Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2007

Καμένοι στη μετάφραση

Πολύ γουστάρω μα σας γράψω για τους Ρασταφάρι, τα Τζα, τον Σελασιέ. Να σας πω τον τρόπο και την υπερβολή με την οποία το εξωτικό και απόμερο νησί της Ιαμαικής, πρώην βρετανικό προτεκτοράτο, έφτασε κάποτε ενώπιον ενός εμφυλίου πολέμου. Αν αφήσουμε παραπέρα τα στερεότυπα που γνωρίζουμε, με τους μπάφους και τη ρέγγε, ίσως αντιληφθούμε μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Όμως καθαρά λόγω χώρου, θα ξανασυναντήσουμε αυτή την ιστορία κάπου στο μέλλον.
Ο αείμνηστος (κλαπ, κλαπ) Μπάμπης των Μάρλευ με τη μουσική του έχει γίνει σήμα κατατεθέν (trademark) αυτής της μικρής χώρας και χωρίς αυτόν σήμερα δεν θα υπήρχε στον χάρτη.
Για την ώρα φανταστείτε κάτι σαν τη δική μας χούντα με τον Μπάμπη να είναι ο Θοδωράκης, το Πολυτεχνείο, ο Καραμανλής και η Μούσχουρη. Μαζί!
Τα κομμάτια του είναι πασίγνωστα και πιθανόν τα πιο τραγουδημένα και διασκευασμένα μετά από εκείνα των Beatles και των Rolling Stones.
Ίσως το πιο διαδεδομένο να είναι το «No Woman, No Cry».
Μικρός ήμουν Δεν έδωσα και πολύ σημασία στον στίχο. Ψυχοπονιάρικο και με την λέξη «γυναίκα» και «δάκρυ», μου έκανε. Για τις περιπτώσεις εκείνες τις στενάχωρες. Ένας χωρισμός, ένας καβγάς, μια χυλόπιτα, ότι θέλετε βάζετε. Και να λέει μεταξύ άλλων ο Μπάμπης
«Good friends we had, good friends we’ve lost, along the way»
Για να καταλήξει στο
«Everything is gonna be all right»
Και εγώ στον κάθε νταλκά. Για την Μπέλα, την Στέλλα, την Κρουέλα και την μις Βενεζουέλα. Τα ονόματα δεν είχαν σημασία. Εξάλλου σπάνια ήταν τα ίδια. Και αυτό να γίνεται για χρόνια…
Από ένα σημείο και έπειτα είχα μια υποψία αλλά πάντα δίσταζα να τα συνδυάσω. Ίσως επειδή με είχε βολέψει και θα ξενέρωνα.
Μία μέρα, μια άγνωστη μου κοπέλα έπαιζε μουσική στο ράδιο. Και είπε αυτά που ήθελα εγώ να ακούσω για το συγκεκριμένο κομμάτι. Μέχρι που πήρε ένας σοφός ακροατής και μου άλλαξε τον κόσμο.
Αφού είπε πως το τραγούδι του Μπάμπη είναι πολιτικό (όπως τα περισσότερα άλλωστε), έδωσε την δική του και μάλλον ορθή ερμηνεία. Ο Μπάμπης δεν μιλούσε για γυναίκες όπως πεισματικά ήθελα να πιστεύω. Εννοούσε το εμφανές «Όχι γυναίκα, μην κλαις» και ήταν τα λόγια ενός αντάρτη στρατιώτη προς τη μάνα του νεκρού. Ήταν αυτό το γ@μημένο κόμμα που δεν το άκουγες και δεν άλλαζε απλά ένα τραγούδι, γκρέμιζε έναν ολόκληρο κόσμο. Τον δικό μου..
Σαν να καθόμουν παιδί κάτω από το δέντρο τα Χριστούγεννα και να μου έλεγαν πως δεν υπάρχει Αϊ Βασίλης.
Βρισκόμουν σε δίλλημα. Ανάμεσα στην πεζή πραγματικότητα και την άφθαρτη ονειροβασία. Επέμεινα στο δεύτερο. Γιατί απλούστατα ήθελα να το ερμηνεύσω με τον τρόπο εκείνο που με εξυπηρετούσε. Εδώ δεν συζητάμε για σωστό ή λάθος.
Οι περισσότεροι καταλαβαίνουν αυτό που θα ήθελαν και όχι αυτό που τους μοιραζόταν ο καλλιτέχνης.
Αν το δω καθαρά εγωιστικά και ψάξω για δικαίωση, θα ανατρέξω στο σχετικά πρόσφατο βιβλίο της Ρίτας Μάρλευ, γυναίκα του συγχωρεμένου. Που εν γνώσει της διάλεξε το «No Woman No Cry» για τίτλο της αυτοβιογραφίας της. Φυσικά και ένα κόμμα είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Όμως για την Ρίτα, εμένα και χιλιάδες νοματαίους είναι μια παράληψη ιδιαίτερα σημαντική.

Η περίπτωση του Μπάμπη είναι σχετικά αθώα. Όσα γνωρίζω για τον Μάρλευ με καθησυχάζουν και πιστεύω πως δεν θα τον ενοχλούσε και πάρα πολύ η συγκεκριμένη αυθαιρεσία. Υπάρχουν διαφορετικές όπου όχι μόνο θα ενοχλούσαν τον δημιουργό, αλλά αν ήταν και αυτός πεθαμένος, θα έκαναν τα κόκαλά του να τρίζουν στον τάφο!
Ο Γιωργάκης ο Όργουελ για παράδειγμα.
Με μια πρώτη ματιά, κάνει μπαμ πως ο Γιωργάκης τα είχε με τους Σοβιετικούς και τον Στάλιν. Ήταν η εποχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου καθένας από τους Συμμάχους τράβηξε τον δικό του δρόμο. Δημιουργήθηκαν οι δύο πόλοι του μετέπειτα Ψυχρού Πολέμου. Από τη μια οι Σοβιετικοί (κομμουνιστές, σοσιαλιστές όπως θέλετε) και από την άλλη οι Βρετανοί με τους Σιχαμένους (ιμπεριαλιστές, καπιταλιστές, επίσης όπως θέλετε). Κάθε πλευρά δαιμονοποιούσε την άλλη και αξιοποιούσε κάθε μέσο είχε στη διάθεσή της.
Το 1948 και χωρίς να δεχτεί κάποια παρότρυνση ή κατευθυντήρια γραμμή, ο Όργουελ έγραψε το φουτουριστικό μυθιστόρημα «Ο τελευταίος άνθρωπος στην Ευρώπη». Πολυεπίπεδο όπως τα περισσότερα έργα του. Για εμπορικούς λόγους το βιβλίο κυκλοφόρησε ως «1984» και σήμερα πλέον συγκαταλέγεται ως ένα από τα πιο διάσημα του 20ου αιώνα.
Με αρκετή αφέλεια αλλά και αρκετά κουτσουρεμένα, θα έλεγα πως πέρα από το χτίσιμο ενός (κατά πολλούς τρομακτικού) κόσμου και ένα απολυταρχικού τύπου καθεστώτος σε άμεσο παραλληλισμό με τα αντίστοιχα ναζιστικά και σταλινικά, ο Γιωργάκης γράφει εμφανώς για μια ιστορία αγάπης και προδοσίας ανάμεσα στον κεντρικό ήρωα Γουίνστον Σμιθ και την Ιουλία! Και άλλα πολλά…
Χωρίς να είναι απόλυτα καινοτόμο καθιερώθηκε ως σημείο αναφοράς και διαβάστηκε διαχρονικά. Για το προσωπικό απόρρητο και της (κρατικής) παρακολούθησης. Η έννοια του Μεγάλου Αδερφού (ο αόρατος ηγέμονας, ο Στάλιν) και η φράση «Οργουελικός» πηγάζουν από το συγκεκριμένο βιβλίο.
Προσωπικά πιστεύω πως η «Φάρμα των Ζώων» είναι το σημαντικότερο έργο του, γραμμένο με τις ίδιες εμμονές αλλά πιο καλοστημένο και διαχρονικότερο.
Στις αρχές του ’90 μια ολλανδική εταιρεία παραγωγής που αναζητούσε κάτι διαφορετικό στον τομέα της ψυχαγωγίας, έστησε το «Big Brother (is watching you)», εμπνευσμένη από μια επαναλαμβανόμενη φράση στο «1984». Πέρα απ’ την απήχηση του τηλεπαιχνιδιού, σταθμού για την σύγχρονη τηλεόραση, δημιουργήθηκε σάλος και προβληματισμός , ενώ ξαναεμφανίστηκε ο Όργουελ στο προσκήνιο. Οι ανησυχίες επεκτάθηκαν και στην πραγματική ζωή και το βαθμό όπου κάθε κράτος
Μια ολόκληρη γενιά ανακάλυψε εκ νέου το 1984. Και τμήμα της, χωρίς να δώσει ιδιαίτερη σημασία πέρα του βιβλίου, κατέληξε σε λανθασμένα (πάντα κατά τη γνώμη μου) συμπεράσματα. Εντόπισε μια προφητική διάθεση του Όργουελ!
Κάνοντας πάντα εικασίες, δίχως να είχα την τύχη να κουβεντιάσω ποτέ μαζί του ή να εντρυφήσω σε βάθος στο όλο έργο του.
Ακολουθώντας την καταγωγή και την εποχή του, ο Όργουελ διατηρούσε κάποιες αντιλήψεις, πολύ διαφορετικές από τις σημερινές. Είχε κάποιες εμμονές και κάποιες αντιπάθειες. Αν ζούσε και τις διατηρούσε, να είστε βέβαιοι πως δεν θα έτρεχε στα φόρουμ, δεν θα φορούσε μπλουζάκι Cuba, δεν θα μάζευε υπογραφές και να είστε σίγουροι πως δεν θα φορούσε τον μπερέ του Τσε.
Η ειρωνεία εδώ προκύπτει πως σε γενικές γραμμές, το κοινό που ευαισθητοποιείται σήμερα σε θέματα προσωπικού απορρήτου και αναζητά να διαβάσει ευλαβικά το «1984» αντιπροσωπεύει εκείνο που πολεμούσε ο Γιωργάκης, τότε και τώρα!
Συχνά πυκνά, πετυχαίνω πελάτες που ζητάνε το βιβλίο και μου αρχίζουν ολόκληρο κήρυγμα για τα «τι» και «πως» του Όργουελ, βασισμένοι στις 5-10 επιφανειακές π@παριες που διάβασαν σε κάποιο φυλλάδιο ή τους δίδαξε κάποιος φωστήρας στην κλαδική. Επειδή όμως άλλο εδώ και άλλο στο μαγαζί, προτιμώ να μην εκφράζω την άποψη μου ελεύθερα. Ειδάλλως μπορεί να μην τη σήκωναν τα πιξελάκια που έχετε μπροστά σας.

Κι αν στην περίπτωση του Γιωργάκη, δεν μπορεί κανείς να είναι προφητικός για κάτι που βασίζεται στα λεγόμενα του, δεν ισχύει το ίδιο για τον Νίκο Γκάτσο και το «Κεμάλ» που σας παρέθεσα χτες.
Υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο να γίνεις κατά κάποιο τρόπο προφητικός, ακόμη και αν δεν έχεις καμία απολύτως πρόθεση.
Δεν έψαξα να βρω ακριβώς το λόγο που συνεργάστηκαν Γκάτσος και Χατζηδάκις για το Κεμάλ. Με μια φευγαλέα ματιά σ’ ένα χθεσινό αφιέρωμα στον δεύτερο, έχω την εντύπωση πως πρόκειται για την μουσική μιας ταινίας. Χωρίς να παίρνω όρκο.
Ένα παραμυθάκι με εμφανώς αντιπολεμικά διδάγματα έγινε άθελα τους μια ολιγόλεπτη περίληψη για ότι εξελίσσεται στη διεθνή σκηνή τα τελευταία χρόνια.
Αρκεί να παίξετε λιγάκι με τα ονόματα και τις φράσεις. Έτσι τυχαία να αναφέρω Σαντάμ, ή ακόμα και Οσάμα!
Εντάξει, θα εμφανιστούν και κάποιοι συναισθηματισμοί στη πορεία, ας το ξεπεράσετε. Αρκεί να αναλογιστείτε λιγάκι το τετράστιχο στο τέλος.
Δεν υπήρξε δική μου έμπνευση. Τα συνδύασα κατά την δεύτερη τελειωτική εισβολή των Σιχαμένων στο Ιρακ. Σε ένα διάλλειμα , όταν άκουγα ραδιοφωνικά τους ανταποκριτές. Και μου έμεινε.
Κάπου διάβασα πως ο «Κεμάλ» ήταν η αφορμή να τα σπάσουν οι δυο δημιουργοί καθώς ο Μάνος ήθελε να παρέμβει σε κάποιους στίχους.

Έχω και μερικά ακόμη διαφορετικά παραδείγματα. Όπως τους Amparanoia, τον Φίλιπ Ντικ και άλλους λιγότερο γνωστούς. Όμως με πιέζει ο χρόνος και θα κλείσω εδώ.
Αν πρέπει να καταλήξω κάπου;
Από την αρχική ιδέα μέχρι την τελική αποδοχή και απόδοση υπάρχουν κάμποσα στάδια. Ο τρόπος αλλά και η χρονική στιγμή που κάτι βγαίνει στην επιφάνεια μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικά συμπεράσματα, εν γνώσει μας ή μη. Ενώ στην πλειονότητα των περιπτώσεων ο τερματισμός δεν μοιάζει καθόλου με την αφετηρία.
Όπως γράφω κάπου στην κορυφή:
Όλα είναι σχετικά
Ακόμη και όταν είμαστε βέβαιοι για κάτι.

Ίσως και ένας τυπάκος που αργότερα μάθαμε ως Νοστράδαμο, να χλαπάκιαζε παραισθησιογόνα και να έξυνε τα αρχ… του γράφοντας παραμυθάκια. Και να του δόθηκε παραπάνω σημασία απ’ ότι έπρεπε. Και σήμερα να τον λαμβάνουμε στα σοβαρά. Είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι, οι περισσότεροι έχουμε ανάγκη από παραμυθάκια και προφήτες.
Για την ώρα επιτρέψτε μου να διατηρήσω τις επιφυλάξεις μου.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Το έτος 2050,
η κατάσταση στα σουπερμάρκετ βρίσκεται εκτός ελεγχου.
Εμφανίζεται ξανά ο Ποθ.
Το 2007 κυκλοφόρησε τα Χουλιγκάνια του Πριζουνίκ που μετέπειτα ονόμασε Κυρά Σούλα για εμπορικούς σκοπούς.
Οι φράσεις
"της Κυράς Σούλας"
και
"Ποθιαία οπτική"
πηγάζουν από το βιβλίο!
Ο κόσμος ανακαλύπτει έναν ξεχασμένο Νοστράδαμο που έξηνε τα αρχίδια του πίνωντας φραπελιά!

thinkpo8 είπε...

Λιγάκι κακιασμένο Κρουέλα
αλλά με έφτιαξες!
Το άσχημο είναι πως δυστυχώς το '50 μπορεί να είμαι 72 ετών.
Και οι φραπελιές κομένες.