρούσα μια απέχθεια προς το δημόσιο πρόσωπο που λεγόταν Χριστόδουλος Παρασκευαίδης. Επαναλαμβάνω για να μην παρεξηγηθώ, στην καρικατούρα που αναδείχθηκε αρχιεπίσκοπος, όχι στον άνθρωπο που αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας.
Πρέπει να γίνεται αυτός ο διαχωρισμός. Όπως νομίζω μαζί με κάμποσους νοματαίους πως αντίστοιχος διαχωρισμός πρέπει να υφίσταται και στις σχέσεις κράτους – θρησκείας (όχι μόνο εκκλησίας). Όμως ας αφήσω στην απ' έξω το δεύτερο, δεν έφτασε η ώρα του ακόμα, όχι την δεδομένη χρονική στιγμή.
Θα επιμείνω σ’ ένα συνοπτικό ιστορικό του εκλιπόντος ιεράρχη κατά τη θητεία του, ελάχιστες στιγμές πριν την επικείμενη αγιοποίηση του, από κληρικούς και λαϊκούς.
Το 1998 ο Χ. διαδέχτηκε τον επί τριακονταετίας προκάτοχό του. Έχοντας αργήσει να μπει δυναμικά στο παιχνίδι επιρροής των «νέων» εκκλησιών μετά την πτώση του τείχους από το 1992, ο φιλόδοξος αρχιεπίσκοπος επικεντρώθηκε στην επανασύσταση του ποιμνίου του.
Μην ξεχνάμε πως η Ελλάδα τότε εξακολουθούσε να ζει στη μέθη του νεοπλουτισμού της Σοφοκλέους, της γκλαμουριάς των Lifestyle περιοδικών και την κακογουστιά των Ciao – Bravo θεαμάτων. Οι θαμώνες της εκκλησίες περιορίζονταν στις κλασικές κυράτζες με τους αγιασμούς και τα κομποσκοίνια.
Με φοβερή φόρμα και μια πρωτόγνωρη επικοινωνιακή τακτική για το μεσαιωνικό του οικοδόμημα, ο Χ. έδωσε την αφετηρία σε ένα άνευ προηγουμένου κάλεσμα – παιδομάζωμα των νέων προς την εκκλησία. Με φτηνή αλλά προσιτή φρασεολογία που έχει μείνει στην ιστορία, όπως «και εγώ σας πάω» ή «ελάτε όπως είστε», ο Χ. κατάφερε να τραβήξει την προσοχή όλων και να προαναγγείλει ένα «νέο ξεκίνημα» όπως ακριβώς συμβαίνει στον πολιτικό στίβο.
Μετά από τόσο καιρό, αποδείχθηκε πως τα πιτσιρίκια δεν τσίμπησαν και το μόνο που κατάφερε τελικά ο Χ. ήταν μια συντηρητική στροφή της κοινωνίας, ειδικά στο συγκεκριμένο target group.
Όμως δεν είχε σημασία. Ο φιλόδοξος ιεράρχης είχε επιτύχει με το καλημέρα να αναδειχθεί σε ένα τηλεοπτικό προϊόν. Τα ΜΜΕ τον θεοποίησαν. Γιατί βόλευε και γιατί πουλούσε. Κάθε του σχόλιο ή ατάκα έπαιζε καθημερινά στο prime time με αποτέλεσμα ο Χ. να βρίσκεται διαρκώς στην κορυφή των δημοφιλών προσώπων… της πολιτικής.
Βλέπετε, ο Χ. έπαιζε μια ομάδα μόνος του και σίγουρα εκτός συναγωνισμού. Έτσι σε κάθε δημοσκόπηση πολιτικών απόψεων, τον κολλούσαν από δίπλα και λόγω του ατσαλάκωτου της ιδιότητάς του, απολάμβανε ευρείας αποδοχής από το εκλογικό σώμα.
Τελικά, το «νέο ξεκίνημα» - επανάσταση αναλώθηκε σε αμφιβόλου αισθητικής ανέκδοτα και σιγοντάρισμα στην εκάστοτε επικαιρότητα. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις έγιναν εσωτερικά και το άνοιγμα προς την κοινωνία έμεινε εκεί, με τον Χ. ν’ απολαμβάνει το απόγειο της δημοτικότητας του.
Αυτή η κορυφή πιθανολογώ πως υπήρξε το κυρίως αίτιο για να ξεφύγει η κατάσταση. Ο χαϊδεμένος των δελτίων σταδιακά έβγαλε στόμα και έπειτα από σωρεία αχρωμάτιστων δηλώσεων, εμφανίστηκαν τα πρώτα σχόλια για θέματα που ουδέποτε απασχολούσαν την Εκκλησία, παρά την ήδη ουσιαστική παρεμβατικότητά της.
Ήταν τα πρώτα σημάδια πως ο εν λόγω θρησκευτικός ηγέτης είχε μπερδέψει τα μανουάλια με την π…ολιτική.
Ακολούθησε μια μακρά περίοδος όπου σε καθημερινή βάση, οι δηλώσεις του επί παντός επιστητού έδιναν και έπαιρναν. Από ένα σημείο και έπειτα, το φαινόμενο Χ. έδειχνε να ξεφτίζει. Η πλειοψηφία των παρεμβάσεών του χαρακτηρίζονταν αχρείαστες και δίχως περιεχόμενο, ακόμα και από τα πρεζόνια της ειδησεογραφίας.
Ευρισκόμενος σε μια καρέκλα (θρόνο;) που δύσκολα θα σκεφτόταν κάποιος πως θα μπορούσε να μην είναι συμπαθής, ο Χ. εξαιτίας του ασταμάτητου λόγου κατόρθωσε να γίνει αντιπαθής σε μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού, επώνυμου ή μη.
Ένα ζήτημα που μέχρι και αυτή την ώρα παραμένει taboo είναι τα οικονομικά της Εκκλησίας, από κάθε άποψη. Έτσι, είναι λιγότερο γνωστό ή διαδεδομένο πως οι Ιεροί πατέρες του τόπου εκτός από τα συνηθισμένα έσοδα, υπήρξαν διαρκείς δέκτες πακτωλού δραχμών και μετέπειτα ευρώ από τα διάφορα «προς εκμετάλλευση» κοινοτικά πακέτα. Ως η «μοναδική» θρησκεία στην ελληνική επικράτεια, τα πακέτα είχαν αποκλειστικό αποδέκτη τα Χριστιανορθόδοξα παγκάρια.
Όταν το ένδοξο έθνος μας εντάχθηκε στη ζώνη των χωρών της συνθήκης του Σέγκεν προέκυψε μια λεπτομέρεια. Που όπως αποδείχθηκε αργότερα αποτέλεσε το έναυσμα για μια δίχως προηγούμενο κοινωνική διαταραχή, ακόμα κι αν σήμερα φαντάζει σαν ένα κακόγουστο αστείο.
Μεταξύ άλλων, σε μια μικρή παράγραφο της συνθήκης σημειώνεται η ανάγκη για έκδοση νέου τύπου ταυτοτήτων σε όλες τις χώρες. Στις ταυτότητες αυτές προβλεπόταν η μη αναγραφή του θρησκεύματος. Βλέπετε, χωρίς την εμφάνιση του θρησκεύματος, είναι εξαιρετικά δύσκολο ως ακατόρθωτο να μετρήσεις τα κουκιά, τον αριθμό και την ποσόστωση των Χ.Ο. δηλαδή. Και χωρίς δεδομένα κινδυνεύεις βάσιμα να απολέσεις τα πακέτα. Και ναι, παρά τη μη δημοσιοποίηση των ποσών, μιλάμε για τρελά λεφτά!
Αρχικά με ένα κύμα διαδηλώσεων από ένα μάτσο θεουσών με τα πανό και τις ντουντούκες, μέχρι το σταδιακό σιγοντάρισμα της Αρχιεπισκοπής, έγινε κάτι πρωτοφανές στα παγκόσμια δεδομένα, τουλάχιστο στον Δυτικό κόσμο. Η κατά παράδοση συντηρητική θρησκευτική ηγεσία μίλησε με δυνατό (και κατά συνθήκη) αριστερό λόγο και έριξε στο τραπέζι το ζήτημα της κρατικής παρακολούθησης!
«Είσαι ένα τσιπάκι…»
Με το συμπάθιο, η πύρινη καταδίκη των επί της γης αντιπροσώπων του Θεού υπερκάλυπτε τις ντιρεκτίβες του Περισσού!
Τη συνέχεια λίγο πολύ την γνωρίζετε. Βγήκαν τα λάβαρα της Επανάστασης και κηρύχθηκε ο άγραφος πόλεμος μεταξύ Εκκλησίας και Κυβέρνησης που έμεινε στην ιστορία ως «Ζήτημα των ταυτοτήτων».
Μαζεύτηκαν ένα μύριο και πλέον υπογραφές, αριθμός ικανοποιητικός για να διεξαχθεί δημοψήφισμα. Όπως όμως συμβαίνει με κάθε θέμα που απασχολεί την «επικαιρότητα», κρατάει πολύ και ξεφουσκώνει αμέσως. Το Σ.τ.Ε. απέρριψε το αίτημα και η ιστορία έκλεισε μονομιάς. Δεν συνεχίστηκε. Ίσως να κάθισαν κάποιοι σ’ ένα τραπέζι και να έλυσαν τις διαφορές τους;
Θα βρεθεί ένας Χριστιανός και ίσως κάποτε το ανακαλύψουμε.
Το κακό είχε ήδη γίνει.
Έπειτα από καταιγισμό επί μέρους δηλώσεων το τοπίο ξεκαθάρισε. Ο "Αρχιεπίσκοπος που ήθελε να γίνει πολιτικός" τασσόταν εμφανώς και χωρίς προσχήματα προς τη δεξιά παράταξη. Ενώ παράλληλα ακουστήκαν οι πρώτες φωνές αντίδρασης από τις μη δεξιές παρατάξεις, κάνοντας αναφορές για διαχωρισμό της εκκλησίας. Υπό διαφορετικές συνθήκες ένα τέτοιο ζήτημα θα είχε αυτολογοκριθεί. Όμως τα δεδομένα είχαν αλλάξει.
Αριστερά κόμματα και αριστερίζοντες πολιτικοί έβγαλαν γλώσσα. Ο Χ. δεν ήταν στο απυρόβλητο. Η δημοτικότητά του άρχισε να πέφτει αισθητά και τα βίντεο με τις δηλώσεις του κούραζαν όλο και περισσότερο.
Τα πνεύματα ηρέμησαν σαφώς μετά την 7ή Μαρτίου 2004, με την διαδοχή της Δεξιάς στην εξουσία. Οπότε και έκλεισε μονομιάς ένας πολύχρονος κύκλος με δημόσιο κύρηγμα, έμεινε όμως το ρήγμα.
(Ούτε λέξη για μια παράταξη που χτίστηκε στα διεγερμένα Χριστιανορθόδοξα ήθη από ένα τσούρμο φασιστοειδή και μια χούφτα απόστρατους, καταφέρνοντας μάλιστα να εισαχθεί στην βουλή).
Θορυβώδη και διχαστικά περιστατικά που πήγαζαν από τον Χ. σημειώθηκαν καθ’ όλη τη θητεία του. Προσωπικά μ’ εκνεύριζαν, ίσως επειδή χρησιμοποιούσε την ισόβια ιδιότητά κάθε φορά ανάλογα με την θέση στην οποία βρισκόταν.
Ως πολιτική προσωπικότητα, θεωρούσα τον Χ. άνανδρο και δειλό. Ως θρησκευτικό ηγέτη, δεν είμαι άξιος να τον κρίνω.
Αυτό που πρέπει να επισημάνω είναι πως παρά την αρνητική εικόνα που μου πρόσδιδε, ο Χ. υπήρξε μια άκρως χαρισματική μορφή που πέρασε από τη δημόσια ζωή την τελευταία δεκαετία, ελλείψει ισχυρών φυσιογνωμιών στον πολιτικό χώρο.
Φυσικά, η όποια κριτική σταματάει στο άκουσμα της ανίατης ασθένειας. Εκεί διαφοροποιούνται όλα. Δεν υπάρχει περίπτωση να σχολιάσω το δικαίωμα που διατηρεί κανείς για τη ζωή.
Κακώς το έπραξαν μερικοί, εγώ δεν θα το κάνω ποτέ.
Μαιάμι και «Δελτία Υγείας του Χ.» δεν θ’ αναφερθούν εδώ.
Κλείνοντας, να εκφράσω τις έντονες ανησυχίες για τον συνεχιστή του. Δεν είμαι σίγουρος πως η σύγχρονη Ελλάδα θα μπορέσει να χωνέψει έναν δεύτερο Χ. στο καπάκι.
Τα δεδομένα έχουν μεταβληθεί. Η εξάρτηση στον γενικό χρηματιστηριακό δείκτη έχει αντικατασταθεί με το δείκτη των επιτοκίων των δανείων στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. «Νεόπτωχος» είναι ο νέος προσδιορισμός του νεοέλληνα. Τα φαντασμαγορικά show έδωσαν χώρο σε τηλεπαιχνίδια που τάζουν τρελά λεφτά, ενώ το χαρτί των illustration περιοδικών ανακυκλώθηκε σε κουπόνια του ΟΠΑΠ.
Αφήστε που η παντελής απουσία πολιτικού λόγου σήμερα μπορεί να αναδείξει οποιαδήποτε εμετική προσωπικότητα που ενδεχομένως είναι ικανή να ορθώσει το ανάστημα της στο σύστημα, να ανακαλύψει την ουσιαστική μας ψυχοσύνθεση και να πατήσει αψήφιστα για να πράξει σημεία και τέρατα.
Όπως και να έχει, ο διάδοχος του Χ. είναι βέβαιο πως θα αναλάβει έναν κόσμο όπου όλα λειτουργούν ρολόι, όμοια με τον τύπο στο σήριαλ του Mega.
Ελπίζω στην μη επανάληψη, το έργο έχει παιχτεί προσφάτως.

Ένα τραγούδι για το καλό ταξίδι στον Χ.
Τα αγνά μου συλλυπητήρια στους δικούς του.
Και μία ευχή για καλύτερο μέλλον.

Υ.Γ. Την Αστεία έννοια της ΟρθοΔοξίας σε επόμενο επεισόδιο.
Βιβλίο: Η Μάστιγα του Θεού - Μανώλης Βασιλάκης (εκδ. Γνώσεις, 2006)
Σελίδες 666! Πρώτη παρουσίαση στις 6/6/2006!
Μια τεκμηριωμένη πραγματεία για τον δημόσιο βίο του μέχρι πρόσφατα Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2008

Οι Βραδεμβούργειες Ροδακινιές


Μια παραβολή

Μια καταγγελία

Μια ειρωνική διάθεση

Μια ζωή μπροστά

Μια ανόητη αντίληψη

Αυτοτελές

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2008

So you think like you dance?


Με την πολιτική πόσο καιρό κάναμε να ασχοληθούμε ;

Σύντομα.

Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2008

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

Τα λεπτά στο Νταμπ Αντούμπα (το τέλος)

Miss Europa Disco Dancer / Wake up drunk and then fall over
Τα πάντα μαρτυρούσαν την άνιση μάχη που εξελίχθηκε.
Ζητάω ταπεινά συγνώμη. Ακόμη δεν είμαι σε θέση να σας περιγράψω την καταστροφή που αντικρίσαμε. Τίποτα δεν έμεινε όρθιο. Σμπαραλιάστηκαν τα πάντα και ξεκληρίστηκαν οι μισοί θαμώνες.
Η Ζωρζέτ έπαψε να μιλάει. Η Μπλανς άφησε ένα δάκρυ να παρασύρει την σκούρα μάσκαρα. Μονάχα το κύμα διατάρασσε την πένθιμη σιγή.
Μου έχει κοπεί απότομα το γέλιο άπειρες φορές. Ποτέ όμως με τόσο άδικο τρόπο.
Ξέραμε ακριβώς τι μας είχε χτυπήσει, ούτε λόγος.
Πως μπορέσαμε να αφήσουμε απροστάτευτο τέτοιο παράδεισο;
Ήμασταν οργισμένοι, ήμασταν λυπημένοι. Αλλά πάνω απ’ όλα αναλογιζόμασταν τις ευθύνες που μας αντιστοιχούσαν. Υπνωτισμένοι στα «εγώ» μας και την αδιάκοπη διασκέδαση, γιγαντώσαμε την ματαιοδοξία. Με αποτέλεσμα να καταρρεύσει και να μας θάψει στα συντρίμμια της.
Πολλές φορές δεν είναι καθ’ εαυτού τα γεγονότα που σε ισοπεδώνουν. Αλλά η διάθεση για αυτοκριτική. Και τη δεδομένη στιγμή μόνο η αυτοκριτική μας είχε μείνει.
Όσοι νοματαίοι τύχαμε να επιζήσουμε, μαζευτήκαμε και εγκατασταθήκαμε πρόχειρα στα μισογκρεμισμένα κτίρια. Σαν πιτσιρίκια που τόλμησαν να ξενυχτήσουν και στάλθηκαν στα κρεβάτια τους κατσαδιασμένα. Αποφεύγαμε να χαζεύουμε τα πειστήρια του μένους που προηγήθηκε. Κανείς μας δεν τολμούσε να αμβλύνει τον ανθρώπινο πόνο που μας είχε κυριεύσει. Ούτε φωτιά ανάψαμε καθώς ο ένας μετά τον άλλο έκλεινε τα μάτια. Στην απελπισμένη τους προσπάθεια να ξυπνήσουν το επόμενο πρωί και να αποδειχθούν όλα ένα κακόγουστο εφιαλτικό αστείο.
Στα ξαφνικά μας βρήκε.
Όπως με την αντίσταση σε μία λάμπα. Τσαφ! Και παραδίνεσαι στο σκοτάδι.
Παρατηρούσα τον Μπεν να πηγαινοέρχεται στην προσπάθεια να εκτονώσει τα νεύρα του. Σε ανύποπτο χρόνο μας άφησε και κατηφόρισε για το αγαπημένο του μπαλκόνι στο εστιατόριο.
Όταν αποκοιμήθηκαν οι κοπέλες τον ακολούθησα.
«Άσε με Πόθ. Άσε με», επαναλάμβανε κοφτά και έκανε να φύγει για να μην τον πετύχω φορτισμένο.
«Τι έγινε;» προσπαθούσα να ψελλίσω, όμως οι λέξεις δεν είχαν το κουράγιο να φτάσουν μέχρι αυτόν.
Σκαρφαλώσαμε το περβάζι και καθίσαμε αγκαλιάζοντας τα γόνατα, με τις πλάτες γυρισμένες, αγναντεύοντας το απέραντο μαύρο. Δίχως ηθικό, επικοινωνούσαμε δια της σιωπής.
Πέρασε τόσος χρόνος ώστε να ξεχάσουμε που βρισκόμασταν.
«Αν ήσουν στον πάγκο σου, τι θα μου έφτιαχνες για να με γιατρέψεις;» ρώτησα, δεν ξέρω γιατί, πιθανόν από αμηχανία.
«Ρούμι… με βασιλικό», είπε βιαστικά για να δείξει πως δεν με αγνοεί.
«Το έχεις δοκιμάσει Μπεν;»
«Όχι. Αλλά στην κατάστασή σου, θα το έπινες…» προσπάθησε να γελάσει.
«Μου κάνει… άσπρο πάτο», δέχτηκα.
«Ενώ εσύ; Τι βιβλίο θα μου πρότεινες για να απαλύνω τον πόνο»
«Μισό λεπτό…», προανήγγειλα, περισσότερο για να καταλήξω σε τίτλο που θα του έδινε κουράγιο. Δεν θα του έλεγα κάτι που είχε ήδη διαβάσει. Θα προτιμούσα έναν τίτλο που θα τον τραβούσε. Έτσι κατέληξα:
«Ένα βιβλίο έχω. Παρ’ το και φύγε. Μαρσέλ Προυστ… ο Ξανακερδισμένος Χρόνος…»
«Δεν έχω την παραμικρή ιδέα. Αλλά εσύ θα το διάβαζες…»
Ανόητες κουβέντες.
Βλέπετε, καθημερινά στα μαγαζιά μας ερχόμαστε σε επαφή με κόσμο. Αν δεν ψάχνουν κάτι εξαιρετικά συγκεκριμένο, θα ήθελαν να τους δώσουμε εμείς την λύση. Ακόμη κι αν δεν είχαμε την παραμικρή υποψία, στηριζόντουσαν πάνω μας για να δικαιολογηθούν. Είτε τους πρότεινα βιβλίο, είτε ο Μπεν τους έβαζε ποτό, εκείνοι αναζητούσαν σε εμάς την καβάντζα για την επιλογή τους, ασχέτως αν τους έβγαινε ή όχι. Εμείς προτείνουμε, εκείνοι αποφασίζουν και μας επιστρέφουν την ευθύνη.
Έτσι μέσα στη νύχτα και την απελπισία μας, ανταλλάσαμε «καβάντζες», για θεωρητικές επιλογές που ενδεχομένως να μας ντόπαραν ψυχολογικά.
Περίμενα να δεχθεί την υποθετική μου πρόταση και να τον αφήσω για να επιστρέψω με τους υπόλοιπους. Δεν απάντησε αμέσως. Σε αντίθεση μ’ εμένα, το επεξεργάστηκε. Άλλη μια ένδειξη πως το βιβλίο απαιτεί σχολαστικότερο σερβίρισμα!
Miss Europa Disco Dancer / Feel the drug of your persona
Η παύση πρόδιδε προβληματισμό.
«Δηλαδή; Τι θέλει να σου πει;» αναρωτήθηκε..
«Ξέρω ‘γω. Αλληγορία είναι…»
«Αυτό είναι! Θα το πάρω!», παλάβωσε.
«Τι εννοείς;» απόρησα.
«Αν πεισμώσαμε προηγουμένως και δεν εγκαταλείψαμε το νησί, το πράξαμε επειδή μαχόμασταν να παγώσουμε τις στιγμές».
«Σαφώς, αλλά τώρα τις χάσαμε ανεπιστρεπτί…»
«Μέγα Λάθος! Ο χρόνος που έφυγε… υπάρχει ακόμα. Αρκεί να τον ξανακερδίσουμε».
«Τι εννοείς Μπεν; Δεν είμαι σε θέση να σε ακολουθήσω».
«Στα παπ@ρια μου τι έγραψε ο Προυστ. Μου αρκεί η διατύπωση!»
«Αααντέεε… Πέσε για ύπνο φιλαράκι. Τα λέμε αύριο…»
«Σταμάτα! Είναι απλό. Ο χρόνος που χάσαμε πρόκειται για ευτυχισμένες στιγμές. Που προέρχονται από εικόνες. Αν πετύχουμε να φτιάξουμε εκ νέου εκείνες τις εικόνες, θα ζήσουμε τις χαμένες στιγμές και έπειτα θα φτάσουμε στον χρόνο πριν τον Αλμπάσκα! Στον ξανακερδισμένο χρόνο!»
Αυτό το παιδί. Όσα κοινά και να είχαμε, πάντα θα προέκυπταν οι διαφορές για να μας θυμίζουν πως ανήκουμε σε διαφορετικές ράτσες.
«Τόση αισιοδοξία αγαπητέ; Όλα καταστράφηκαν! Πες πως έχεις δίκιο. Μαζί σου. Είναι αδύνατο να ξαναχτίσουμε τον κόσμο του Miss Europa!»
Σε αντίθεση μ’ εμένα, ο Μπεν ουδέποτε απογοητευόταν.
«Ας το επάνω μου…» επέμεινε όπως το είχα κάνει κάποτε με αφέλεια.
Δίχως το κουράγιο να σιγοντάρω τις υπέρμετρες φιλοδοξίες του, τον άφησα και αποκοιμήθηκα, σε μια προσπάθεια να αποβάλω την ένταση από το σοκ που είχαμε ζήσει νωρίτερα.

Ουδέποτε στο Νταμπ Αντούμπα ακολουθούσαν όλοι το ίδιο πρόγραμμα. Τα δεδομένα είχαν αλλάξει. Ζωντανοί νεκροί, εξήλθαμε των κτιρίων μήπως και είχε διαφοροποιηθεί θετικά κάτι.
Μάταια. Δυστυχώς τα πάντα επιβεβαίωναν την πραγματικότητα.
Ένα μόνο χαμόγελο περιφερόταν στην λευκή άμμο και εκείνο ήταν προσκολλημένο στον Μπεν. Μας κάλεσε προς το μέρος του. Μόλις μαζευτήκαμε, ήταν αποφασισμένος να μας ανακοινώσει τι ακριβώς επεξεργαζόταν κατά τη διάρκεια που είχαμε πέσει σε λήθαργο.
«Φίλτατοι. Λατρεμένες καρικατούρες των ονείρων μου. Δεν αξίζει να πέφτετε. Ένα πράγμα που δεν χρειάστηκε να με ρωτήσετε μέχρι τώρα… είναι πως είμαι Νίντζα»!
Α, ρε Μπεν!
Μερικές φορές, υπάρχουν πράγματα σε μια φιλία που πρέπει να διατηρούνται ανέπαφα. Για να μην διαταράσσεται η μαγεία!
«Δεν είμαι αφελής. Είμαι Νίντζα! Είμαστε λίγοι, η αλήθεια να λέγεται. Όμως πάντα, όπου κι αν βρεθούμε, καταφέρνουμε να επικοινωνούμε. Να σπεύδουμε να βοηθήσουμε τα’ αδέλφια μας. Από αλληλεγγύη όταν μας χρειαστούν»!
Χαζέψαμε!
«Πάντα έτσι γίνεται όταν το ανακοινώνω. Μην παραξενεύεστε. Οι Νίντζα υπάρχουν παντού. Έτσι, χτες το βράδυ κάλεσα όλους τους Νίντζα της Καραϊβικής, γνωστούς και ως Μαύρους Σαμουράι! Αν πήραν το μήνυμά μου, φτάνουν στο νησί σύντομα».
«Παίζεις με τον πόνο μας;» διαμαρτυρηθήκαν.
«Καθόλου. Να ‘τοι!» απάντησε και έδειξε μερικά φουσκωτά που κατευθυνόντουσαν προς την ακτή!
Σαν κανονική απόβαση, οι βάρκες σύρθηκαν στην παραλία και ένα τσούρμο μαυροντυμένοι τύποι άρχισαν να πηδάνε πάνω κάτω σαν τις ακρίδες. Ντυμένοι στα μαύρα, έμοιαζαν όπως και οι συνάδελφοί τους στις βιντεοκασέτες. Με τη διαφορά πως, λόγω της καταγωγής τους, τους ήταν αδιανόητο να κουρέψουν τα κοτσιδάκια. Ήταν κανονικοί Νίντζα με dreadlocks!
Πλησίασα με τρόπο το φίλο μου.
«Δε μου λες; Είναι τίποτα σόι ή… μπα».
«Οι καλύτεροι», εκμυστηρεύτηκε.
«Δηλαδή… δεν το ξέρω το συνάφι σας… έχουν πολλά – πως τα λέτε- Νταν;»
«Άσε μας ρε Πόθ. Ναι, έχουν πολλά. Γειά Χαρά Νταν!»
Γύρισε στους επιζώντες και τους έθεσε ένα δίλλημα.
«Οι Μαύροι Σαμουράι είναι η σωτηρία που ψάχνουμε. Είτε μας πάνε σε ασφαλές μέρος και ανεβαίνουμε στο πρώτο αεροπλάνο για τα σπίτια μας. Είτε μας βοηθάνε να στήσουμε το Miss Europa όπως το αγαπήσαμε. Η επιλογή δική σας…»
Οι εξελίξεις ομολογώ ήταν πιο απότομες από τον τυφώνα. Έπρεπε να διαλέξουμε ξαφνικά, ενώ τον Αλμπάσκα τον βλέπαμε αργά και βασανιστικά.
Κάποιοι ξεκίνησαν να κινούνται προς τις βάρκες και σιγά σιγά οι υπόλοιποι ακολουθούσαν μπουλούκι. Μαζί και οι κοπέλες μας.
Δίστασα να κάνω το βήμα. Αισθανόμουν περίεργα. Διαφωνούσα από την αρχή με τον Μπεν. Δεν το στήριξα. Έβλεπα το πλήθος να φεύγει και έριχνα ματιές στην διαφαινόμενη απογοήτευση στο πρόσωπό του.
Μ’ έπιασε μια κρίση συνείδησης. Δεν θα άλλαζε κάτι αν δοκιμάζαμε την τρέλα που μου παρουσίασε αποβραδίς. Εξάλλου από όμοιες σκέψεις έχει επιτύχει ο άνθρωπος να εξελιχθεί. Να χαρτογραφήσει τον κόσμο. Να διευκολύνει την ζωή του. Να βρεθεί στο διάστημα. Από μια τρέλα
Θα μπορούσε η θεωρία του Μπεν να μας οδηγήσει πράγματι στον Ξανακερδισμένο Χρόνο, όπως εκείνος τον είχε αντιληφθεί;
Έπρεπε να μάθουμε. Όμως πρώτα έπρεπε να σταματήσω την εύκολη φυγή. Ιδέα δεν είχα πως θα τους σταματούσα. Ψυχολογία των μαζών. Αν κάτι μοιραζόμασταν εξίσου στο Νταμπ Αντούμπα, αυτό ήταν το επαναλαμβανόμενο κομμάτι.
«Miss Europa Disco Dancer / Favorite son and favorite daughter», σιγοτραγουδούσα τους στίχους.
Έπιασε!
Ο ένας μετά τον άλλο, αντέστρεφε την πορεία του και συνέκλινε προς το κουβούκλιο του DJ όπου είχε παραμείνει ο Μπεν, παρακολουθώντας τις εξελίξεις.
«Τελικά, είστε μαζί μου ;;;» αποκρίθηκε με σθεναρή φωνή.
«Braindead Motherfuckers! Braindead Motherfuckers!» παραληρήσαμε!

Ζήτω ο Ξανακερδισμένος Χρόνος!
Όχι του Προυστ. Του Μπεν!
Όλοι βοηθήσαμε τους Μαύρους Σαμουράι που μόλις σ’ ένα εικοσιτετράωρο είχαν επιδιορθώσει τα πάντα, καθιστώντας το Miss Europa λειτουργικό και πιο γυαλισμένο από ποτέ. Βρεθήκαμε ξανά στην καρδιά της επανάστασης, στο κουβούκλιο.
Ο Μπεν από το πόστο του, φανερά καταβεβλημένος από την προσπάθεια, προέβη στο καταστατικό της νέας εποχής.
«Απόκληροι της καθημερινότητας, συγκεντρωθήκαμε εδώ για να δηλώσουμε παρών. Στον αγώνα μας να ανακτήσουμε ξανά τα κεκτημένα του χρόνου που μας είχαν κλέψει δίχως επιλογή. Να αποδείξουμε πως είμαστε ικανοί να επαναφέρουμε στη ζωή μας τα λεπτά του Νταμπ Αντούμπα. Με κάθε επισημότητα, έχω την τιμή να σας αναγγείλω πως από την στιγμή ετούτη σας καθιστώ συναγωνιστές και πολίτες… της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ξανακερδισμένου Χρόνου»!
Ο τυφώνας είχε σκορπίσει την σημαία από τον ιστό. Νέα αρχή, νέα σύμβολα σκέφτηκα. Μάζεψα ένα κίτρινο λουλουδάτο παρεό που είχε ξεβράσει η θάλασσα και με αργές κινήσεις το ύψωσα στην νέα του θέση!
Υποσχεθήκαμε.
Πως για να διατηρήσουμε τον χρόνο ανέπαφο στην φθορά, έπρεπε να τον πολεμήσουμε. Να συγκρουστούμε με αυτόν, σε μια μάχη που κανείς δεν κατάφερε να επικρατήσει.
Καταλήξαμε πως θα αγωνιστούμε μέχρι τελικής πτώσης. Δεχτήκαμε πως ο χρόνος μπορεί να είναι μια κατάσταση του μυαλού και μόνο. Δείγμα που πετύχαμε να επιστρέψουμε στον Ξανακερδισμένο Χρόνο!
Έτσι, δίχως ανεκτικότητα απαγορεύτηκε η οποιαδήποτε αναφορά σ’ αυτόν. Ποτέ ξανά! Από την καθομιλουμένη φρασεολογία όπως «σε λίγο», «μισό λεπτό» έως τους χρονικούς προσδιορισμούς όπως «τέλος» ή «αρχή».
Συμβιβαστήκαμε σε κάτι πολύ δύσκολο. Μια εξωπραγματική παραδοχή που ουδέποτε τόλμησε άνθρωπος στο πέρασμά του. Όποιος δεν θα το αποδεχόταν, δεν είχε θέση στο νησί. Αυτή ήταν η συμφωνία, με τον ξύλινο μόλο να βρίσκεται μόνιμα ανοικτός σε αφίξεις και σε αναχωρήσεις.
Μοναδική εξαίρεση, το «πάντα» και το «ποτέ».
Άκρως σαλεμένο. Μας αρκούσε που το επιχειρούσαμε!
Δεν επικεντρωνόμασταν στο τελικό αποτέλεσμα, αλλά στην προσπάθεια, όπου και αν μας οδηγούσε!
Συγκεντρώσαμε οτιδήποτε πρόδιδε το πέρασμα του χρόνου και το κατέγραφε. Ρολόγια, ημερολόγια, τηλέφωνα… τα πάντα στην πυρά!
Τα μαζέψαμε σε ένα μεγάλο σωρό στην παραλία και ανάψαμε φωτιά, αποχαιρετώντας τα φουσκωτά με τους μυστήριους Νίντζα.
«Στην αιωνιότητα», βροντοφωνάξαμε άπαντες και ο Μπεν πάτησε το κουμπί.
Miss Europa Disco Dancer
Η μουσική άρχισε ξανά, δίχως τελειωμό!
Ξεχυθήκαμε στις παλιές μας συνήθειες. Δίχως περιορισμούς και ωράρια. Τα λεπτά έπαψαν να μας απασχολούν όπως πριν. Αγνοούσαμε τι σηματοδοτούσε το ηλιοβασίλεμα και υπνωτισμένοι, απολαμβάναμε χωρίς το άγχος του χρονικού περιορισμού!

Κόσμος ερχόταν για να γνωρίσει από κοντά την ιδιαιτερότητα του νησιού δίχως χρόνο. Πόσο παρέμενε κανένας δεν θυμόταν, γιατί κανένας δεν καθόταν να μετρήσει.
Μέρες, εβδομάδες, μήνες, δεν είχε σημασία.
Ήταν γνωστό εκ των προτέρων.
Εφόσον μπορούσες να ανεχθείς έναν κόσμο που εθελοτυφλούσε στο πέρασμα του χρόνου, έμενες για πάντα!
Πολύ αργότερα διαπίστωσα πως την βγάλαμε έτσι για ένα εξάμηνο!
Έξι μήνες με την ίδια ένταση, το ίδιο πάθος, τις ίδιες γυναίκες!
Και σίγουρα, έξι μήνες με το ίδιο τραγούδι. Συνέχεια!
Ξέρω, δεν είναι ότι λογικότερο έχετε ακούσει. Μπορεί να αμφισβητείτε την ειλικρίνεια των λεγομένων μου. Πιθανόν και την ψυχική μου υγεία.
Θα ήθελα να αναλογιστείτε μήπως πρόκειται για παθολογική ζήλεια!
Ο Μπεν ως κυβερνήτης πλέον, απέκτησε το δικό του δωμάτιο και παρά τα αντίθετα προγράμματα βρισκόμασταν τακτικά, ας πούμε κάθε μέρα.
Μπορεί επί της ουσίας τον χρόνο να μην νικήσαμε, αλλά διαπιστώσαμε πως καταφέραμε να του επιφέρουμε σημαντικό πλήγμα γοήτρου!
Με τα στοιχεία της φύσης διατηρούσαμε κάποιες εκκρεμότητες…
Ένα πρωινό εμφανίστηκαν ξανά οι Μαύροι Σαμουράι.
Ακόμα δεν κατάλαβα για τους ονόμασαν έτσι αφού ήταν Νίντζα. Αλλά δεν με αφορά γιατί ο Μπεν θα πάρει ανάποδες ξανά και θα μου την πει… (κλείνει το θέμα).
Έφτασαν στο νησί αιρούμενοι σε ελικόπτερα.
Με συνοπτικές διαδικασίες μας οδήγησαν στην παραλία.
Τα μαντάτα ήταν άσχημα.
Ο χρόνος φαινόταν σταθερός, το κλίμα ήταν αυτό που είχε αποκλίνει.
Ένας νέος τυφώνας με την ονομασία «Ματίνα» στόχευε στα μικρά νησάκια. Όχι απλά, τα έπαιρνε και τα σήκωνε. Τα έσβηνε από τον χάρτη. Κυριολεκτικά!
Έτσι, οι Νίντζα που γνώριζαν τις αντιλήψεις περί χρόνου, δεν μπήκαν στο κόπο να μας προειδοποιήσουν. Ήρθαν κατευθείαν λίγο πριν το μοιραίο. Να μας απομακρύνουν μια και καλή.
Άλλους με το μαλακό, άλλους με το ζόρι, μας φόρτωσαν σαν τα ζώα και απογειωθήκαμε. Αποκάλυψη Τώρα!
Χωρίς την δυνατότητα ελιγμών και επιλογής, με μια κυκλική πορεία γύρω από το Νταμπ Αντούμπα μας δόθηκε εκείνο το «τελευταίο λεπτό» για να το αποθανατίσουμε. Να σκαλίσουμε το τοτέμ…
Γνωρίζαμε πως έφτασε το τέλος. Καθόλου δεν μας πήρε από κάτω. Ήμασταν περήφανοι για ότι είχαμε καταφέρει. Οι πάντες.
Η θάλασσα έγλυφε τις ακτές ολόγυρα. Το νερό κατέκλυζε τα ανακαινισμένα δωμάτια του πάλαι ποτέ Miss Europa. Ο ιστός με το κίτρινο παρεό ήταν ότι έμεινε στεγνό.
Παρά τον θόρυβο από τους έλικες, ένας ήχος διαπερνούσε τα τύμπανα.
Ακούστηκε τρεις φορές.
«Φιπιάααα, φιπιάααα, φιπιάααα»
Και το ηδονικό νησί βυθίστηκε στο βασίλειο της ράστα Ποσειδωνίας.

Μην ψάχνετε να εντοπίσετε το Νταμπ Αντούμπα στον χάρτη. Πάει καιρός που εξαφανίστηκε. Μάταια προσπαθείτε.
Σας το λέμε ο Μπεν κι εγώ, δηλαδή.
Είχαμε γίνει μάρτυρες του τελευταίου ασπασμού.
Τα ελικόπτερα φίμωναν της φωνές, αλλά το καταλάβαινες. Όσοι το είχαν ζήσει παρέμεναν χαρούμενοι. Κουνούσαν το μαντίλι και δεν χρειαζόταν να διαβάζεις χείλια για τις σιωπηλές λέξεις που χανόντουσαν.
Miss Europa Disco Dancer / I’m in heaven when I see you
Αποδίδοντας τον απαραίτητο φόρο τιμής που του άρμοζε.
Τι έμεινε απ’ όλα τα παραπάνω;
Το CD!
Όταν ο Μπεν μου ζήτησε να ανατρέξω στα χρονικά εκείνων των διακοπών, δεν δίστασα ούτε στιγμή. Άνοιξα το λευκό σεντόνι και δίχως σκέψεις πέραν των συναισθημάτων, έδωσα τον καλύτερο μου εαυτό. Ώστε να καταγράψω όσα μας μάγεψαν, όσα μας άλλαξαν και όσα αξίζει να θυμόμαστε.
Δεν υπήρχε λόγος.
Έκτοτε, κάθε φορά που ακούμε τον ύμνο της ευδαιμονίας, ο οργανισμός μας αντιδρά. Τα χέρια τρέμουν, τα μάγουλα σφίγγουν και αν είστε παρατηρητικοί ίσως διακρίνετε ένα ευτυχισμένο δάκρυ που αδυνατεί να κυλήσει.
Γιατί περάσαμε τέλεια, γιατί περάσαμε γαμ@τα!

Υ.Γ. Μια μικρή σκόπιμη παράλειψη. Η Μπλανς και η Ζωρζέτ. Αλλά πιθανόν να το γνωρίζατε και νωρίτερα:
Πείτε μου εσείς μια καλοκαιρινή σχέση που κράτησε έπειτα από τις πρώτες ψιχάλες του φθινοπώρου!

ΤΕΛΟΣ
(για εσάς - για εμάς μια νέα αρχή)
Στον Μπεν.
Για τις γιορτές στο τέλος του 7.
Για το κοντινό πριν και το προσεχές μετά.

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2008

Τα λεπτά στο Νταμπ Αντούμπα (το δυο)

Yes you're spinning, it feels so good
Ακολουθήσαμε και χαρτογραφήσαμε τα σανιδωμένα μονοπάτια. Φορώντας βερμουδικό και πουκαμισάκι μπαχαμέζικο κοντοσταθήκαμε σ’ ένα σταυροδρόμι. Ένας γραμμωμένος τύπος μας εξήγησε πως οι εργένηδες πάνε στην ανατολή και οι ζευγαρωμένοι στην δύση. Είχε μια θεωρία που έβγαζε σε λογικά συμπεράσματα, αλλά εκείνη την ώρα, ελάχιστα συγκροτήσαμε μέσα στον χαμό.
Η ίδια ντίσκο έπαιζε ασταμάτητα. Ξανά και ξανά, κολλούσε στο πετσί σου και πριν προλάβεις να το συνειδητοποιήσεις είχε γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του DNA. Μόλις ελάχιστες ώρες είχαν περάσει και με την παραμικρή αφορμή, διακόπταμε την βόλτα μας και κοιτώντας προς τον ουρανό, λικνιζόμασταν όπως και οι υπόλοιποι δίπλα. Δύσκολο να το κατανοήσει κάποιος από την πολυθρόνα του. Έπρεπε να βρίσκεστε εκεί για να κατανοήσετε την ιδιάζουσα συμπεριφορά μας στο νέο μας περιβάλλον.
Δυνατός ήλιος, καθαρός αέρας και άπλετος ωκεανός. Φάτσες εύθυμες και άπειρες επιλογές για να σκοτώσουμε τον διαφεύγων χρόνο. Κοιταχθήκαμε και δώσαμε την υπόσχεση να σπαταλήσουμε κάθε λεπτό ύπαρξής μας σ’ εκείνο το νησί της επαγγελίας με τον πλέον εποικοδομητικό τρόπο.
Θα αφήναμε απλά ένα λεπτό στο τέλος. Για να χαράξουμε στο τοτέμ των αναμνήσεων όλες αυτές τις μοναδικές στιγμές που επρόκειτο να βιώσουμε, ώστε να καταφέρουμε να τις κουβαλήσουμε για το υπολειπόμενο της ζωής μας.
It's poetry, sheer poetry.
Η μουσική ολόγυρα δίχως διακοπή. Ένα soundtrack, στο αποκορύφωμα του «χορού της ζωής».
Μετανιώσαμε που φτάσαμε στο Miss Europa χωρίς ταίρι. Που την δεδομένη στιγμή θα μας εκτόξευε στο απόγειο της ευτυχίας μας. Πεζό, όμως τόσο πραγματικό.
Οτιδήποτε αντιλαμβανόσουν στο Νταμπ Αντούμπα, σε ωθούσε προς το ζευγάρωμα. Οι σειρήνες καλούσαν.
Αποδεχθήκαμε πως οι αληθινές διακοπές, πέραν του χώρου, σχετίζονται και με τον χρόνο. Ο Μπεν έδειχνε ταλαιπωρημένος από την κούραση της νύχτας. Εγώ πάλι, έδειχνα κουρασμένος από το ταλαίπωρο πρωινό ξύπνημα.
Επομένως, χωρίς παρεξήγηση αποδεχτήκαμε τα αποθυμένα της καθημερινότητας και αποφασίσαμε να τραβήξει ο καθένας τον δικό του ονειρεμένο δρόμο.
Ο Μπεν εκμεταλλευόταν στο έπακρο το ζωντανό πρωινό φως από το ξημέρωμα. Άρχιζε με διαλογισμό, έπαιρνε παραμάσχαλα την σανίδα και κοντραριζόταν με τον άνεμο για να καταλήξει στο μπαράκι της ακτής. Έκανε τη φιγούρα του και επιστρατεύοντας τα επικοινωνιακά του χαρίσματα, έδινε την έναρξη σ’ ένα ασταμάτητο πανηγύρι.
Από την άλλη… αξιοποιούσα κάθε βραδιά. Έλιωνα με ποτά που δεν μπρούσα καν να προφέρω την ονομασία τους. Αναζητούσα ακροατήριο για να φιλοσοφήσω άσκοπα υπό τους τρεμουλιαστούς ντιζαινάτους πυρσούς. Τέλος, ανέμενα την αυγή για να κλείσω τον κύκλο μου.
Μέναμε θεωρητικά στο ίδιο δωμάτιο που χρησιμοποιούσαμε μόνο για ύπνο. Τα προγράμματά μας ήταν τέτοια που δεν ταυτίζονταν καθόλου. Έτσι δεν συναντηθήκαμε στα κοντινά κρεβάτια μας . Ως σημείο συνάντησης και απολογισμού ορίστηκε το υπερυψωμένο ρεστοράν στα Δυτικά. Εκεί, άλλος για «πρωινό» άλλος για «δείπνο» βρισκόμασταν για τον ημερήσιο απολογισμό και για να μετρήσουμε τις δυνάμεις μας.
Μέχρι το ηλιοβασίλεμα. Αλήθεια, από εκείνο το αίθριο συνειδητοποιείς πως η λέξη «μαγευτικό» ξοδεύεται άδικα δίχως να εναρμονιστεί με το θέαμα που αντίκριζες.
Το ροζ γινόταν μωβ, που γινόταν κόκκινο, που αποκτούσε πορτοκαλί χροιά καθώς παραδινόταν στο σκοτάδι. Δύσκολο να φανταστώ πως μια τέτοια εναλλαγή θα μπορούσε να σε κάνει ευάλωτο με μια απλή ματιά.
Δεν άργησε η στιγμή που εντοπίσαμε τις αδελφές ψυχές.
Η Μπλανς έδειχνε θεοκόμματος! Με αριστοκρατική φινέτσα και προσεγμένο ντύσιμο, συνόδευε τον Μπεν σε κάθε του βήμα. Δεν μιλούσε, ενώ αν το έκανε οι λέξεις έβγαιναν σοβαρές και μετρημένες, όχι παραπέρα από τα αιχμηρά της σκουλαρίκια. Έτσι δεν έτυχε να την ψυχολογήσω αρκετά. Δεν χρειαζόταν, ο Μπεν την κοίταζε στα μάτια και καταλάβαινε την κάθε της σκέψη.
Μακάρι να γινόταν το ίδιο και με την δικιά μου!
Γλώσσα δεν μάζευε. Η σπαστή ερεθιστική της προφορά έπαυε να υφίσταται μετά από ένα δεκάλεπτο. Αν μπορούσες να πιάσεις ότι εκτόξευε η τζαζεμένη Ζωρζέτ έβγαζες νόημα. Όταν προλάβαινες… Η γαζέλα που είχα την τιμή να φιλάω συνεχώς για να μη μας κάνουν παρατήρηση ήταν μιγάδα. Μισή από τη Γουαδελούπη και μισή δική μου!
Γαλλίδες και οι δυο, δυσκολευόμασταν στην απόδοση. Όμως όπως ωρύεται διαρκώς μια άλλη ψυχή:
«Τι είναι τελικά η επικοινωνία μας με το άλλο φύλο;
Μια στοιχειώδη κατανόηση για να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις!»
Ευχή όλων να μένουμε έτσι για πάντα. Τα πρόσωπά μας έλαμπαν, όχι εξαιτίας του παραπανίσιου αντηλιακού. Υπήρχε κάτι ακόμα. Που φοβόμασταν να ορίσουμε και ξορκίζαμε να μην μας εγκαταλείψει.
Για το τι είναι η ατόφια ευτυχία, πολλά μπορούν να γραφτούν.
Μέχρι εκείνο το σημείο τα πηγαίναμε καλά. Και τότε και νωρίτερα. Μια ρημάδα απορία με ενοχλούσε αλλά δίσταζα να τη αφήσω να κυκλοφορήσει ανεξέλεγκτα. Πιθανότατα να την είχε και ο Μπεν, αλλά κανένας δεν τολμούσε να την πετάξει στο τραπέζι.
Το «μετά»! Αυτό το γ@μημένο «μετά».
Miss Europa Disco Dancer / Brutally becomes a no hoper
Στις αγκαλιές των Μπλανς και Ζωρζέτ, χτυπήσαμε φλέβα.
Άντε πριν το «αντίο» να τις πείσεις να σε ακολουθήσουν στο γκασμαδονήσι.
Πείτε μας εσείς τι θα γινόντουσαν τέτοια εργαλεία;
Να σας πω εγώ;
Αργά ή γρήγορα θα μαράζωναν. Το γνωρίζαμε καλά, να το επεξεργαστούμε δεν θέλαμε. Έτσι ο χρόνος κυλούσε μακριά από μίζερους ορθολογισμούς.
Ζούσαμε σ’ ένα αληθινό ψέμα, όσο κρατούσε.
Δεν έχω την παραμικρή υποψία σχετικά με το τι θα γινόταν εάν όλα εξελίσσονταν κανονικά. Μάλλον ένα πικρό φινάλε;
Έλα ντε!
Miss Europa Disco Dancer / Had you luck and had your chances
Εφόσον περιφερόμασταν στην ψευδαίσθηση του ιδανικού, οποιοδήποτε αλλοπρόσαλλο γεγονός φάνταζε ευπρόσδεκτο.
Μέρες ολόκληρες και η μουσική δεν έπαυσε να επαναλαμβάνεται.
Μέχρι εκείνο το απόγευμα…
Καθίσαμε και ακούγαμε άλλο ένα παραλήρημα της Ζωρζέτ να ανακλά στα σκουλαρίκια της Μπλανς. Έως που σε μια στιγμιαία παύση της, δεν ακουγόταν τίποτα. Πλήρης σιγή στα ηχεία.
Δεν κράτησε πολύ. Τα χορευτικά σταμάτησαν και όλοι κοιταζόμασταν.
«Ladies and gentlemen», είπε μια φωνή με αποικιακή χροιά.
Για να μην χάσει στην μετάφραση, θα σας κάνω το ψυχικό να σας το αποδώσω στη σωστή του διάσταση:
«Αγαπητοί προσκεκλημένοι του Νταμπ Αντούμπα. Σε λίγες ώρες θα πρέπει να εγκαταλείψετε το λατρεμένο μας νησί. Θα σας πρότεινα να βιαστείτε. Το λέω αυτό διότι πνέει προς την περιοχή ένας πανίσχυρος τυφώνας. Ονομάζεται Αλμπάσκας και δεν ενδέχεται… είναι σίγουρο… θα πλήξει τις εγκαταστάσεις μας! Ποιος ξέρει; Μπορεί να πεθάνετε… μπορεί και όχι. Για καθαρά νομικούς λόγους… είμαστε υποχρεωμένοι να συμβουλέψουμε να εξαφανιστείτε… τώρα! Τα πλοιάρια περιμένουν στο μόλο. Δεν θα μείνουν για πολύ, γι’ αυτό σας συνιστούμε να τα μαζέψετε και να ξεκουμπιστείτε. Είπα… τώρα! Γιατί διαφορετικά… αλίμονό σας… γιατί μετά θα είναι πολύ αργά! Τελευταία ειδοποίηση. Από την διεύθυνση. Ευχαριστώ πολύ. Συγνώμη για την αναστάτωση. Συνεχίζουμε κανονικά».
Μάλιστα! Εντάξει, όλα μέσα στο πρόγραμμα είναι. Μας έκανε εντύπωση πως παρά την καταστροφολογία της φωνής, ελάχιστοι πανικοβλήθηκαν και έτρεχαν προς τα πλοιάρια. Κάτι τσαρτεροτσόλια μονάχα. Όλοι οι υπόλοιποι τον χαβά τους κι εμείς από δίπλα.
Κοίταξα τον Μπεν με περιέργεια. Δεν είχα καμία ιδέα. Εκείνος ήταν αποφασισμένος:
«Δεν το κουνάω από εδώ!»
«Καλά λες. Ούτε βήμα», συμφώνησα.
«Κοίταξε τες Πόθ. Εεεπ… την δικιά σου εννοώ! Κοίταξε τες καλά. Και μετά ρίξε ένα βλέφαρο τριγύρω».
Δεν χρειάστηκε. Κατάλαβα απόλυτα που ήθελε να καταλήξει.
«Έχεις δίκιο, Μπεν. Αυτό που ψάχναμε μια ζωή το βρήκαμε. Αργήσαμε, όμως τα καταφέραμε. Δεν θα αφήσω κάποιον Αλμπάσκα να με ξενερώσει στα καλύτερα».
«Δηλαδή; Μαζί μου;» αναρωτήθηκε.
«Εντελώς!»
Μας ξύπνησε το πατριωτικό μας.
«Καλύτερα μιας ώρας την ψεύτικη ζωή παρά σαράντα χρόνια αλήθεια και ντροπή!»
«Ποια μια ώρα; Ο μάστορας το ξεκαθάρισε. Είπε πως έχουμε λίγες ώρες ακόμα. Δηλαδή… παραπάνω! Και σ’ αυτό παραμένουμε κωλόφαρδοι!»
Δεν έχει σημασία ποιος πέταξε τι. Η ουσία είναι πως το πιστεύαμε!
Λένε πως η βλακεία ξεχωρίζει από τον ηρωισμό με μια λεπτή κλωστή. Σε ποια μεριά την κλωστής θα καταλήξεις, είναι θέμα οπτικής. Και συνήθως, το κρίνει η ιστορία.
Δεν πετούσαμε στα σύννεφα. Ξέραμε πως ζούσαμε με ημερομηνία λήξης σ’ έναν πλαστικό κόσμο. Επιλέξαμε ν’ αντιμετωπίσουμε στα ίσια την απειλή, με άγνοια κινδύνου. Όχι εξαιτίας της αφέλειας. Περισσότερο επειδή είχαμε πάρει μια γεύση για το πώς περίπου θα μοιάζουν τα Ουράνια. Όπως και να είχε, καλύτερα δεν θα βρίσκαμε! Επομένως ποια η διαφορά;
Miss Europa Disco Dancer / I never reached the supernova
Αγκαλιά με την ιδανική παρέα, εκμεταλλευόμασταν μέχρι την ύστατη ώρα τους καρπούς που μας προσέφερε το ξενοδοχείο που δεν κατάφερε ποτέ να γίνει κουκίδα στον χάρτη. Αναμέναμε απερίσπαστοι το τέλος, όπως και να μας το είχαν προαναγγείλει.

Έπιασε ψύχρα. Η κρίσιμη στιγμή απείχε ελάχιστα.
Ο ουρανός δεν χρωματίστηκε για πρώτη φορά.
So messed up, the world turns grey
Γκριζαμάρα παντού. Η γη κάτω απ’ τα πόδια μας έτρεμε.
Τα ηχεία άρχισαν να συντονίζονται και η μουσική να δέχεται παράσιτα. Όλο και περισσότερο μέχρι που έπεσε το ρεύμα. Τα φώτα έσβησαν μαζί με τις φλόγες στους πυρσούς.
Φυσούσε και το ένοιωθες εντονότερα.
Από το σημείο που αποχαιρετούσαμε εγκάρδια τον ήλιο, διέκρινες ένα τεράστιο ακανόνιστο πράγμα, όμοιό του δεν είχα ξαναδεί.
Φαίνεται πως η ίδια η φύση τα είχε πάρει με τις χαρές και τα πανηγύρια που στήναμε απερίσπαστοι. Ήταν τόσο οργισμένη που μας έστειλε συστημένο ότι πιο αποκρουστικό και μανιασμένο διέθετε.
Τον Αλμπάσκα!
Όσο ψύχραιμοι και ήμασταν στις κρίσεις, μπροστά του δεν μας έπαιρνε. Πήραμε τα κορίτσια και μέσα στο πανικόβλητο πλήθος κρυφτήκαμε στο σημείο που θεωρούσαμε πως θα μας παρείχε μεγαλύτερη ασφάλεια.
Το κουβούκλιο του DJ!
Δίπλα στην θάλασσα μεγαλώσαμε. Γνωρίζαμε απόλυτα πως κάνει όποτε τα παίρνει στο κρανίο. «Ουουου, ουουου», αν μπορώ να σας το αποδώσω στο χαρτί.
Αυτά στο πέλαγος. Διότι ο εν λόγω τυφώνας ήταν του ωκεανού. Και ως αρχιτσάτσος του, έδειχνε κακιασμένος. Εκείνος έκανε διαφορετικά:
«Ουουσσσστ, Ουουσσσστ»
Γαντζωθήκαμε γερά και οι τέσσερις.
Κράτησε ώρα.
Ακούγαμε φωνές και τα πούστικα «Ουουσσστ». Κρότους με βροντές και πράγματα να συγκρούονται και να σπάνε με θόρυβο.
Κανένας μας δεν τόλμησε να μετακινηθεί.
It’s agony, sheer agony
Ποιος δεν θα κώλωνε στην θέση μας;
Κάποτε θα σταματούσε. Έτσι πάνε αυτά.
Η δίνη πέρασε αλλά δεν ακούμπησε. Ξυστά από τα κεφάλια μας, ξηλώνει την χορταρένια σκεπή και τα καραβόπανα. Κοιτάξαμε ψηλά.
Το σκηνικό πρωτόγνωρο.
Ένα πανίσχυρο γκρίζο πράγμα ταλανιζόταν κυκλικά ακριβώς από πάνω μας. Παρασύροντας οτιδήποτε δεν πρόλαβε να προστατευτεί. Όμοια με την ροπή των χεριών στις φιγούρες.
Φοίνικες και παλικάρια γίνηκαν μαλλιά – κουβάρια.
Τι ηχεία, τι γκομενάκια, τι παρασόλια, τι ποτήρια, τι σαγιονάρες, τι κρεβάτια, τι αναμνήσεις…
Τι εμπειρία!
Τον σεβόμασταν, δεν τον φοβόμασταν αυτόν τον Αλμπάσκα.
Άργησε, αλλά βαρέθηκε και μας παράτησε.
Μόλις σιγουρευτήκαμε, ξεθαρρέψαμε και δειλά βγήκαμε από το κουβούκλιο που αποδείχθηκε σωτήριο.

(συνεχίζεται… όπως και η ζωή!)

Τα λεπτά στο Νταμπ Αντούμπα

Διαβάζεται ευκολότερα με:
Manic Street Preachers – Miss Europa Disco Dancer
Thinκ Ποθ - Με τον Λένιν στο Ντακάρ

Επιστρέφοντας από το ναυάγιο του Ντακάρ, βρέθηκα ξανά στα γνωστά στέκια της Μυτιλήνης. Σε καφενείο μουσικό διηγήθηκα την περιπέτεια μου στον Μπεν, αναγνωρίσιμη φιγούρα της νύχτας και άριστο γνώστη των πολεμικών τεχνών.
Ρίξαμε γέλιο, αυτό να λέγεται.
Συνεχίσαμε την κουβέντα και σκοτώναμε χρόνο. Ανήκουμε σε διαφορετικές ράτσες, όμως καταφέρνουμε να βρίσκουμε κοινά ενδιαφέροντα και σημεία επαφής. Εκείνος έχει ένα μικρό μπαρ, εγώ ένα μικρό βιβλιοπωλείο.
Συχνά πυκνά ανταλλάσαμε επισκέψεις και περνούσαμε καλά. Εγώ έγραφα πολύ και ο Μπεν διάβαζε περισσότερο, ενίοτε τα ίδια γραπτά. Ο Μπεν σέρβιρε πολύ και εγώ έπινα παραπάνω, συνήθως τα ίδια ποτήρια.
Η ζωή κυλούσε. Ζόρικα αλλά ευχάριστα. Σε γενικές γραμμές είχε ο καθένας χώρια τις αναποδιές του, αλλά καταφέρναμε να επιβιώνουμε και αυτό μας έδινε δύναμη να προχωρούμε. Κάπου στο βάθος του μυαλού μας διατηρούσαμε την ίδια ελπίδα:
Μια μέρα να βρούμε το άλλο μας μισό στη ζωή.
Εκείνο που ονειρευόμασταν, που θα ταιριάζαμε, που θα μας ανεχόταν, θα μοιραζόμασταν τις χαρές και που θα μας στήριζε στα δύσκολα.
Δε λέω, είχαμε τις ευκαιρίες μας. Όμως έναν ακόμα κοινό χαρακτηριστικό ήταν πως είμαστε και οι δύο ρομαντικοί. Αυτό σημαίνει πως ενθουσιαζόμασταν εύκολα και συνήθως καιγόμασταν από μόνοι μας.
Εντάξει, δεν ήμασταν πάντα τόσο καντέμηδες. Περνούσαμε όμορφα σε αρκετές περιπτώσεις. Μόνο που δεν ήμασταν ικανοί ή τυχεροί να τις παρατείνουμε τόσο όσο να μην τελειώσουν ποτέ. Έτσι αργά ή γρήγορα καταλήγαμε εκ νέου στο σημείο μηδέν. Ίσως να δυσανασχετούσαμε και να μαυρίζαμε κατά διαστήματα, αλλά δεν πτοούμασταν.
«Η ζωή συνεχίζεται», αναφέρει ένα κοινότυπο ρητό.
Εμείς φροντίζαμε να το επαληθεύσουμε το συντομότερο δυνατό. Χωρίς να αλλάζει κάτι, χωρίς άγχος. Από το πόστο του ο καθένας έκανε τη δουλειά του και στην άκρη του ματιού έριχνε κάθε τόσο κλεφτές ματιές στην πόρτα. Με την ελπίδα πως σύντομα θα περάσει το κατώφλι η γυναίκα εκείνη που περιμένει.
Δεν θυμάμαι ακριβώς σε τι κατάσταση βρισκόμασταν εκείνη την εποχή που συζητούσαμε. Σίγουρα είχαμε ανάγκη να ξεφύγουμε λιγάκι.
«Πόθ, σήκω να φύγουμε διακοπές», πρότεινε με τον ενθουσιασμό να ξεχειλίζει ένα πρωινό στο μαγαζί.
«Νησιά του Πάσχα! Τι λες;» ξεφώνισα περισσότερο από συνήθεια.
«Μπα…», δυσανασχέτησε ο Μπεν, έχοντας πρόσφατο το εγχείρημα μου παρέα με τον αδικοχαμένο Νιόνιο.
«Τότε… έμαθα για ένα νησάκι - χλιδή…»
«Ποιο ;;;»
«Ονομάζεται Νταμπ Αντούμπα», απάντησα ψάχνοντας για λεπτομέρειες στο δίκτυο.
«Και γαμώ!!!» φώναξε όταν στην οθόνη εμφανίστηκαν οι πρώτες φωτογραφίες.
«Άκουσα πως είναι της μόδας αυτή την εποχή».
«Πρώτο…» συμφώνησε και κοίταξε για λεπτομέρειες.
Το Νταμπ Αντούμπα ήταν ένα μικροσκοπικό νησάκι στην Καραϊβική. Ελάχιστα ναυτικά μίλια από την Αρούμπα, ένα νησί, πρώην Ολλανδική αποικία. Έμενε ακατοίκητο μέχρι που κάποιοι λεφτάδες το επέλεξαν για να χτίσουν ένα υπερσύγχρονο ξενοδοχείο, το Miss Europa για να αξιοποιήσουν τις ασφαλείς αμμουδερές παραλίες του.
Σταδιακά απέκτησε καλή φήμη καθώς καλλίγραμμα κοριτσόπουλα απ’ όλο τον κόσμο διάλεγαν να περάσουν ανέμελα τις διακοπές τους εκεί. Έτσι, δεν άργησε η στιγμή όπου το Νταμπ Αντούμπα εξελίχθηκε στο πιο καυτό θέρετρο της υφηλίου!
«Εκεί θα πάμε, δεν σηκώνω λέξη», ισχυροποίησα την ιδέα μου.
«Ναι, αλλά πως…», αναρωτήθηκε.
«Καραϊβική είναι Μπεν. Προφανώς με καράβι. Κυκλοφορούν κάτι κουπόνια…».
«Ξέχνα το, Σουμάχερ! Δεν θα την πάθουμε όπως στην Σενεγάλη», δήλωσε ανένδοτος.
«Καλά… αφού επιμένεις, τσέκαρε τις πτήσεις…»
Μας είχαν μαγέψει τόσο οι εικόνες με τους φοίνικες και τα γκομενάκια! Επομένως δεν υπήρχε η παραμικρή πρόθεση να τα χαλάσουμε στα διαδικαστικά. Ο Μπεν διερευνούσε σχολαστικά κάθε διαθέσιμο πακέτο διακοπών. Μέχρι που απογοητεύτηκε.
«Δυστυχώς, το φθηνότερο ταξίδι κοστίζει ένα κάρο λεφτά…»
«Ας το επάνω μου…», τον καθησύχασα.
Πήρε κάμποσες εβδομάδες αλλά τελικά τα κατάφερα. Περιέργως, τζόγο στον τζόγο κατάφερα να μαζέψω όσα χρειαζόμασταν… κι άλλα τόσα. Η δημοκρατία του επιτήδειου! Υπό διαφορετικές συνθήκες θα τα είχα ξοδέψει από εδώ και από εκεί. Όμως, τότε που την ψάχναμε, το ενδεχόμενο πιθανής απόδρασης μας είχε φτιάξει τόσο πολύ…
Όταν κυνηγάς το άπιαστο, καλό είναι να διατηρείς πισινές ώστε να μην απογοητευτείς στην τελική. Αν πάλι, μια στο εκατομμύριο βρεθείς σε θέση να το πραγματοποιήσεις, θα πρέπει να διαγράψεις κάθε πρόθεση για δεύτερη σκέψη.
Έτσι και τότε.
Μόλις συγκέντρωσα τα χρήματα… μπαμ και κάτω. Σφηνάκι. Δίχως δισταγμούς και αναβολές, έβγαλα δυο κυριλέ θέσεις για το ξακουστό Miss Europa. Ο Μπεν και εγώ ήμασταν έτοιμοι να πραγματοποιήσουμε τις διακοπές των ονείρων μας!
Ετοιμαζόταν να κλείσει ανυποψίαστος ένα βράδυ κατά τις 3, όταν έκπληκτος με είδε να μπαίνω στο μπαράκι με μια βαλίτσα και ένα σακίδιο.
«Ακόμα εδώ είσαι; Στις 8 πετάμε για Νταμπ Αντούμπα»!
«Τι φρούτο που είσαι Πόθ! Περίμενε». Τρελάθηκε και πηδώντας μ’ ένα ζογκλερικό την ψηλή μπάρα εξαφανίστηκε, αφήνοντας άναυδους θαμώνες και προσωπικό. Σε λίγη ώρα γύρισε εφοδιασμένος με τα απαραίτητα.

«ΔΕΝ επιστρέφω αμέσως - Μπεν», διάβαζε κάποιος στην τσάντα με τους δίσκους κάτω από την κονσόλα που συνήθιζε να παίζει μουσική.
Το αεροπλάνο πετούσε ήδη πάνω από τον Ατλαντικό με προορισμό την εξωτική ουτοπία. Πράγματι, διακρίνοντας τα άγρια κύματα, χάρηκα ιδιαίτερα που βρισκόμασταν τόσο ψηλά. Νιώθαμε τόσο ευδιάθετοι, που μέχρι να πατήσουμε στα άγια εδάφη της Αρούμπα, είχαμε σηκώσει στο πόδι μια εκατοστή επιβάτες. Κάναμε σαν παιδιά γιατί αισθανόμασταν σαν παιδιά και δεν δίναμε δεκάρα που οι υπόλοιποι ψόφιοι μας έκοβαν στραβωμένοι!
Εξαντλημένοι από την αϋπνία, παίζαμε σφαλιάρες για να μην κοιμηθούμε καθώς το πλοιάριο ετοιμαζόταν να μας αφήσει στον ξύλινο μόλο του ξενοδοχείου. Το θέαμα πρωτοφανές. Οι λευκές παραλίες και οι γαλάζιες θάλασσες δεν επέτρεπαν στα βλέφαρα να καταρρεύσουν. Ειδικά, όταν αντιληφθήκαμε τους ενοίκους του Miss Europa να χτυπιούνται στον ρυθμό ενός περίεργου ντίσκο κομματιού με τα μπάσα να δονούν παντού.
Miss Europa Disco Dancer / I’m in heaven when I see you
Λιγούρια δεν μας έλεγες, όμως όπου κι αν έστρεφες το κεφάλι, εντόπιζες αιθέριες υπάρξεις να κινούνται πάνω κάτω. Με τα μικροσκοπικά μαγιό και τα αστραφτερά χαμόγελα. Κάθε τόσο κοντοστέκονταν όπου έβρισκαν και χόρευαν. Με τα χέρια ψηλά να στροβιλίζονται κυκλικά και τη μέση να γυρνάει με την αντίστροφη ροπή.
«Παραδεισένιο, πράγματι» καταλήξαμε.
«Που το βρήκες ;» ρώτησε ο Μπεν.
«Πως με έπεισες ;», απάντησα.
Μισή πιθαμή γης, σε σχήμα αναποδογυρισμένου καρτουνίστικου χαμόγελου, τιγκαρισμένο από κόσμο, φοίνικες και ηχεία, το Νταμπ Αντούμπα μας υποδέχθηκε με τον καλύτερο τρόπο. Τρία κτήρια καλυμμένα με αναρριχητικά φυτά φιλοξενούσαν τα δωμάτια με μπαλκόνια που έβλεπαν όλα προς την θάλασσα. Τριγύρω εστιατόρια, πισίνες και μικρά παραλιακά μπαράκια.
Πετάξαμε τα μπαγκάζια μας στο άνετο δωμάτιο και ξεχυθήκαμε.
Ακολουθώντας το ένστικτο και μόνο.

(συνεχίζεται… και θα ολοκληρωθεί!)

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2008

Πολικός αστιγματισμός

Είμαι στη γύρα.
Απόψε και κάθε μέρα.
Θέλω τα πάντα.
Επειδή θέλω τα πάντα.
(Jehro – Everything)

Χιονίζει ή βρίσκομαι εκτός πραγματικότητας πάλι. Κοιτάζω τον ουρανό και είναι καθαρός. Σκαλίζω το χώμα και είναι παγερό. Ερημιά. Ψυχή δεν υπάρχει.
Μάλλον δεν χιονίζει. Πάλι βολοδέρνω εκτός τόπου και χρόνου. Δεν έχω ιδέα από που έφτασα εδώ. Ούτε γιατί δεν βρίσκεται τριγύρω κάποιο παλικάρι να ανταλλάξουμε μια κουβέντα.
Κρύο κάνει. Αυτό σας το λέω με σιγουριά. Έχω ξυλιάσει, ένα στάδιο πριν το μούδιασμα. Στέκομαι όρθιος και χαζεύω το τοπίο. Ένα επίπεδο άδειο πράγμα. Οι λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία. Να θυμάστε μόνο πως έχει παγωνιά.
Να πάω... που; Μήπως γνωρίζω από που ήρθα και που ήθελα να πάω... Άπλα αριστερά, άπλα δεξιά. Στη μέση ένας δρόμος. Άραγε προς τα πάνω ή προς τα κάτω; Επικίνδυνα διλήμματα με τα γόνατα να τρέμουν. Κι αν πηγαίνω κάπου, κοντεύω ή θέλει δρόμο αρκετό;
Σε ποια απόφαση θα είχα καταλήξει υπό κανονικές συνθήκες;
Ακόμη και σε όνειρο δεν είναι δύσκολο...
Δε γαμιέται! Δεν κάνω βήμα! Θα μείνω εδώ!
Μέτρα πιο κάτω έχει ένα παγκάκι. Εκεί θ’ αράξω.
Αν με ψάχνουν, είναι εμφανές σημείο για να εντοπιστώ.
Αν με ξέχασαν, δεν ενοχλώ κανέναν.
Ξάπλα σ’ ένα παγκάκι.
Ατενίζοντας την άγνωστη παγωνιά.
Μακάρι να ήμουν σε μια παραλία. Μέσα έξω στη θάλασσα. Με τα κοριτσόπουλα παραδίπλα. Με την ενοχλητική λεπτή άμμο. Τις κηλίδες αντηλιακού με ρέγγε και ντελμάρ.
Αλλά πάλι... ακόμα και τότε...
Πιθανόν να σκεφτόμουν αυτό το άδειο σκηνικό.
Και το συγκεκριμένο άβολο παγκάκι.
Μια χαρά!
Ας θεωρηθεί πως εκπληρώνω μια άκαιρη θερινή φαντασίωση!
Κρυώνω όμως είμαι ευτυχής!
Ξεπέρασα τον εαυτό μου. Του έβαλα τρικλοποδιά και έφυγα μπροστά.
Τώρα; Περιμένω να με φτάσει!
Σ’ αυτό το απόμακρο παγκάκι. Στην άκρη αυτού του απάτητου δρόμου.
Ησυχία. Ηρεμία. Διαλογισμός.
Αυτά δεν έψαχνα τόσο καιρό;
Μήπως είναι εκείνο που λένε η ζωή μετά την μαλάκυνση;
Αν ναι, τότε όλα είναι υπέροχα!
Μοναδικό αγκάθι η χαμηλή θερμοκρασία.
Πρέπει να είναι το τίμημα που έπρεπε να πληρώσω!
Η ουσία είναι πως βρίσκομαι στην γύρα.
Όπως κάθε μέρα, έτσι και τώρα.
Χωρίς υποψίες, χωρίς συγκεκριμένο λόγο.
Μουδιασμένος αλλά ευτυχής!
Αν είχα ειδικά ένα πιο χοντρό σακάκι και ένα φραπέ....
Νιρβάνα!
Σκέψεις περίεργες για να μην σε τρελάνει η ομοιομορφία του κενού.
Δεν με ενοχλεί κανένας, ούτε καν ο αέρας
...
Τα παιχνίδια του μυαλού δεν χρονομετρούνται.
Πιθανόν να μη ταξινομούνται.
Αν δεν βαριόμουν αιώνια, θα έμενα για πάντα σ’ εκείνο το παγκάκι.
Πρώτος το βρήκα, μου ανήκει!
Όμως τι θόρυβος είναι αυτός ;
Ποιος μπινές διαταράσσει την γαλήνη;
Πετάγομαι όρθιος αστραπιαία.
Δεν πρέπει ν’ αποκαλύψω σε ξένα μάτια εκείνο το μαγικό παγκάκι.
Ένα σχολικό λεωφορείο πλησιάζει.
Από εκείνα τα Αμερικάνικα.
Που έμπαινε ο Μπράντον και ανατίναζε ο Τερμινέιτορ.
Η ιδανική όχληση για την ιδεατή στιγμή.
Κίτρινο σαν τον ίκτερο διένυε την απόσταση προς το μέρος μου.
Οι αλάδωτες αναρτήσεις ακούγονταν από μακριά.
Πλησίαζε και με τα χέρια στις τσέπες σφύριζα αδιάφορα.
Έφτασε μπροστά μου και σταμάτησε.
Η πόρτα μαζεύτηκε και βρέθηκα φάτσα με τον οδηγό.
Είτε του έμοιαζα πολύ, είτε ήμασταν ίδιοι!
Κοίτα να δεις!
Είχα ξεφύγει τόσο πολύ, που για να με φτάσει, ο εαυτός μου είχε κλέψει το σχολικό λεωφορείο του Μπράντον!
Άδειο ευτυχώς.

(συνεχίζεται)

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2008

Λαικοί Βάρδοι

Το γράφω για λίγους.
Αυτούς τους παλιούς...και τους άλλους τους νέους...
Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη.
Ω, τι υπέροχος κόσμος!
Οι φοιτητές του '80 δεν συγκρίνονται καθόλου με εκείνους του '90, που με την σειρά τους διαφοροποιούνται κάμποσο από τους αντίστοιχους του 'μηδέν.
Πάνω κάτω ίδιες σχολές, σίγουρα αλλιώτικες φάτσες και μακράν διαφορετική πόλη. Υπάρχουν πολλά κοινά, όμως στην ουσία μιλάμε για εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Η ιστορία μένει η ίδια με ποικίλες παραλλαγές.
Ας ακουστεί άλλη μια εκδοχή...
Πολύ πριν το Πανεπιστήμιο, στην Μυτιλήνη υπήρχε η Παιδαγωγική Ακαδημία. Φοιτητές έμεναν και τότε. Πληρώνοντας νοίκι, ψωνίζοντας και τρώγοντας βρώμικα, όπου υπήρχαν. Αν και αριθμητικά υστερούσαν κατά πολύ από το αριθμό των φαντάρων, είχαν ένα συγκριτικό πλεονέκτημα. Τα στρατευμένα παλικάρια έβγαιναν μια στις τόσες (πόσες;) ενώ τα ονειροπαρμένα φοιτητέλια ήταν όλη μέρα έξω και ξόδευαν παρά. Στις τρεις καφετέριες και τα πέντε εστιατόρια.
Ελλείψει σοβαρών καθηγητών, μια σειρά από τυχάρπαστους ντόπιους επωφελήθηκαν από την απουσία συναγωνισμού και έφτασαν στο σημείο να διδάσκουν. Καλή ώρα!
Όλοι πλην των ταλαίπωρων φαντάρων έδειχναν ικανοποιημένοι. Έως που μια μέρα σκάνε τα κακά μαντάτα. Παιδαγωγική Ακαδημία τέλος. Θα μεταφερόταν στην Φλώρινα; Στην Φλόριντα; Θα σας γελάσω.
Κατάρες και κλάματα. Ποιος θα χρυσοπληρώνει τώρα τις τρισάθλιες γκαρσονιέρες – αποθήκες; Ποιος θα κοπροσκυλιάζει τα μεσημέρια στα «ρεζερβέ» της προκυμαίας ;
Η αναταραχή και η κινητοποίηση επική. Έκλεισαν λιμάνια και αεροδρόμια. Όχι από κακοκαιρία αλλά από διαμαρτυρόμενους φραγκοφονιάδες.
«Σε ποιους θα πουλάμε τα φορμολιασμένα κρέατα»;
Φώναζαν οι αδικημένοι κατέχοντες και μπήκε λουκέτο παντού για μέρες. Μέχρι και στην μονοπωλιακή ΕΡΤ είχε φτάσει το θέμα. Οργή λαού.
«Θα...θα... θα σας φέρουμε άλλες Σχολές», υποσχέθηκαν οι πράσινοι ανατέλλοντες λαϊκιστές. Το πλήθος σίγησε και έβγαλε τα μολύβια. Κάτι δεν πήγαινε καλά.
«Ναι... αλλά... μας βγαίνουν εκατό κεφάλια λιγότερα», διαμαρτυρήθηκαν.
Η μιζέρια είχε χτυπήσει κόκκινο. Ακόμη και οι άπλετες υποσχέσεις δεν έπιαναν τόπο. Η Ακαδημία είχε φύγει χωρίς αντίκρισμα. Τα πράγματα έδειχναν σκούρα.
Όλα σ' αυτή τη ζωή εξελίσσονται από εκεί που δεν το περιμένεις. Έτσι και τότε.
Οι πετρελαϊκοί κολοσσοί πίεζαν μεμέτια και γραικούς να την ψάξουν στο Αιγαίο (ακριβείς λεπτομέρειες εδώ). Όπως συνηθίζεται ανά τους αιώνες, φαγώθηκαν για άλλη μια φορά. Μόνο που τότε, το ενδεχόμενο πολέμου δεν φάνταζε τόσο αστείο και απόμακρο όσο το μεταγενέστερο επεισόδιο των Ιμίων. Τα ράφια των σουπερμάρκετ άδειασαν για πρώτη φορά μετά την παράκρουση του Τσέρνομπιλ, λίγο νωρίτερα. Έξω από τον λιμενοβραχίονα είχαν σταθμεύσει κάθε είδους πολεμικά πλοία. Ο στόλος που λέμε ήταν ευδιάκριτος από το παιδικό μου δωμάτιο.
Τα αεροπλάνα έφευγαν υπέρβαρα από τα χρυσαφικά ενώ τα παστωμένα καράβια της ΝΕΛ θύμιζαν το “L’America”. Όλοι οι γαλονάδες έστελναν τα γυναικόπαιδά τους στην ασφαλή πρωτεύουσα. Αυτή ήταν η πρώτη ένδειξη πως το «απόρθητο φρούριο» με τους «σκληροτράχηλους» βαθμοφόρους θα έπεφτε μέσα σε μια νύχτα αν χρειαζόταν. Η δεύτερη τελειωτική ένδειξη ήρθε όταν υπηρετούσα στο ΠΝ από καλό πόστο, όμως αυτό είναι λεπτομέρειες.
Αφού ακόμα και ο «ψύχραιμος ορθολογιστής» πατέρας μας μάζεψε και εγκατασταθήκαμε για λίγες μέρες στο εξοχικό ενός φίλου, δημόσιο πρόσωπο σήμερα, τα πράγματα πρέπει να ήταν στριμόκωλα.
Εκεί συνηθιζόταν τότε να περνάμε τα Σαββατοκύριακα, οπότε για ένα τσούρμο πιτσιρικάδες το όλο σκηνικό φάνταζε ως μια ανέλπιστη γιορτή. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα πως τερματίστηκε το επεισόδιο. Ήταν όντως μια επικίνδυνη κατάσταση και δεν είχα δει την Μυτιλήνη τόσο τρομοκρατημένη μέχρι την διαδοχική επανεκλογή Καραμανλή πέρυσι!
Η ουσία ποια ήταν;
Ο Μιμίκος που κυβερνούσε τότε, όσο λαϊκιστής και να έμεινε στην ιστορία, δεν ήταν τόσο βλάκας όσο οι διάδοχοί του. Ήξερε να παίζει το παιχνίδι σωστά και να συνδυάζει τις αποφάσεις του με ωφέλιμο τρόπο. Η ένταση του έδινε πολιτικό πλεονέκτημα. Έτσι με μια σειρά μέτρων «θωράκισε» τα ανυπεράσπιστα νησάκια από τα κακά μεμέτια. Όχι, δεν έκανε μαγικά, περισσότερο ταχυδακτυλουργικά τρικ που έπεισαν τους αδαείς.
Θέσπισε το Υπουργείο Αιγαίο (ξέρετε, αυτό που λέγεται αλλιώς σήμερα και διοικείται από έναν καμένο) φέρνοντας στο νησί τον Κοσμά Σφυρίου.
Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι πως μαζί ίδρυσε το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, αρχικά στην Μυτιλήνη μαζεύοντας ένα κάρο τελειωμένους ή πράσινους (με ή χωρίς εισαγωγικά) φιλόδοξους ακαδημαϊκούς.
Έτσι από το 1986 περίπου, το Π.Α. ξεκίνησε να λειτουργεί σταδιακά σε τέσσερα νησιά. Την Λέσβο, την Χίο, την Σάμο και την Ρόδο. Προς την χιλιετία επεκτάθηκε στην Σύρο και με ισόβιο Πρύτανη τον τωρινό, ευχής έργο είναι να φτάσει μέχρι το Καστελόριζο και τον Άγιο Ευστράτιο!
(συνεχίζεται)

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2008

Καλή σου μέρα κι εσένα Ψυχάκια, τα χαιρετίσματα στην μανούλα σου

Είπα να κάνω γιορτές δίχως τύψεις για κανέναν και για τίποτα. Βγήκε σε καλό ενώ σκέφτομαι να το υιοθετήσω και για την συνέχεια.
Επομένως δεν υπάρχει πρόθεση να ηθικολογήσω ούτε να εξιστορήσω πως ένα σε γενικές γραμμές αξιοπρεπές παλικάρι άλλαξε μέσα σε λίγα χρόνια. Όπου αντί να πάρει το δρόμο του, όποιος κι αν ήταν αυτός, επέλεξε να κρύβεται. Πίσω από το δάχτυλό του και κάτω από φουστάνια.
Είναι άδικο να τα χώνω εδώ (ενδεχομένως με επιχειρήματα) σε κάποιον που δεν μπορεί να ορθώσει λόγο. Ούτε δημόσια, ούτε πουθενά. Πιθανολογείται πως συγκεκριμένα μέρη του ανθρωπίνου σώματος αποκτούν και θεωρητική διάσταση πέραν της φυσικής.
Έτσι, θα παρακάμψω κωλοπαιδισμούς και υποκρισίες. Θα ακυρώσω τον έντυπο εξευτελισμό. Ίσως επειδή μπορεί να ξεχαστεί και καταφέρει να διακρίνει το σύννεφο μιζέριας που τον περιβάλει.
Ψυχάκιας γίνεσαι, δυστυχώς δεν γεννιέσαι. Προδιάθεση μπορεί να υπάρχει αλλά το θέμα είναι σε τι περιβάλλον μεγαλώνεις. Από μια ηλικία και έπειτα, αν επιτύχεις να ξεφύγεις ή όχι εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου στις επιλογές που κάνεις.
Αποφάσεις παίρνουμε καθημερινά. Άλλες κοστίζουν και άλλες δικαιώνουν. Το λάθος είναι σχετικό και πάντα μέσα στο πρόγραμμα. Αν όμως δεν υπάρχει διάθεση για διόρθωση, τότε παλικάρι μου ίσως σου αξίζει το Χ.
Κι αν ποτέ το συνειδητοποιήσεις θα είναι πολύ αργά.
Σταματώ εδώ, κλείνοντας με τον τίτλο.
Υ.Γ. Αν κανένας Χ.Ο. εντοπίσει την κουρτίνα της φωτογραφίας, θα μπορούσε να μου κρατήσει ένα κομμάτι. Η’ έστω να μου το κάνει δώρο βρε αδερφέ. Χρονιάρες μέρες, λίγο ίχνος ανθρωπιάς δεν βλάπτει!

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2008

Τα βασικά του μπασίματος

Καλά και υπάκουα παιδάκια.
Απόψε θα μιλήσουμε για μπάσκετ.
Ξεκινάμε από τα βασικά του αθλήματος.
Το μπάσιμο ή διείσδυση!
Μάθημα για δεξιόχειρες. Μπάσιμο από δεξιά.

Γιατί επιχειρούμε μπάσιμο αντί να σουτάρουμε ;
A: Είτε επειδή μας λείπει το μακρινό σουτ, είτε γιατί τρέχουμε αιφνιδιασμό, είτε γιατί μπορούμε να φτάσουμε στο καλάθι ευκολότερα.

Τι πρέπει να ξέρουμε ;
Α: Βασικά να επιμείνουμε σε σταθερά πατήματα. Δύο βήματα. Πρώτα δεξί πόδι, έπειτα αριστερό. Και μετά πατάμε δυνατά και αφήνουμε την μπάλα στο καλάθι.

Από αριστερά γίνεται ;
A: Φυσικά. Από αριστερά, από δεξιά, από το κέντρο. Απ’ όπου σε βολεύει. Αν δοκιμάσεις από αριστερά, φρόντισε να πατήσεις πρώτα αριστερό και μετά δεξί πόδι. Έτσι συνηθίζεται. Για να μην φας τα μούτρα σου.

Αν είμαι ψηλός ή αθλητικός τύπος ;
Α: Τότε αγόρι μου μπορείς να φτάσεις μέχρι και στο κάρφωμα. Ουάααα! Πρόσεχε μόνο μην σφηνώσεις κανένα δάχτυλο στο σίδερο.

Αν ξεκινήσω από μακριά το μπάσιμο ;
A: Θα πρέπει να πετάξεις την μπάλα. Διαφορετικά, στο τρίτο βήμα θα σου σφυρίξουν βήματα. Γι’ αυτό πρέπει να βλέπεις τον χώρο καλά απ’ την αρχή.

Μπορώ να πασάρω ;
Α: Βεβαίως, οποιαδήποτε στιγμή. Στην περιφέρεια για σουτ. Ή στην ρακέτα, στον ψηλό. Πρόσεξε μονάχα να μην έχει κατασκηνώσει στην ρακέτα και χρεωθεί 3 δευτερόλεπτα. Αν αποφασίσεις να πασάρεις, κοίτα ο συμπαίκτης σου να μην δέχεται στενό μαρκάρισμα. Κινδυνεύουμε να χάσουμε την μπάλα!

Σουτ ή μπάσιμο ;
Α: Εξαρτάται. Αν διαπιστώσουμε πως μας βγαίνει το σουτ, το επιχειρούμε. Αν έχουμε ενδοιασμούς, προσθέτουμε κίνηση στο παιχνίδι και δημιουργούμε ευνοϊκότερες συνθήκες επίθεσης. Αποφεύγουμε το στατικό παιχνίδι!

Αυτά από τον Αλεξάντερ Γκομέλσκι, την αλεπού των γηπέδων!
Και για να μην μας κράξουνε:
Τα βασικά της καλαθοσφαίρισης εφαρμόζονται και εξωγηπεδικά!

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

Ο Σκαντζόχοιρος και η Ιδιαιτέρα

Ο Ρον Τζέρεμυ ήταν ένα παιδί όπως όλα τα άλλα. Και λιγάκι καλύτερο. Από μικρός επιθυμούσε διακαώς να βοηθήσει τους συνανθρώπους του που είχαν ανάγκες. Έτσι, κατάφερε και σπούδασε δάσκαλος για παιδιά με ειδικές ανάγκες. Δούλεψε μαζί τους για μικρό διάστημα. Λίγο αργότερα αποφάσισε να τα εγκαταλείψει για την υποκριτική. Και στις δυο περιπτώσεις δεν κέρδιζε μία.
Πως τα φέρνει η ζωή καμιά φορά… Κάποια στιγμή διαπίστωσε πως την είχε τεράστια! Όχι την καρδιά. Σχεδόν αμέσως γύρισε την πρώτη του ταινία πορνό. Έκτοτε υπολογίζεται πως πρωταγωνίστησε σε περίπου 1900 ταινίες του είδους, γεγονός που τον κατατάσσει στην κορυφή της κατηγορίας και του δίνει την πρωτιά στο βιβλίο Guinness. Αν προσθέστε τις κοντά 250 ταινίες που είχε την τιμή να σκηνοθετήσει, ο Ρον Τζέρεμυ όπως αναγράφει στην αυτοβιογραφία του, είναι ο πιο σκληρά εργαζόμενος στην Showbiz!
Το επίθετο του εικονιζόμενου 55χρονου κυρίου δεν έχει σημασία. Ούτε και το μικρό του, με το οποίο ξεκίνησε την καριέρα του στα τέλη του ’70. Ένα τυχαίο περιστατικό κατά τη διάρκεια ενός γυρίσματος τον έκανε γνωστό με το ψευδώνυμο «Σκαντζόχοιρος» (Hedgehog)! Με την τρίχα κάγκελο ως σήμα κατατεθέν ο Σκαντζόχοιρος καθιερώθηκε στον χώρο του μεταμεσονύκτιου θεάματος. Με τα χρόνια ο Ρον Τζέρεμυ εγκατέλειψε το χτισμένο κορμί και μετατράπηκε σε έναν κοντόχοντρο μακρυμάλλη με λιγδιασμένο μουστάκι. Τότε ήταν που καθιερώθηκε στην συνείδηση του κόσμου!
Μάλιστα, για χρόνια κυκλοφορούσε ένα ανέκδοτο που έλεγε πως κάθε αξιοπρεπής πορνοστάρ απέφευγε τρία είδη σκηνών: Τις κτηνοβασίες, τις σαδομαζοχιστικές και … το σεξ με τον Σκαντζόχοιρο!
Σε μια κοινωνιολογική (σοβαρά!) μελέτη κράτησα πως ο συμπαθής Σκαντζόχοιρος έγινε ένας καλτ αστικός και όχι μόνο θρύλος καθώς με την παρακμασμένη εμφάνισή του αποτέλεσε εναλλακτική στα τετριμμένα του είδους.
Βλέποντας τα μοντέλα bodybuilders, ο «πελάτης» δεν ήταν σε θέση να ταυτίζεται με τους πρωταγωνιστές. Απεναντίας, παρατηρώντας έναν καθημερινό βρωμιάρη τύπο να «κανονίζει» την θεά αίλουρο, ο θεατής συλλογιζόταν «Αφού τα κατάφερε αυτός, γιατί όχι και εγώ»! Έτσι, το ασυνήθιστο σκηνικό του τόνωνε το ηθικό και την αυτοπεποίθηση και σταδιακά απομακρυνόταν από τις σκοτεινές αίθουσες και τις βιντεοκασέτες με αποτέλεσμα κάποτε να αποκτήσει πραγματική σεξουαλική ζωή!
Ο Σκαντζόχοιρος αποτελεί διεθνώς έναν εν ενεργεία Γκουζγκούνη σε σαφώς μεγαλύτερη κλίμακα. Από τη στιγμή που όλο και περισσότεροι εκτιμούν πως ο κινηματογράφος παραπέμπει στο αμεσότερο μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης, θα πρέπει να θεωρηθεί πως ο αξιότιμος κύριος Ρον Τζέρεμυ με τα άπειρα χιλιόμετρα ερωτικών περιπτύξεων, αποτελεί μια φιγούρα κατατεθέν του σύγχρονου Δυτικού πολιτισμού!
Η βιογραφία του Σκαντζόχοιρου είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και συνιστώ να ρίξετε μια ματιά εάν δεν έχετε κάτι καλύτερο να κάνετε.

Θα εμπλουτιστεί το Σαββατοκύριακο εκτός συγκλονιστικού απροόπτου.

Κοψοχρονιά

Μάγκες, αν δεν το ενημερωθήκατε ακόμη
το 2007 μας τελείωσε.
Πάπαλα, γιόκ, καπούτ!
Κι αν για κάμποσους το πρόσφατο δωδεκάμηνο αποτέλεσε απλά έναν χρόνο στο σακί, δεν μπορώ παρά να διαφωνήσω. Με κάποιους πρόχειρους υπολογισμούς θα υποστήριζα πως το 7 μου διήρκεσε σχεδόν μια δεκαετία!
Έρωτες και απογοητεύσεις.
Χαρές και λύπες.
Στριμώγματα και διευκολύνσεις.
Λάθη και ώριμες αποφάσεις.
Θα έλεγα πως για τα δεδομένα μου, η χρονιά που πέρασε αποτέλεσε μισή ζωή, με τα καλύτερα και τα χειρότερα. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά αν είχε περισσότερο επιτυχίες ή αποτυχίες. Ήταν πάντως έντονο.
Υπήρξα ένας τυχερός άτυχος.
Διετέλεσα ένας ευτυχισμένος δυστυχής.
Όμως αδιαμφισβήτητα κάτι κέρδισα.
Φίλους πολλούς, νέους και παλιούς.
Που μαλώσαμε και τα βρήκαμε, που χαθήκαμε και ξαναβρεθήκαμε, που διαφωνήσαμε και συμφωνήσαμε, που έστεκαν στα δύσκολα και χανόντουσαν στα εύκολα.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς, μόνος από επιλογή, έγκλειστος στην παράγκα. Είναι δυο χρονιές τώρα που το έχω κάνει παράδοση. Περισσότερο για έναν άτυπο απολογισμό. Να ξελαμπικάρω λίγο από τα εθιμοτυπικά της εποχής.
Από την αρχή της περιόδου είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να περάσω αυτές τις γιορτές δίχως τύψεις. Για κανέναν και για τίποτα.
Θα τα είχα καταφέρει σχεδόν, αλλά σκόνταψα λίγο πριν την τελική ευθεία.
Έκλεισα πόρτες, παράθυρα, καλώδια και οθόνες.
Σκέφτηκα πρόσωπα και πράγματα από το πρόσφατο παρελθόν.
Σημείο των καιρών ή αλλαγή χαρακτήρα, δεν έχω καταλήξει ακόμη.
Η ουσία είναι πως δάκρυσα λιγάκι.
Μια φορά τον χρόνο δεν πειράζει, η πολλή κλάψα είναι που σε μιζεριάζει. Θυμήθηκα πολλά, έθαψα μερικά. Λεπτομέρειες και μη.
Παναγία βοήθα, τι χρονιά και τούτη!
Μετά απ’ όλα αυτά και αρκετή ώρα, κατάφερα να συνέλθω.
Χτυπήσαν τα καμπανάκια.
Ήρθε το 8, καλώς τα @ρχίδια μας τα δυο!
Παρά τη γκαβωμάρα που με διακρίνει, τα είχα δει όλα.
Οπότε τι να μας κλ@σει κι εκείνο!
Δεν αξίζει να σας ζαλίζω με γεγονότα.
Σημασία έχει πως την παλεύω για λίγο παραπάνω.
Μοναδική παραφωνία για φέτος οι ευχές.
Να σας εξομολογηθώ πως υπήρξα τσιγκούνης.
Ίσως επειδή τις έδωσα μαζεμένες, κάποιες μέρες νωρίτερα σε μια ψυχή που φαινόταν πως τις χρειαζόταν περισσότερο. Έχω την πεποίθηση πως έπιασαν ως ένα βαθμό και αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα.
Επομένως δεν είχε νόημα να εξαπολύω αριστερά και δεξιά τζούφιες! Θρήσκος δεν είμαι, οπότε του χρόνου θα σας τις δώσω κοψοχρονιά, διπλές.
Δεν επιθυμώ να θίξω κόσμο εν αγνοία του, αλλά θα σας το εκμυστηρευτώ. Άγνωστο πόσο θα κρατήσει, διακατέχομαι από έναν ενθουσιασμό.
Και γουστάρω ατελείωτα.

Γι’ αυτό τα έχω φορτώσει στον κόκορα τελευταία, ζητώ συγνώμη.
Είναι αυτό που η θεία από τον Άγιο Φραγκίσκο ονομάζει daydreaming.
Ωστόσο, βοήθησαν και οι άδειες μέρες. Η αλήθεια να λέγεται.

Έχω μια υποψία πως δεν θα κρατήσει απ’ άπειρο.
Θα επανέλθω στα γνωστά συνηθισμένα δηλαδή!
Μέχρι τότε υπομονή.
Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω δημόσια ένα αταίριαστο καστ ατόμων που με περιστοιχίζουν και έδωσαν δυναμικό παρόν στα προβλήματά μου όταν τους χρειάστηκα, είτε τους κάλεσα είτε όχι.
Δεν θα το κάνω εδώ, όχι από εγωισμό αλλά επειδή ανησυχώ μήπως και από την απερισκεψία μου ξεχάσω μερικούς. Ελπίζω πως δεν θα μου μανίσουν και να είναι βέβαιοι πως όσο λειτουργεί το κουρκουτιασμένο μου, η συμβολή τους δεν θα ξεχαστεί ΠΟΤΕ (έως το Αλτσχάιμερ λέμε).
Στα εύκολα και τα δύσκολα που αναπόφευκτα θ’ ακολουθήσουν.
Εδώ είμαστε για άλλη μια χρονιά.

Υ.Γ. Το ταξίδι για το Νησί του Πάσχα αναβάλλεται προς στιγμή. Σκέφτομαι να καλέσω μια ψυχή για παρέα. Είναι σκληρό πράγμα η μοναξιά.
Υ.Γ.2.Το μόνο παρήγορο είναι πως το εκεί δημοτικό κηφηναριό δεν πρόκειται να μας φλομώσει στα κάγκελα και τους Καρουζέλληδες! Το νου σας ρεμάλια! Είπαμε μαλάκωσα, αλλά η συγκίνηση δεν διαρκεί μόνιμα!
Υ.Γ.3. Θανασάκη και Μαρία, συγχαρητήρια δημοσίως για τον δεύτερο υιό! Παραλίγο το πρώτο παιδί του χρόνου. Κάθε προβλεπόμενη ευτυχία.
Υ.Γ.4. Μαύρη Οχιά που σας έφαγε καημένοι!
Υ.Γ.5. Καλορίζικο το 2008!