Τετάρτη 28 Μαΐου 2008

Παρασκευή 23 Μαΐου 2008

Σώστε την πόρνη Ιουλία απ' το Λα Παζ (η έκληση της αδελφής)

(το μελιδόνι όπως ακριβώς έφτασε, πρόχειρη μετάφραση)
Γειά σας,
Ονομάζομαι Βαλέρια Ζοζεφίνα Ντελ Γκρανάδο. Είμαι 28 ετών και ζω μαζί με την αδερφή μου Ιουλία Πεπίτα, 24 ετών στις φτωχογειτονιές της Λα Παζ, πρωτεύουσας της Βολιβίας. Ίσως την γνωρίζτε καθώς βρίσκεται σε υψόμετρο 3640 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας.
Οι γονείς μας άφησαν μια μικρή μονοκατοικία. Δίχως βοήθεια από τους συγγενείς μας, έπρεπε να δουλέψουμε για να τα καταφέρουμε. Η φτώχεια και η ανεργία είναι έκδηλη παντού. Δεν τα παρατήσαμε. Παλεύαμε συνέχεια για ένα πιάτο φαγητό.
Η Ιουλία Πεπίτα αξιοποίησε τις διασυνδέσεις της και κάνει πιάτσα στους δρόμους της Τσικουγιάπου, στις κακόφημες συνοικίες. Είναι εκείνη που μας συντηρεί και τις δύο, ακόμα και αν πρέπει να δέχεται άγνωστους φαλλούς πολλές φορές κάθε μέρα.
Μην κρίνετε εκ του ασφαλούς. Η ζωή είναι πολύ σκληρή και η θέληση για επιβίωση δεν είναι ποτέ ντροπή. Η μικρή μου αδελφούλα έγινε πόρνη, αλλά βολευτήκαμε.
Δεν λείπουν οι περιπτώσεις που ευχαριστημένοι πελάτες της, βοηθάνε στο σπίτι. Πέρυσι ο Ιλάριο ασβέστωσε τα ντουβάρια, ενώ μόλις την προηγούμενη εβδομάδα μια ομάδα από εποχιακούν δασοπυροσβέστες μας έφτιαξαν τα κεραμίδια στην σκεπή.
Δόξα στον Κύριο, με πίστη και αφοσίωση τα βγάζουμε πέρα.
Μπορεί να μην εγκρίνω το επάγγελμα της Ιουλίας, όμως την αγαπώ και τη σέβομαι. Για τον λόγο αυτό αποφάσια να σας στείλω αυτό το γράμμα.
Εδώ στις Άνδεις, το οξυγόνο είναι αραιό και η αναπνοή γίνεται με δυσκολία. Για να ανταπεξέλθει κάποιος που μοχθεί, καταφεύγει στα φύλλα κόκας και την μηχανική υποστήριξη.
Ανησυχώ για την αδελφή μου. Όποτε δεν επέστρεφε μαστουρωμένη σπίτι, ήταν καταπονημένη και σταδιακά παουσίασε αναπνευστικά προβλήματα. Σήμερα πλέον, τρέμω κάθε φορά που ξεκινά το μεροκάματο και δεν μου μένει τίποτα άλλο από το να προσεύχομαι για εκείνη.
Όμοιο πρόβλημα αντιμετώπιζαν και οι υπόλοιπες πόρνες της περιοχής. Έτσι, μια μέρα, εμείς όλοι οι συγγενείς τους δημιουργήσαμε την οργάνωση «Σταματήστε την πορνεία πάνω από τα 3500 μέτρα» (Stop prostitution over 3500m). Πάρα πολλοί απλοί άνθτωποι ενισχύουν το σκοπό μας.
Ήδη ξεκινήσαμε την συλλογή υπογραφών για να ευαισθητοποιήσουμε τις κοινότητες γι’ αυτό το σοβαρό πρόβλημα.
Όλοι μαζί ενωμένοι, θα προσπαθήσουμε να επαγρυπνήσουμε όλους εσάς ώστε να καταφέρουμε να σώσουμε όλες εκείνες τις γυναίκες της Λα Παζ όπως την Ιουλία από το αργό μονοπάτι του άσθματος και του θανάτου.
Δώστε λίγη προσοχή στα λόγια μου. Αν και εφόσον συμμερίζεστε το πρόβλημα, ενδεχομένως να ενωθείτε μαζί μας στην έκληση μας προς την κυβέρνηση της Βολιβίας, το δημοτικό διαμέρισμα της Λα Παζ και τον ΟΗΕ.
Μπορείτε να αφιερώσετε μερικά δευτερόλεπτα για να υπογράψτε το αίτημά μας (Petition) στην ιστοσελίδα της οργάνωσής μας:
http://www.stoprostitution3500m.org/
Δεν απαιτείται κάποιου είδους εγγραφή ή συνδρομή.
Η συμμετοχή σας, μας είναι αρκετή.
Επιπλέον πληροφορίες στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο:
jdelgranado@stoprostitution3500m.org
Δεκτές μόνο σοβαρές επιστολές στα αγγλικά ή τα ισπανικά.
Προωθήστε το email σε όλους σας τους φίλους κια συνδέσμους. Διαφορετικά θεωρείστε συνυπεύθυνοι για το δράμα εκατοντάδων
Μην τις αφήνετε σε αργό θάνατο!

Τετάρτη 21 Μαΐου 2008

Fiscal Situation

Για να προλάβω κακεντρέχειες, χτες Τρίτη βράδυ έμεινα έξω μέχρι αργά.
Έχω και μάρτυρες εφόσον χρειαστεί!
Ποτισμένος και νυσταγμένος γύρισα το κλειδί στην πόρτα της παράγκας. Μέχρι που ακούστηκε μια φωνή από τον ερημωμένο διάδρομο...
«Σε τι κόσμο θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας Θινκ Ποθ» ;;;
Στρέφοντας το κεφάλι, δεν υπήρχε κανείς.
«Κακομοίρη...» ψιθύρισα και πήγα να την πέσω.
Μετά, θυμήθηκα ένα σκοπό... και τον μελοποίησα!
...
Can you see it?
Can you see it?
You have to cover me.
What goes wrong when I’m noting,
What I want when I’m buying…
Ohooh….

Can you feel it?
Can you feel it?
That I’m not a little wank,
You’ re misunderstanding my way,
And the tolls that I ought to pay.

Tomatoes for three fifty is a luxury for you,
Use your imagination, it’s often very cruel,
My fiscal situation
Boy you have to bargain hard
To afford a rather descent greek salad

With open books,
With open books,
Well I’m sorry but I think not.
Sometimes I’m acting like a loser,
Sometimes beggar,
Sometimes like the lot.

My fiscal situation it’s a misery for you,
Use your imagination, it’s not easy but it’s true
My fiscal situation
Boy you have to try it hard
To gain evaluation according to my bank

Δευτέρα 19 Μαΐου 2008

Φιλοσοφία του ανελκυστήρα

Ως γνήσιος γραφειοκράτης, ο φίλος Αστραπόγιαννος, ξεκινούσε την μέρα του από νωρίς. Μάζευε ύπνο για να έχει την απαιτούμενη διαύγεια για να αντιμετωπίσει ορδές αριθμών σε λιβάδια ακαταλαβίστικης χαρτούρας.
Όποτε είχε αμφιβολίες ή την παραμικρή ενόχληση, πλακωνόταν στις πολυβιταμίνες και τα τζίνσενγκ. Μέχρι να φτάσει στα γραφεία του διάσημου οργανισμού που ξημεροβραδιαζόταν, είχε αποβάλει οτιδήποτε θα μπορούσε να του αποσπάσει την προσοχή.
Η μοναδική αυτή ικανότητα να παραμένει συγκεντρωμένος διαρκώς, αποτέλεσε τον κύριο λόγο που επιλέχθηκε εκείνος σ’ ένα τόσο νευραλγικό πόστο και όχι κάποιος άλλος.
Ένα μικρό λαθάκι ήταν αρκετό για να προκύψουν αλυσιδωτά προβλήματα, αχρείαστες παρερμηνείες και κάμποσα επιπλέον κατεβατά αλληλογραφίας. Επομένως μια στιγμή απροσεξίας θα συντελούσε σε απροσδιόριστες και απλήρωτες υπερωρίες.
Έντιμος και εργασιομανής, ο Αστραπόγιαννος ήταν γνωστό πως δεν θα τα παρατούσε, παρά μόνο όταν θα είχε καταφέρει να διορθώσει τις όποιες γκάφες.
Η δουλειά ανταγωνιζόταν επάξια την νεοσύστατη οικογένεια του. Μια διαρκής διαμάχη ανάμεσα στο «ευ ζην» και τα «προς το ζην». Ανεξαρτήτως έκβασης, το μόνο σίγουρο ήταν πως κάτι έλλειπε από τον πλαστικό και τυποποιημένο κόσμο του φίλου μας.
Το «ζην επικινδύνως»!
Εδώ οι απόψεις διίστανται. Άλλοι επιζητούν τέτοια ηρεμία, ενώ άλλοι την καταριούνται. Ο Αστραπόγιαννος είχε κάνει τις παραδοχές που χρειαζόταν και δεν έδειχνε να προβληματίζεται καθόλου με το ζήτημα.
Μεταξύ σοβαρού και αστείου, περηφανευόταν ότι το απρόβλεπτο κομμάτι της ημέρας του περιοριζόταν στα δευτερόλεπτα του ασανσέρ, όταν δηλαδή θα μοιραζόταν ελάχιστα τον κλειστό χώρο με κάποιον άγνωστο.
Ίσως το πλέον αμήχανο προϊόν του αστικού πολιτισμού!
Τύποι απροσδιόριστων εθνικοτήτων με κουστούμια σε αυστηρούς χρωματισμούς και γυναίκες καριέρας στα σοβαρά ταγεράκια. Έτσι, για να μην φανταστείτε οτιδήποτε που να ξεφεύγει.
Κι όμως, για εκείνον, η διαδικασία υδραυλικής ανύψωσης μέχρι τον έκτο όροφο ήταν ότι πλησιέστερο σε περιπέτεια είχε να παρουσιάσει.
Τώρα πλέον, μπορεί να δικαιολογείται γιατί ο αγαπητός Βρυξελιώτης μας επισκέπτεται τακτικά και επιζητεί ιστορίες που ξεφεύγουν από τις συνεχιζόμενες μέρες καρμπόν!
Παρά τον μονόχνοτο κόσμο που περιφέρεται, ο Αστραπόγιαννος δεν είναι μονοδιάστατος. Το αντίθετο μάλιστα. Συλλέγει οτιδήποτε είναι ικανό να προσφέρει τριπάκια του μυαλού και παραπέρα.
Πρόσφατα, σε κάποιο από τα πανομοιότυπα πρωινά του, κάλεσε το ασανσέρ και προχώρησε προς το εσωτερικό. Λίγο πριν κλείσει η πόρτα, την προλαβαίνει ένας άγνωστος.
Αφού αντάλλαξαν μισό βλέμμα, περίπου σαν «καλημέρα», καθένας πάτησε τον όροφο που επιθυμούσε. Το «4» και το «6» είχαν φωτίσει στα μεταλλικά κουμπιά.
Κόσμος έρχόταν και έφευγε διαρκώς στο διάσημο κτήριο. Σπάνια αποτυπώνονται φάτσες. Έτσι και με τον ξένο, με το στρογγυλό πρόσωπο και την ξανθωπή γενειάδα. Τον έκοψε ο δικός μας, αλλά δεν του έλεγε τίποτα.
Ακολούθησε η συνηθισμένη αμηχανία.
Ένας κοιτούσε το πάτωμα και άλλος την γυαλιστερή σφραγισμένη πόρτα. Κλασική αντίδραση των περισσότερων.
Ώσπου ο μουσάτος πήρε μια φυσιολογική και ανθρώπινη πρωτοβουλία, ασχέτως που η κοινωνική μας συμπεριφορά τείνει να την περιθωριοποιήσει.
Τι φοβερό και τρομερό έκανε λοιπόν ;;;
Ξεκίνησε κουβέντα, αξιοπρόσεκτο για την βόρεια καταγωγή του. Προς στιγμή, ο Αστραπόγιαννος το βρήκε επιθετικό και έκανε ένα σωρό σενάρια στο κεφάλι του. Όμως, αμέσως μετά συνειδητοποίησε πως ήταν ότι πιο λογικό.
Δεν διαφοροποιήθηκαν πολλά. Οι δυο τους εξακολουθούσαν να κοιτάζουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Ο «συνοδοιπόρος» μοιράστηκε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με μονόλογο:
«Είναι ένα χτισμένο δωμάτιο. Θα μπορούσε να είναι στρωμένο με χρήμα, θα γινόταν να είναι γεμάτο με χρυσές ράβδους ή ακόμα να περιέχει ένα μπαούλο με πολύτιμες πέτρες...»
Εκτιμώντας την πρωτοβουλία, ο Αστραπόγιαννος κούνησε καταφατικά το κεφάλι και άφησε ένα υφάκι ικανοποίησης, σαν να κατάλαβε ακριβώς τα περιεχόμενο.
Τελικά, όπως αποδείχτηκε... αρχ.. κατάλαβε!
Εντάξει, ενδεχομένως να απάντησε με κάποιο γενικόλογο στα πλαίσια της στοιχειώδους ευγένειας, αλλά μέχρι εκεί.
Μήπως να ήταν μια πρωτότυπη ατάκα απεμπλοκής ;;;
Σωστός επαγγελματίας, το κράτησε εκτός εργασίας, αλλά δεν ξέχασε. Επέστρεψε και μπήκε στη διαδικασία να το φιλοσοφήσει, έστω κι αν επρόκειτο για ένα παιχνίδι.
Το περιεργάστηκε στο δρόμο, το συζήτησε με την γυναίκα του. Μέχρι και πριν κοιμηθεί, έκλεινε τα μάτια και φανταζόταν ένα εικονικό, σφραγισμένο δωμάτιο.
Πέρασαν μέρες και δίχως να του γίνει εμμονή, κάθε πρωί κοιτούσε τριγύρω μήπως πετύχει ξανά τον περίεργο τυπάκο. Είχε απορίες, έψαχνε για διευκρινήσεις.
Όμως ο μουσάτος δεν έτυχε να βρεθεί στον δρόμο του. Έτσι, παρέμεινε στα δεδομένα του γρίφου:
Ένα κλειστό δωμάτιο. Τέσσερις και δυο, μας κάνουν έξι. Έξι ντουβάρια και ο ίδιος μέσα. Άραγε, τι σημασία είχε ποιο θα ήταν το πολύτιμο περιεχόμενο ;;; Είχε σημασία ;;;
Έγκλειστος και χωρίς δίοδο διαφυγής, ότι και να κρατούσε στα χέρια του, δεν θα είχε αξία. Αφού αδυνατούσε να το εκμεταλλευτεί, να το ξοδέψει και να συγκριθεί με τους υπόλοιπους έξω.
Κατέληξε σε ένα μάταιο αδιέξοδο.
Θα γινόταν ένας πλούσιος φυλακισμένος.
Πήρε απόφαση και απλά περίμενε, μήπως συναντηθούν εκ νέου. Μια μέρα τον είδε να περιμένει το ασανσέρ στο ισόγειο. Με βήμα ταχύ, σχεδόν τρέξιμο τον πρόλαβε, αγνοώντας τον περιβάλλοντα καθωσπρεσπισμό.
Χαιρετήθηκαν σωστά εκείνη τη φορά.
Ήξερε τι έπρεπε να απαντήσει. Βιαζόταν να αποστομώσει τον τυπάκο. Νόμιζε πως επισημαίνοντας την ελευθερία, έκανε ένα είδος εσωτερικής επανάστασης. Πολύ περισσότερο, θα εναντιωνόταν σε κάποιον που κατέταξε τα υλικά αγαθά παραπάνω από τις θεμελιώδεις αρχές του ανθρώπου.
Σαν να κραύγαζε:
«Εμείς σκατόφλωρε Ευρωπαίε ζήσαμε ένα Πολυτεχνείο»!
Τρόπος του λέγειν, σιγά μην είχε γεννηθεί τότε. Απλά τρελαινόταν με το όλο κλίμα και ήθελε να το μεταδώσει εκμεταλλευόμενος το περιστατικό. Επειδή ανατράφηκε με τρόπους, φρόντισε τα λεγόμενά του να μην ακολουθούν τις επιθετικές του σκέψεις.
«Δεν με πειράζει τι θα υπάρχει μέσα στο δωμάτιο. Το μόνο που θέλω από εσένα είναι να δημιουργήσεις μια ρωγμή, ψηλά στο ταβάνι. Ώστε να την κοιτάζω και να ελπίζω πως θα έλθει κάποτε η ώρα της ελευθερίας...»
Γεία σου και χαρά σου, Αστραπόγιαννε θριαμβευτή!
Για τα δεδομένα του, ήταν σαν πλακωνόταν στην πρώτη γραμμή της διαδήλωσης με τα μπατσόνια και αφού είχε αμολήσει μια ντουζίνα μολότωφ, να τον είχαν μπαγλαρώσει αλυσοδεμένο στην κλούβα, υπό τις αγωνιστικές ιαχές των συντρόφων του!
Μια άτυπη επανάσταση του χαρτοκόπτη!
Ένοιωσε πως αποστόμωσε τον μουσάτο, οπότε δεν περίμενε κανενός είδους ανταπόκριση. Εκείνος περίμενε σιωπηλός να εξέλθει στον τέταρτο.
Μόλις η θύρα σταμάτησε στο όροφο, ο τυπάκος γυρίζει και τον κοιτάζει με παράπονο.
«Καλή σας μέρα. Αν θέλετε σκεφτείτε αυτό: ουδέποτε σας ζήτησα να κλειστείτε σε εκείνο το δωμάτιο. Μόνος σας υποθέσατε κάτι τέτοιο. Μερικές φορές ο άνθρωπος επιζητά την ελευθερία αφού πρώτα δημιουργεί αυτοβούλως τις συνθήκες εγκλεισμού του».
Όπως φαίνεται, ο φίλος μας διάλεξε τον ρόλο του επαναστάτη εμπρηστή και δεν έφυγε παρά μόνο ως ένας πυροσβέστης της σειράς! Με το συμπάθιο δηλαδή.
Καλύπτοντας το πληγωμένο γόητρο, αρκέστηκε να ρωτήσει:
«Φροϋδικό» ;;;
Για να παραλάβει κάτι απλούστερο:
«Μάλλον... δικό μου. Πιάνει πάντοτε», χαμογέλασε εκείνος.
Στο κτίριο της απερίγραπτης καβάντζας, ο Αστραπόγιαννος πρέπει να διαπίστωσε πως εξακολουθεί να υπάρχει χώρος για επαναστατικά ψήγματα.
Επίσης, θα συμπλήρωνα πως υπό το βάρος ιδιαίτερων συνθηκών, απλές, καθημερινές φράσεις κινδυνεύουν να παρερμηνευτούν. Διατηρώντας το ρίσκο της παρεξήγησης και θυσιάζοντας την λογική για χάρη της επικοινωνίας, ο ξανθωπός μουσάτος βόρειος είχε πετύχει κάτι αυτονόητο:
Σε ένα αποστειρωμένο και άχρωμο κόσμο, φίσκα στα ρομποτάκια, εντόπισε χωρίς ιδιαίτερο κόπο κάποιους με απομεινάρια ανθρωπιάς!
Αν η ιστορία ήταν πραγματική, ο παλιός μου φίλος θα ανακάλυπτε έναν αξιόλογο τύπο να ανταλλάξει μια καλημέρα, μέσα στο θηρίο που είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται συνέχεια.
Η προτροπή μου έχει σκοπό να ξυπνήσει τον δοκιμασμένο του χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση να ηθικολογήσει. Εξάλλου, πρέπει να διατηρεί αρκετούς πάνω από το κεφάλι του με αυτό τον άχαρο ρόλο!
Παραπονέθηκε τελευταία πως στους υπόλοιπους δημιουργώ βουνά και λαγκάδια για να τους χωρέσω σε μια αναφορά, ενώ σ’ εκείνον αρκούμαι σε μια λιτή παρένθεση!
Άκουσε Φιλαράκο, σκέφτηκες ποτέ ότι δεν θα χωρούσες σε κάτι παρόμοιο ;;;
Θα μπορούσες να αναλογιστείς απλά πως είσαι γεννημένος να βολοδέρνεις εκεί που βρίσκεσαι! Οτιδήποτε διαφορετικό θα σε καθιστούσε αυτόματα «εκτός υδάτων»!
Χτύπησα υπερωρίες για να σε αποκαταστήσω στην επιθυμητή σου διάσταση, μην το παραλείπεις σκοπίμως!
Εύχομαι να μας επισκεφτείς σύντομα σε κάποια άδεια, διαφορετικά η σχέση μας πλησιάζει το φάσμα του «εικονικού» κι αν μη τι άλλο, φλερτάρει με το... «φανταστικό»!

Στον φίλο και μόνιμο συναγωνιστή...
Και στις ατέλειωτες αναζητήσεις...

Παρασκευή 16 Μαΐου 2008

Πέμπτη 15 Μαΐου 2008

Γύρνα Πίσω, Κόκκινη!

Πως μεγάλωσε το χάσμα ;
Ξακουστό κόκκινο πλάσμα!
Τρεις βδομάδες μακριά σου.
Πίνω μπύρες. Στην υγειά σου!

Κι αν δεν βλέπω Μαμαλάκη,
Την πληρώνει το γατάκι,
Που κρατώ για κομπολόι,
Και ορέγομαι τη Λόη!

Μάλλον το ‘ριξα στην πλάκα,
Θα με κόψεις για μαλάκα,
Μα, αν ρωτήσω τον Βερύκιο,
Κάπου θα ‘βρει ένα δίκιο!

Φαίνεται, με πήρες πρέφα.
Τα παράπονα στη Βέφα!
Κλείνω, πέφτουνε ειδήσεις.
Που θα πάει; Θα γυρίσεις!

Να προσθέσω μέχρι τότε,
Πως την βγάζω με Καπότε:
“Πρωινό στο Τιφανύς»
Δεν αντέχω. Να φανείς!

Περιμένω αυτή την ώρα,
Σαν τα γκολ του Βαλαώρα,
Σε αργές επαναλήψεις
Φρόντισε να μ’ εκπλήξεις!

(ποιός προσέχει τον φούρνο; πάλι το κάψαμε;)

Αυτά έχει η διεθνής καριέρα

Έπαιζα ένα πρωινό, εκεί στα τέλη του Σεπτέμβρη. Δεν ήταν προμελετημένο, από μια απροσδιόριστη διάθεση άρχισαν όλα. Μερικά κλικ, δυο ατάκες της στιγμής και την συνέχεια την ξέρετε.
Πάντα έγραφα, κουλά ή μη, δίχως να ολοκληρώσω τα περισσότερα. Δεν τα διάβαζε κόσμος, ίσως επειδή δεν το επεδίωκα. Τύχαινε μερικές φορές, κανένας μουσαφίρης να χαζεύει τα μισοτελειωμένα σεντόνια στον υπολογιστή, κάνοντας σχόλια.
Μέχρι εκεί...
Συλλέγοντας παραστάσεις και γνωρίζοντας ανθρώπους, είχα καταλήξει περίπου πως έπρεπε να προσδιορίσω τον όρο «συγγραφέας». Διατηρούσα ως πρότυπο έναν ιδιαίτερα ξεχωριστό και ταλαντούχο άνθρωπο, με μποέμ χαρακτήρα και κοφτερή αντίληψη.
Μην κοροϊδευόμαστε, ουδέποτε πίστεψα πως κάποτε θα μπορούσα να σταθώ επάξια δίπλα του, ούτε καν να τον πλησιάσω αντιγράφοντας. Ακόμη και σήμερα αποφεύγω να του κάνω ευθεία αναφορά, μάλλον γιατί μου χτυπά λίγο ιερόσυλα. Δυστυχώς για τους φίλους και αναγνώστες του, η τεράστια αυτή μορφή μας εγκατέλειψε ξαφνικά πριν μερικά χρόνια, ντάλα καλοκαίρι. Επιτρέποντας σε μια μεγάλη γκάμα χαρακτήρων να τον αποχαιρετήσουν εκεί που έπρεπε και να αναλογιστούν πως από μόνος του αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο ενός χωριού, μια εποχής και σωρειάς αναμνήσεων.
Βρέθηκα στην κηδεία του. Για πρώτη φορά, θα έδινα ότι είχα για να βρεθώ σε ένα απόμακρο πεζούλι, παρέα με τον εκλιπόντα. Ώστε να σχολιάζαμε με άθλιες φευγαλέες ατάκες τον εθιμοτυπικό και εθιμοταξικό αέρα... της κηδείας του! Σίγουρος είμαι, θα το επεδίωκε και ο ίδιος, εφόσον ήταν στο χέρι του.
Ένας αστραφτερό μυαλό, που χωρίς να γίνεται πικρόχολο, αξιοποιούσε στο έπακρο ένα περίβλημα κύρους και σοβαρότητας. Ήταν μια μοναδική ικανότητα που όριζε τον τρόπο που ζούσε και πορευόταν.
Αυτό εξακολουθώ να θεωρώ «συγγραφέας» και όχι το αντίθετο που επικαλούνται οι περισσότεροι σήμερα, όσο ψηλά και να βρίσκονται στην μαρκίζα. Δεν ασχολούμαι καν με τους... αυτοπροσδιοριζόμενους ή τους... επαγγελματίες. Θα γράψω κακίες και επειδή γνωρίζω κάμποσους, θα αποδοθεί λανθασμένα δόλος!
Γιατί μουρμουρίζω πάλι ;;;
Έχει παραγίνει το κακό τελευταία. Μην κάτσει να με συστήσουν σε κάποιο τρίτο. Οι μισοί θα χρησιμοποιήσετε το «γράφει» ή το «(είναι και) συγγραφέας».
Ξεφτιλίκι δεν είναι ;;;
Άλλο πράγμα να χαζέψεις κάτι που μπορεί να σου αρέσει και διαφορετικά να προσπαθείς να πειστείς πως έχεις το προνόμιο να συνομιλείς με κάποιον νέο... Δοστογιέφκι !!
Διόλου δεν την ψώνισα και ας φημολογείται το ακριβώς αντίθετο.
Για μια χούφτα φίλους και γνωστούς θέλω να γράφω.
Από εκείνους που δεν θα διστάσουν να μου την πουν αμέσως αν διακρίνουν τίποτα άκυρο ή στραβό.
(λείπει το επίμετρο... το απόγευμα)

Τρίτη 13 Μαΐου 2008

Ο Άνεμος του Μανωλάκη

«Μίλα μου για μετανάστες», ζήτησε το Π. καθώς ήμασταν άπραχτοι – αραχτοί στο σαλόνι της παράγκας.
«Δες τηλεόραση», δοκίμασα να το αποπροσανατολίσω δείχνοντας προς το κουτί που πρόβαλε αθόρυβα την βαφτισιμιά του Μητσοτάκη ανάμεσα σε μια χούφτα παλικάρια που χοροπηδούσαν σαν τα κατσίκια.
Δεν έπιασε.
«Πες μου», επέμεινε σαν να μην του είχα απαντήσει καν.
«Που θες να ξέρω, βιβλία πουλάω», στράβωσα δίχως διάθεση για στενάχωρες ιστορίες.
«Κατάλαβες τι θέλω… Από τότε που δεν πουλούσες βιβλία», έδειξε το πραγματικό του πρόσωπο. Πεισματάρικο και δεν του φαινόταν.
Υπάρχουν κάποιες εμπειρίες που δεν εξαργυρώνονται, με κανένα τρόπο. Στιγμές πόνου που δεν χωράνε πουθενά παρά μόνο σε εφιάλτες που δεν επιδιώκεις να θυμηθείς ξανά.
Δεν έπαψαν ποτέ να σε επισκέπτονται, μονάχα για να διαιωνίζουν ένα ερωτηματικό. Αν δηλαδή η φρίκη από το παρελθόν ήταν αληθινή ή απλά ένα παιχνίδι του μυαλού.
Εκείνη τη στιγμή δεν σήκωνε αναλαμπές της μνήμης που αξίζει να φυλάς στην λήθη. Τόσο προσωπικές που μένουν εκεί, ανεξάρτητα με το ποιόν έχεις απέναντι σου.
Δεν θα τη γλύτωνα. Συμπεριφερόταν σαν μικρό κακομαθημένο. Μούτρωσε, έσπρωξε, έκανε να φύγει. Κατά βάθος τρελαίνεται και ικανοποιείται όταν το αντιμετωπίζεις ανάλογα, άσχετα που εκνευρίζεται όταν του το επισημαίνεις.
«Η πείνα έρχεται. Ο άνθρωπος φεύγει», του λέω μήπως αποφύγω την άδικη έξοδο. Μερικές φορές πρέπει να θυσιάσεις κάτι, ειδάλλως μένεις μόνος…
Λογικό να μην έπιασε πολλά. Έκανε μια χειρονομία σαν να ζητούσε μετάφραση.
«Πριν αρχίσω να πουλάω βιβλία, άκουγα μουσική», στήθηκα πάνω από τον υπολογιστή και έψαχνα ένα παλιό κομμάτι.
Με το Π. μπορεί να κάνεις αρκετά εποικοδομητικά πράγματα. Το να φλυαρείς άσκοπα δεν είναι από τα δυνατότερα σημεία. Αλλά πάλι, ούτε να το διατηρείς σε κατάσταση γκρίνιας είναι ότι καλύτερο.
Πάτησα το κουμπί και άφησα το ίδιο τραγούδι να παίζει.
Σπανιόλικα δεν γνωρίζω και δεν υπάρχει λόγος να υποκρίνομαι. Κάτι λίγα από το ποδόσφαιρο μόνο. Όμως το συγκεκριμένο νομίζω πως δεν θα πάψω να το καταλαβαίνω.
Μέσα σε δύο λεπτά, με γλώσσα απλή, ο Μανωλάκης ο Τσάο είχε καταφέρει να χωρέσει τα πάντα. Χωρίς να γίνεται δεικτικός και μακριά από φανφάρες ζύγισε ουσιαστικά ένα χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, τόσο παλιό όσο η ύπαρξή της.
Άραγε, πόσες πίκρες και πόσες λυπητερές ιστορίες έπρεπε να αραδιάσω για να πετύχω να του μεταφέρω μια μικρή αλήθεια;
Αφήστε που δεν μου πάει το δασκαληλίκι!
Έπειτα από δυο – τρεις φορές ήμουν έτοιμος να του το μεταφράσω.
Χαμήλωσε την ένταση και κάναμε μια ενδιαφέρουσα για τα δεδομένα μας συζήτηση. Βλέπετε, σε αρκετές περιπτώσεις τα οπτικοαουστικά μέσα δίνουν λύσεις και αποτρέπουν αχρείαστες πολυλογίες!
Το περιεχόμενο της κουβέντας ας μείνει εκεί που το αφήσαμε χτες…
Αν έχετε διάθεση να την ψάξετε από μόνοι σας, δεν έχω παρά να ρισκάρω αποδίδοντας τους στίχους.
Ας σημειωθεί μια υπέροχη σύνθεση του hambre (πείνα) με το hombre (άντρας… άνθρωπος) χωρίς να προσθέσω περισσότερα γιατί θα με κράξουν εκείνοι που κατέχουν πέντε πράγματα!
Ελπίζω να μην το σκότωσα… πολύ.

El Viento (Ο Άνεμος)
Μανωλάκης Τσάο
Clandestino (πρόσφυγας; μετανάστης; ένα από τα δύο) – ‘98

Ο άνεμος απλά έρχεται
Ο άνεμος απλά φεύγει
Από τα σύνορα

Ο άνεμος απλά έρχεται
Ο άνεμος απλά φεύγει

Η πείνα έρχεται
Ο άνθρωπος φεύγει
Δίχως άλλο λόγο

Η πείνα έρχεται
Ο άνθρωπος φεύγει
Προορισμός Βαβυλώνα

Από τον αυτοκινητόδρομο
Από τον αυτοκινητόδρομο

Η καλή τύχη έρχεται
Η καλή τύχη φεύγει
Από τα σύνορα

Η καλή τύχη έρχεται
Η καλή τύχη φεύγει
Η πείνα έρχεται
Ο άνθρωπος φεύγει
Δίχως άλλο λόγο

Η πείνα έρχεται
Ο άνθρωπος φεύγει
Πότε θα επιστρέψει ;

Από τον αυτοκινητόδρομο
Από τον αυτοκινητόδρομο

Παρασκευή 9 Μαΐου 2008

Είσαι ότι διαβάζεις

Τι είναι άσπρο και κρατάει μαστίγιο ;;;
Δεν θα βιαστώ να σας δώσω την απάντηση. Ίσως επειδή όλα είναι σχετικά και οι απόψεις διίστανται. Επίσης δεν θα σας ζητήσω να μπείτε στην διαδικασία κατανάλωσης φαιάς ουσίας καθώς η στάθμη των αποθεμάτων ποικίλει και κάποιοι θα πρέπει να τα εξαντλήσουν.
Αντί εισαγωγής, θα επαναληφθώ και ας παρεξηγηθώ.
Το πετρέλαιο δεν θα απασχολούσε διόλου την καθημερινότητα μας εάν και εφόσον ένας λαμπρός νους κατάφερνε να αξιοποιήσει ενεργειακά το αγαθό που βρίσκεται σε αφθονία, είναι απόλυτα ανακυκλώσιμο και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Την ανθρώπινη βλακεία, για να διατηρήσω το κείμενο σε κάποιο επίπεδο!
Εντάξει, οι Σιχαμένοι μπορεί να μην χάσουν τον ρόλο της υπερδύναμης για άλλη μια φορά, όμως ελάχιστοι θα διαφωνήσουν:
Η Ψωροκώσταινα σίγουρα θα συμπεριλαμβάνεται στους G7!
Σελίδες ολόκληρες μπορούν να συνταχθούν για το επικείμενο επίτευγμα που θα βελτιώσει μια και καλή την ζωή μας, καθώς αναμένεται να υποβαθμίσει κάθε είδους παρενέργειες που οφείλονται στον μαύρο χρυσό.
Φαντασία πρέπει να έχετε, βρείτε μόνοι σας τι θα συμβεί…
Αν και υποβόσκει μια επικριτική διάθεση και μια τάση προς μικροπρέπεια, θα σφίξω τα δόντια μήπως και επιτύχω να διαβαστώ μέχρι την τελευταία σειρά. Πόσο μάλλον, αν σας κολλήσω το μικρόβιο της αμφισβήτησης ή της υποτυπώδους διασταύρωσης των ειδήσεων που διαβάζετε καθημερινά.
Αφού ξεκαθαρίσω πρώτα ότι αδυνατώ να προσδιορίσω τι ακριβώς κουβαλά ο οποιοσδήποτε, ειδικά όταν αγνοώ πλήρως την ύπαρξή του. Αν βολεύει, ας το ανακαλέσετε στην πορεία.
Πρέπει να το είχε η μέρα. Την Πέμπτη έλαβα πολλά και διάφορα μελιδόνια. Μεταξύ δελτίων τύπου, εκ βάθους εξομολογήσεων και ενοχλητικών διαφημιστικών, υπήρχε μία προώθηση (fw:) με τίτλο «Κάτι πρέπει να κάνουμε».
Έκανε μπαμ. Ήταν από εκείνα που κάπου χαμηλά γράφει χαριτωμενιές του στυλ:
«διάβασε το και μεταβίβασε το σε όποιον γνωρίζεις, διαφορετικά… θα πεθάνεις… θα σου πέσουν τα μαλλιά… δεν θα κάνεις σεξ ποτέ…»
Το φαινόμενο γνωστό ανεξαρτήτως περιεχομένου. Ονομάζεται phishing (σαν να γράφουμε «πσάρεμα») και ουσιαστικά ψαρεύει τον χρήστη όσο αφορά τα ενδιαφέροντα ή τις κοινωνικές του ευαισθησίες δίχως να χρειαστεί να του φορτώσει ένα κάρο ερωτήσεις.
Το διαβάζεις… τσιμπάς… το προωθείς…
Τίποτε το μεμπτό, καμία παρανομία. Απλώς, αύριο μεθαύριο ενδέχεται να λάβεις κάμποση σαβούρα με διαφημίσεις προσανατολισμένες στις ευαισθησίες που άφησες να διαφανούν προηγουμένως, από την ηλεκτρονική αλληλογραφία σου.
Η Στ. δεν με συνηθίζει σε παρόμοιες ενέργειες.
Εννοείται πως παραμένω αρκετά μηδενιστής για να μην το συνεχίσω προς τους δικούς μου συνδέσμους. Από περιέργεια, άνοιξα και ασχολήθηκα με το μελιδόνι, περισσότερο για να της την πω όποτε συναντιόμασταν εκ του σύνεγγυς.
Τι ήταν τόσο σημαντικό που ψάρεψε μέχρι και την μονίμως υποψιασμένη Στ ;;;
Μούφα ή μη, την επόμενη μέρα αφιέρωσα μερικές ώρες για να στοιχειοθετήσω τις επερχόμενες κατηγορίες.
Διατηρώντας μια πισινή κατέληξα στην παρακάτω ιστορία:

Κεντρική Αμερική, έναν χρόνο πριν.
Πριν με προλάβει ο Μανωλάκης ο Τσάο, θα το συμπεριελάμβανα σε δικούς μου στίχους γιατί από μικρός γουστάρω το ρίμα.
Μανάγκουα, (πρωτεύουσα της) Νικαράγουα.
Σε μια γκαλερί της πόλης διεξαγόταν μια εικαστική έκθεση. Μεταξύ άλλων, ένας δημιουργός από τη γειτονική Κόστα Ρίκα με το όνομα Γκιγιέρμο Βάργκας και ένα ψευδώνυμο ενός προφήτη που μου διέφυγε.
Όπως δήλωσε για το έργο του, αηδιασμένος από την ανθρώπινη αδιαφορία για τα αδέσποτα που λιμοκτονούσαν στα αστικά κέντρα. Βέβαια, σε μια περιοχή που η πείνα δεν θερίζει μονάχα τα ζώα και οι συνθήκες διαβίωσης απέχουν κάμποσο από τα δικά μας δεδομένα, οφείλω να μην παραλείψω.
Σε μια άδεια γωνία έγραψε το σύνθημα (φωτογραφία):
“eres lo qe lees” που σημαίνει «είσαι ότι διαβάζεις»
Φτιάχνοντας ένα ψηφιδωτό από ξηρή σκυλοτροφή (αυτή στην σακούλα).
Μέχρι εδώ καλά Η συνέχεια σοκάρει οπτικά.
Χαρτζηλίκωσε μερικούς πιτσιρικάδες και τους ζήτησε να του φέρουν ένα αδέσποτο σκυλί, όσο πιο άθλιο μπορούσαν να βρουν. Πράγματι, εκείνοι επέστρεψαν με ένα σκελετωμένο, δεν χρειάστηκε να ψάξουν πολύ.
Ο Βάργκας του φόρεσε κολάρο και το έδεσε πρόχειρα με ένα σύρμα.
Το άφησε όπως το βρήκαν στο δρόμο. Μόνο, αβοήθητο και περιθωριοποιημένο σε μια γωνιά.
Αφού του έδωσε το όνομα ενός αγαπημένου του λογοτεχνικού ήρωα και με μουσικό χαλί τον ύμνο των Σαντινίστας*, αποδίδοντας και πολιτική ευθύνη στο όλο σκηνικό εγκατάλειψης, έκθετε το αδέσποτο τρεις ώρες την μέρα, όσο διαρκούσαν οι επισκέψεις του κοινού.
Δίχως φαγητό και νερό.
Δυο – τρεις μέρες πρέπει να κράτησε το σκηνικό. Όπως υποστήριξε ο ίδιος, όταν έκλεινε η έκθεση, ταΐζε και πότιζε ο ίδιος το «έκθεμά» του.
Έπειτα, αφού πέρασε το όποιο μήνυμα σχεδίαζε με την ενέργειά του αυτή, άφησε ελεύθερο το ζωντανό στους δρόμους της Μανάγκουα και κανείς δεν το συνάντησε ποτέ ξανά.
Γνώμη μου πάντα, ο Βάργκας είτε στέκει στα μυαλά είτε όχι παρουσίασε μια πραγματικότητα και τίποτε παραπάνω. Όσο σκληρή και να είναι. Το κοκαλιάρικο αδέσποτο υπήρχε έτσι και αλλιώς. Οι πιθανότητες να επιβιώσει πρέπει να ήταν λιγοστές, αν όχι μηδαμινές. Και πάλι, ο Βάργκας δεν συντέλεσε προς το αναπόφευκτο.
Με τα λίγα που κατάλαβα, επισήμανε μια υποκρισία.
Για το συγκεκριμένο έργο, επιλέχθηκε να συμμετάσχει στην φετινή μπιενάλε της Κεντρικής Αμερικής. Άγνωστο αν θα αποφασίσει να στήσει πάλι κάτι παρόμοιο.

Το «έκθεμα» φωτογραφήθηκε και δέχτηκε επισκέψεις.
Πόσοι νοματαίοι να βρέθηκαν εκεί ;;;
Δέκα… εκατό… χίλιοι ;;;
Στατιστικά να το εξετάσουμε, θα περιλαμβάνονταν κάμποσοι φιλόζωοι. Ο σάλος που δημιουργήθηκε, ξεκίνησε πολύ αργότερα από την περίοδο της έκθεσης.
Οι εικόνες με το αφημένο στη μοίρα του σκυλί σόκαραν και έκαναν την εμφάνισή τους παντού. Ισπανόφωνες οργανώσεις τις συνέθεσαν και κυκλοφόρησαν ένα σύντομο βίντεο όπου την εικόνα (όχι πλάνα) διαδέχονται μηνύματα για το ηθικό του ζητήματος.
Έπειτα, έχω μια υποψία πως ξεκίνησε το ράδιο αρβύλα.
Για να καταλήξει σε κάτι που έμοιαζε με το παρακάτω:

«Tο 2007 ,ο Guillermo Vargas Habacuc, ένας ξεφτιλισμένος 'καλλιτέχνης' , πήρε ένα αδέσποτο σκυλί, το έδεσε με ένα κοντό σχοινί
στον τοίχο μιας Γκαλερι 'τέχνης' και το άφησε να πεθάνει αργά απο την πείνα και τη δίψα:
Για αρκετές μέρες, ο δημιουργός αυτής της απίστευτης βαρβαρότητας και οι επισκέπτες αυτής της Γκαλερι 'τέχνης' στάθηκαν απαθείς θεατές της αγωνίας του δύστυχου ζώου,μέχρι που τελικά πέθανε από την εξάντληση αφού πρώτα βίωσε μια επίπονη, παράλογη και αδιανόητη δοκιμασία.
Δεν είναι μόνο αυτό: η αξιότιμη Biennale κεντρικής αμερικής πήρε την αισχρή απόφαση , οτι η κτηνωδία που έκανε αυτό το υποκείμενο πρόκειτε για τέχνη , και κάλεσε τον Guillermo Vargas Habacuc να επαναλάβει την κτηνωδία του επισήμως στην Biennale του 2008.»
(από το μελιδόνι)

Εκεί που είχε γέλιο ήταν πως από προώθηση σε προώθηση, καθένας προσέθετε και την μαλακία του. Ξεχώρισα τα εξής:

1«Είναι ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ και όντως κάτι πρέπει να γίνει... Το μόνο μου σχόλιο είναι ότι μου ήρθε κατά νου μία παλιά φράση, κάποιου πολύ επώνυμου Γερμανού του παρελθόντος (μη λέμε ονόματα): «Κάτι τέτοιες ώρες όταν ακούω τη λέξη 'κουλτούρα' μου έρχεται να τραβήξω το περίστροφο»...»
2«Υπογράψτε εδω:
http://www.petitiononline.com/13031953/petition.html, δε χρειάζεται να πληρώσετε, ούτε να υπογράψετε, αξίζει τον κόπο, να απαιτήσουμε το υποκείμενο αυτό να μην χρίζει καμίας εκτίμησης ούτε να αποκαλείται καλλιτέχνης για τη βάναυση πράξη του, και για την ευχαρίστηση και την απάθεια του με τον πόνο του άλλου.. Είναι πολύ εύκολο, θα αρκέσει μόνο 10 δευτερόλεπτα και είναι αξιόπιστο!»
3«Αν γράψετε το όνομα αυτού του ελεεινού στη μηχανή αναζήτησης Google θα δείτε τις φωτογραφίες του δύστυχου ζώου , και σελίδες web για να δείτε οτι πρόκειται για αληθινό περιστατικό.»

Στο ίδιο πνεύμα σοβαρότητας που αντιμετώπισα το όλο σκηνικό…
1«Μην πεις τίποτα. Είσαι ψηλή, ξανθιά, με γαλανά μάτια. Τον παππού σου τον έλεγαν Ρούπερτ και την γιαγιάκα Γκούντρουν! Λάθος; Αυτή η γαμημένη Κατοχή μας άφησε πίσω μόνο τηλεπαρουσιάστριες και τεχνοκριτικούς, όλα τα άλλα χωνεύτηκαν με τον χρόνο!»
2«Μωρή τσεμπέρω! Να υπογράψω για τα δικαιώματα των ζώων κάτι γίνεται. Μη σου πω, μέχρι και για τα δικαιώματα των ανθρώπων μπορεί να αφήσω μια τζίφρα. Τώρα τι μου φταεί ένας τύπος που δεν γνωρίζω και μάλλον δεν θα μάθω ποτέ; Η έλλειψη σεξ ενδεχομένως να δημιουργεί σύγχυση! Δεν είναι περίεργο να μου ζητάς να υπογράψω χωρίς να χρειάζεται να… υπογράψω. Σ’ ευχαριστώ πάντως που δεν με χρεώνεις!»
3«Αν και στο όνομα του ελεεινού μου βγάζει μονίμως τη φάτσα σου, κάτι βρήκα.! Αν επίσης δεν έγραφαν οι περισσότεροι με βάση αυτό το άσχημα διατυπωμένο και δακρύβρεχτο μελιδόνι που κυκλοφόρησες, πιθανόν να μου έπαιρνε λιγότερο χρόνο να ψάξω στην πηγή για να βγάλω άκρη! Ρε δε γαμιέσαι κιόλας, το έχει και το Γιαχού!»

Αν δεν μεγάλωνε από αντιγραφή, θα έγραφα περισσότερα.

Συνοπτικά:
Ο Γκιγιέρμο Βάργκας νομίζω είναι μακράν περισσότερο φιλόζωος και ακτιβιστής από ένα μάτσο «κακιασμένες».

Επίσης, ο Βάργκας, όπως και να είναι στην πραγματικότητα έγινε διάσημος παγκοσμίως και μάλιστα γι’ αυτό που επιζητά κάθε δημιουργός. Για το έργο του! Υπό διαφορετικές συνθήκες δεν ξέρω αν θα τα κατάφερνε!

Μην παίρνετε δεδομένη ότι παπαριά σας πλασάρουν, ακόμα και αν προέρχεται από έμπιστο άτομο. Ακόμη και αν αποφασίσετε να ενδιαφερθείτε, δεν είναι κακό να ασχοληθείτε λίγο παραπάνω ψάχνοντας για διαφορετικές πηγές. Όχι τίποτα, για να μην εκτεθείτε στο μέλλον.

Όταν θέλετε να μοιραστείτε κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον, μείνετε στην ουσία της είδησης και αποφύγετε τα προσωπικά σχόλια, τουλάχιστον ενδιάμεσα στην είδηση. Δεν χρειάζεται πολύ να χάσετε το όποιο δίκιο σας.

Προσοχή τι υπογράφετε και πολύ περισσότερο διαβάζετε καλά πριν κολλήσετε από δίπλα το όνομά σας. Οι γενικευμένοι αφορισμοί που συνήθως πάνε πακέτο, μπορεί να μην σας αντιπροσωπεύουν καθόλου!
Κάπου διάβασα πως υπέγραψε ο ίδιος ο Βάργκας!

Μην είστε τόσο απόλυτοι, ειδικά αν δεν έχετε άμεσα σχηματίσει ιδία γνώμη.

Κλείνοντας :
Σας πέρασε από το μυαλό μήπως μια στις τόσες, το όλο σκηνικό είναι μια μπαρούφα που μοναδικό σκοπό έχει να αποτυπώσει τις φιλοζωικές σας ανησυχίες σε μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων μέσω phishing;

Όχι πως το πιστεύω, έτσι κουβέντα να γίνεται.
Επίσης, εκτιμώ ανεξαιρέτως εκείνους που αφιερώνουν έστω μισή ώρα για κάποιο «γενικό» καλό. Με την υπερβολή και τον «στρουθοκαμηλισμό» διατηρώ ανοικτούς λογαριασμούς, οπότε συχνά πυκνά τους παίρνει η μπάλα. Ειδικά τους μη ανθρωποκεντρικούς ακτιβιστές.

Δεοντολογία:
Τσου ρε Λάκη!
Οι εικόνες με τον σκύλο είναι πράγματι στενάχωρες, είτε βρισκόταν σε μια γκαλερί είτε σε κάποιο πεζοδρόμιο, όχι μόνο στη Μανάγκουα, οπουδήποτε. Αποφάσισα να μην τις ανεβάσω.
Ξεκινώντας από πιο «λαϊκές διασκεδάσεις» όπως λόγου χάρη το τσίρκο, διαφωνώ με την εκμετάλλευση/κακοποίηση των ζώων. Όχι πως θα πάρω τους δρόμους και τα πλακάτ, αλλά διαφωνώ.

Αναγνωρίζω το «αγαθό» των προθέσεων του Βάργκας, όχι όμως και τον ίδιο. Αν κάποτε αποδειχθεί μεγάλο φρούτο, δεν φέρω καμία ευθύνη.

Ρετρό:
Ο καλός παππούλης ανάκτησε ένα μαγευτικό σκηνικό. Σε μια έκθεση με τα πολλά περίπτερα, είχε στήσει πάγκο και μια φιλοζωική (δεν θυμάμαι παραπάνω). Μέλη, κτηνίατροι και τσεμπέρια. Φυλλάδια και μερικά ζωντανά για εφέ. Είχα μια γνωστή και σταμάτησα για ένα «γειά». Δίπλα ήταν η «αρχηγός» τους. Κάτι γυφτάκια περιφερόντουσαν ασκόπως και μπέρδευαν flyer που μοιραζόντουσαν. Πλησιάζει λοιπόν η «αρχηγός» στη φίλη μου και την διατάζει συνωμοτικά:
«Διώξε τα μαλακισμένα γιατί θα τα γκρεμίσουν όλα!»
Από μπροστά παρθένα και απ’ αλλού περνάν τα τρένα!

Κάποτε, φοιτητής είχα μια γάτα, τον Μανού ή Μανωλάκη. Δεν ήξερα τίποτα, αλλά τον βρήκα με κλειστά τα μάτια και τον μεγάλωσα. Ήταν αρσενικός και καθώς ωρίμαζε γινόταν επιθετικός. Βρήκα κάποιον «που ήξερε». Το πρώτο πράγμα που με συμβούλεψε ήταν να το ευνουχίσω μετά τον πρώτο χρόνο!
«Έτσι είναι το σωστό» συμπλήρωσε!
Επίσης, προαιρετικά πρότεινε να του βγάλω τα νύχια επειδή θα μου «χαλούσε τα έπιπλα» και να του κόψουν την ουρά για να μην «δυσκολεύεται να περπατά»!
Που να ήθελα να τον εκδικηθώ κιόλας…
Έτυχε λόγω φανταρικού να του αλλάξω περιβάλλον και άφησε την αυλή για το διαμέρισμα των δικών μου. Δεν άντεξε το ζωντανό (και) λόγω κλεισούρας και πηδώντας θεαματικά από τον πρώτο όροφο την κοπάνησε.
Μπορεί να με στεναχώρησε, αλλά καλά έπραξε…
Κάποια στιγμή θα πέσει αφιέρωμα!

Συμπέρασμα:
Αγαπητή Στ!
Με ξέρεις από γεννησιμιού μου. Μπορείς να μου στέλνεις ότι τραβάει η ψυχή σου. Αρκεί να είναι δικό σου. Φιλενάδες, χρήματα επίσης δεκτά.
Μονάχα, σε παρακαλώ.
Μην επαναλάβεις τέτοιες πίπες όπως αυτή με τον τίτλο «sos κάτι πρέπει να κάνουμε!» γιατί μπορεί να μου ξεφύγει κανένα άκυρο και μετά να τρέχω να τα μπαλώσω.
Εντάξει, ήσουν ανυποψίαστη και τη γλύτωσες. Τώρα όμως ξέρεις!
Ο ξάδερφος Ποθ!

Σάπιος Αίσωπος

Να εξηγούμαστε. Δεν είναι δικό μου. Το έριξε σήμερα το απόγευμα ένας θαμώνας παλικάρι, ο Δήμος. Άρεσε αρκετά και επειδή μέχρι αύριο θα το έχω ξεχάσει, ας το μεταφέρω όπως το θυμάμαι στο περίπου.

Αρχές καλοκαιριού.
Ο Μέρμηγκας ο δουλευταράς βρισκόταν ήδη στα χωράφια, ώστε να μαζέψει προμήθειες για τον διαφαινόμενο βαρύ χειμώνα. Από εκεί περνούσε ο μοναδικός δρόμος προς τα μπαράκια της παραλίας.
Η τουριστική περίοδος είχε ξεκινήσει. Μόλις σκοτείνιαζε, κόσμος πολύς κατηφόριζε προς τα φώτα στην άμμο. Κανένας τους δεν σταματούσε να μιλήσει του ταλαίπωρου χαμάλη.
Μονάχα ο Τζίτζικας ο easy going κι αυτό επειδή ήταν κοντοχωριανοί. Αραχτός στο τζιπάκι το κάμπριο, προσπαθούσε να του μεταφέρει μυρωδιά από τις απλές χαρές της ζωής.
Σταματούσε μπροστά του και χαμηλώνοντας την μουσική, έκανε απόπειρες μήπως και καταφέρει να τον αποσπάσει από τις βαρετές ασχολίες του.
Ιούνιος…
-Φιλάρα, έφτασαν τα πρώτα γκρουπ! Θα έρθεις να χτυπήσουμε κανά γκομενάκι ;
-Άσε με βρε Τζίτζικα. Μόλις τέλειωσα το πότισμα. Ψάξε για άλλον.

Ιούλιος…
Ο Τζίτζικας μαζί με ένα τσαρτεροτσόλι.
- Μερμηγκάκο, όλα εντάξει. Μήπως γουστάρεις τίποτε… παρτουζίτσες ;
- Τι μου λες τώρα ; Όλο το πρωί μάζευα σπόρια.

Αύγουστος…
Ο Τζίτζικας αγκαλιά με δυο καλλονές.
-Άντε, ανέβα. Έχει αρκετές και για τους δυο μας!
-Με τίποτα. Δεν σταμάτησα να θερίζω.

Σεπτέμβρης…
Αφού εξάντλησε κάθε πειρασμό, ο Τζίτζικας κουβάλησε ένα «τρελό» αγόρι.
-Πσσστ… ο Τιτής από εδώ έχει ανοικτούς ορίζοντες…
-Αδύνατον, έχω ακόμα πολλά σακιά για φόρτωμα.

Κάπως έτσι, άλλη μια σεζόν έληξε και το φτασμένο φθινόπωρο βρήκε τον ξενέρωτο Μέρμηγκα δίχως χαρά στα σκέλια.
Έπειτα, χειμώνιασε αρκετά. Έριξε πολύ νερό, φύσηξε βοριάς που όταν κόπασε, άφησε το χιόνι να σκεπάσει το ερημωμένο χωριό.
Ο Μέρμηγκας φορούσε την ρόμπα και μπροστά στο αναμμένο τζάκι απολάμβανε επιτέλους τον θερινό του μόχθο. Κάτι έλειπε όμως…
Φαινόταν πως περίμενε την δικαίωση. Να εμφανιστεί εξαθλιωμένος ο Τζίτζικας. Τότε θα είχε ότι χρειαζόταν για να ηθικολογήσει εις βάρος του. Να κατακρίνει την ρέμπελη ζωή του και να εκδικηθεί για όλη την καζούρα που είχε υποστεί.
Βέβαια, ως τίμιος καλοκάγαθος εργάτης, θα τον βοηθούσε όσο έπρεπε για να μην ξεψυχήσει ολομόναχος στο πεζοδρόμιο από το πολικό ψύχος.
Να του δώσει ένα σωστό μάθημα ζωής…
Όντως, όταν το χωριό αποκλείστηκε και άδειασαν τα ράφια από τα σουπερμάρκετ, η πόρτα χτύπησε μέσα στη νύχτα.
-Άνοιξε μίζερε Μέρμηγκα. Είδα φως. Ξέρω πως είσαι μέσα…
Αφού παίρνει στάση θριαμβευτή κορδώνοντας το κορμί του, εκείνος ενδίδει και μετά από κάμποσες παρεκκλίσεις ανοίγει.
-Που είσαι τόση ώρα ;
-Τώρα εκλιπαρείς για τροφή άθλιε Τζίτζικα!
Η εικόνα που αντίκρισε δεν έμοιαζε καθόλου με αυτή που είχε βιαστεί να απεικονίσει με τον ορθολογικό του νου. Ο Τζίτζικας, φορώντας σκουφάκι ρασταφαριανό και trendy σακάκι, κρατούσε αγκαλιά δυο κουκλάρες.
-Σκέφτηκα, τώρα που δεν κατεβαίνεις στα χωράφια μήπως ψήνεσαι για… Αράχωβα!
-Μα… αλλιώς μου τα είχε πει ο Αίσωπος! Πως γίνεται ;;;
-Βρε ‘συ. Έχει ξεσκιστεί να γράφει παραμύθια! Έλα… σήκω. Κι αυτός εκεί θα είναι!
-Άσε μωρέ… Μόνο, αν τον δεις… Κάνε μου μια χάρη…
-Ότι θέλει το φιλαράκι μου!
-Σε παρακαλώ, πες του Αίσωπου πως είναι… πολύ μαλάκας!

Περίεργη μέρα… ήρθε και έδεσε!
Αφιερωμένο…

Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

Στα ίχνη της Κόκκινης Ουτοπίας (ένα)

Ένα ακόμη ταξίδι Κουκουρούκου σε τρία μέρη.
Από τα καλύτερα.
Σύντομα.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2008

Ευτυχώς που φτήνυναν οι σερβιέτες

Η ακρίβεια οδηγεί στη φτώχεια και οι αφραγκίες στην απόγνωση.
Γνωστό και χιλιοειπωμένο.
Βλέπω «ειδήσεις» και μαυρίζει η ψυχή μου. Το γυρνάω στο αθόρυβο και ακούω μουσική. Η μελωδία της ευτυχίας!
Περιμένω να προκύψει κάποιο δήθεν θέμα υψίστης εθνικής σημασίας μήπως και διαφοροποιηθεί το τροπάριο. Όχι απαραιτήτως πως θα αλλάξει κάτι. Το κόστος ζωής θα συνεχίζει να είναι πολύ ψηλά και η αγοραστική μας ισχύς θα συρρικνώνεται όλο και περισσότερο.
Μην εγκαταλείψετε από τώρα! Όχι, δεν θα ανακυκλώσω την μιζέρια του θέματος. Εισαγωγή ήταν, για να δηλώσω πως όποτε έχω αναμένο το κουτί, κλείνω τον ήχο. Σας συνιστώ να πράξετε όμοια, εφόσον είναι στο χέρι σας και η κατάσταση φαίνεται να πλησιάζει προς το απροχώρητο.
Με τους μπάτσους σκοπεύω να ασχοληθώ...
Κλιμακωτά, ίσως να έχω μαλακώσει λίγο. Ούτε απόλυτος είμαι, ούτε δεικτικός, ούτε τίποτα. Μια δουλειά είναι, σχεδόν όπως όλες τις άλλες. Με αρκετά κόμπλεξ, με λίγα χρήματα και με απειροελάχιστες προοπτικές πλην της διαφθοράς.
Θυμάμαι μια πρόσφατη συζήτηση με κάποιο φίλο. Είναι από εκείνους που στέκεται ελάχιστα απέναντι από το γυαλί, ενώ όταν το κάνει συνήθως είναι για άσχετο λόγο.
Έτυχε να μιλήσουμε για τα αστυνομικά...
Ανέδειξε μια σειρά, μάλλον αυτή με τους τύπους της φωτογραφίας. Γούσταρε αρκετά το μοτίβο της εργαστηριακής έρευνας και την εξιχνίαση μέσω αποδεικτικών στοιχείων.
Μέχρι εκεί καλά, άσχετα που πάντα είμαι με τους εγκληματίες!
Τι το ήθελε όμως, το πέταξε το άκυρο...
«...είναι βγαλμένο από την ζωή...»
Εκεί ξεράθηκα. Κυριολεκτικά. Ξεκινά ένα νευρικό, σε σημείο που ενοχλήθηκε. Με κατηγόρησε κυρίως για μηδενισμό, αλλά δεν με πτοούσε.
Είχα παρακολουθήσει μια – δύο φορές. Αποκλείω τις όποιες αντιρρήσεις για το «μη χέσω» κάστ με τις περιορισμένες υποκριτικές ικανότητες... τον ζεν πρεμιέ μυτόνγκα... την μάνα νοικοκυρά επιστήμονα... τον ιντελεκτουάλ σύμβουλο με τα εκατό πτυχία... το γεροντοπαλίκαρο αρχηγό...
Πολλά είναι, ας μη βγάλω χολή. Αφήστε που είχαν ένα μ.Χ (μικρό Χαριτωμένο) και το σκοτώσανε πριν ολοκληρωθεί ο πρώτος κύκλος. Για τόσο άθλια παραγωγή.
Οι παπακαλιάτικοι διάλογοι είναι τόσο αργόσυρτοι όσο χρειάζεται για να κλείσει ένα επεισόδιο! Παρόλα ετούτα, αν διαθέτεις την κατάλληλη κριτική διάθεση, μπορείς να το αναδείξεις σε μια άκρως διασκεδαστική και κωμική προβολή.
Κάθε συνέχεια και ένα φεστιβάλ μαύρου χιούμορ. Πρέπει να το έχουν αντιληφθεί όλοι οι συντελεστές πλην των τηλεθεατών!
Υπάρχει λέει... Εγκληματολογικό Εργαστήριο!!!
Το άλλο με τον Τοτό το ξέρεις!
Ααααϊντέεεε!!!!
Εδώ μέχρι και τις κορδέλες για τα γυρίσματα, ειδική παραγγελία τις κάνανε.
Ενστάσεις άπειρες, θα σταθώ στις πιο γενικές και χτυπητές.
Το τμήμα...
Φρεσκοβαμμένο. Καθαρό. Έχει λέει το σενάριο... καθαρίστρια! Χλιδή, μινιμαλιστική επίπλωση, με ντιζαινάτες καρέκλες και πολλά ευρύχωρα δωμάτια. Κάθε λαγωνικό έχει το δικό του πόστο. Αυτός και κανένας άλλος!
Ας μην κρίνουμε το «φανταστικό εργαστήριο», πλήρως εξοπλισμένο με πανάκριβα αντιδραστήρια που δεν έχουν λήξει και υπερπλήρες καταρτισμένο προσωπικό που αγνόησε το Μ.Ι.Τ. ή το Τζώρτζια Τεκ για τα πετροδόλαρα της ελληνικής αστυνομίας. Ένα ρίγος εθνικής υπερηφάνειας διαπερνά το στέρνο! «Μένουμε Ελλάδα» ένα πράγμα!
Παρακάτω, η διάθεση...
Φάτσες χαρωπές. Που δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν και ζουν το όνειρό τους σε λιτά... εικοσιτετράωρα ωράρια. Δεν τους απασχολούν οι υπερωρίες παρά μόνο η καταπολέμηση τους εγκλήματος. Ουδέποτε παραπονιούνται για τις αποδοχές, την λειψανδρία ή τις άδειες. Το καθήκον πάνω από μεροκάματο!
Προτείνω, όταν ολοκληρωθεί ο κύκλος, το Υπουργείο να αγοράσει την σειρά και να την προβάλει στην σχολή αστυφυλάκων. Ώστε να τους δίνει κουράγιο.
«Κοίτα που μπορείς να φτάσεις στραβό όργανο! Σήμερα τροχονόμος. Όμως...μία μέρα μπορείς να γίνεις ένας αληθινός τιμωρός του εγκλήματος!»
Ααααϊντέεεε!!!! (επί δύο)
Η προσθήκη μιας αδιάβλητης «ενοχλητικής» υπηρεσίας εσωτερικών υποθέσεων ενισχύει κατά πολύ την αληθοφάνεια!

(συνεχίζεται)

Σάββατο 3 Μαΐου 2008

Σκανκ

Ετυμολογικά, η λέξη skunk παραπέμπει σε οκτακόσια πενήντα πράγματα.
Από ασβό μέχρι ένα είδος «χόρτου» της Καραϊβικής.
Μια εκδοχή του skunk, έχει να κάνει με μια ψυχική διάθεση.
Της ευρύτερης κατηγορίας «δεν ξέρω τι θέλω».
Πιο συγκεκριμένα...
Είσαι λέει αδικαιολόγητα βαριεστημένος και πλακώνει λόγου χάρη ένα δροσερό πιπινάκι. Από μόνο του, στο μιούτ (σιγή) κάτι λέει, παραπέρα τίποτα.
Χαριτωμένο όπως στέκει, δεν σου πάει η καρδιά να το αποπάρεις. Επίσης είναι αρκετά ντροπαλό για χάζι.
Επομένως περιμένεις...
Πρώτο άκυρο... δεύτερο άκυρο... τρίτωσε το κακό!
Αντιλαμβάνεσαι πως άλλοι που βρίσκονται στην ίδια θέση, πληρώνονται αδρά. Επειδή σου είναι δύσκολο να κοστολογήσεις την υπομονή, εξετάζεις εναλλακτικές για να το στείλεις το ταχύτερο δυνατό, αφού πρώτα πετάς μερικά σιωπηλά μπινελίκια για τις αδικίες της ζωής και την άνιση κατανομή των ειδών!
Ανασηκώνεις τα χέρια ψηλά. Στο αριστερό κρατάς το «Στείλ’ την», στο δεξί «Να την πληγώσεις κρίμα είναι». Και τα αφήνεις έτσι! Ψηλά προς τον ουρανό, με τις παλάμες γεμάτες με δύο άϋλες αποφάσεις, να αιωρούνται απροσδιόριστα στον αέρα.
Εβρισκόμενος στην πλήρη άγνοια, αδυνατείς να επιλέξεις το σωστό. Μύστης της βαθιά ανατολικής φιλοσοφίας, παριστάνεις τον σοφό βραχμάνο ασκητή, που μπορεί να ξέχασες το όνομα αλλά επαναφέρεις πάντα την τακτική αρμονικής εντροπίας.
«Μείνε όπως είσαι», συμβουλεύει το κήρυγμά του.
«Άσε τις φύση να σου δείξει τον δρόμο», συγκρατείς προτού η εικόνα του εξαφανιστεί από το κοσμικό σου πεδίο.
Ξάφνου οι επιγραφές στα χέρια σου αλλάζουν. Στο δεξί σχηματίζεται ένα «Την παλεύω» ενώ στο αριστερό διαφαίνεται ένα επικό «Τον πούλο»!
Τώρα πια γνωρίζεις. Μονάχα η φύση δύναται να σε καθοδηγήσει προς το σωστό, το απόλυτο, το αληθινό!
Παγώνεις τα χέρια, νεκρώνεις τον χρόνο. Περιμένεις το σημάδι.
Το πιπινάκι εξακολουθεί να φλυαρεί αλλά δεν σ’ ενδιαφέρει πια. Συγκεντρώνεσαι για να αποκρυπτογραφήσεις το σημάδι.
Αισθάνεσαι ένα μυγάκι να διαγράφει ελλειπτική τροχιά σε ένα δωμάτιο, αποφεύγοντας με επιδέξιους χειρισμούς τα αντιαεροπορικά από τις χλωμές ατάκες που εκτοξεύονται κατά ριπές.
«Έλα μυγάκι. Γιου καν ντου ιτ»!
Η πίστη σου, του έσωσε τη ζωή. Τα κατάφερε!
Το κοιτάς και ανταποδίδει! Έφτασε η ώρα που επεδίωκες.
«Έλα να με λυτρώσεις» φωνάζεις στο ριψοκίνδυνο κολεόπτερο.
Εκείνο, διστακτικό και απορριμμένο δεν δείχνει να έχει κατασταλάξει.
Μια μπάντα αριστερά, μία μπάντα δεξιά, εκνευρίζεται και αντί να προσγειωθεί σε κάποιο από τα δύο ανοικτά χέρια – ελικοδρόμια, πάει και σου κολλάει ακριβώς κέντρο στο δόξα πατρί!
Την μύγα την έλεγαν Πόντιο Πιλότο!
Αφού η φύση όρισε την σολομώντειο λύση, δεν μένει τίποτε άλλο από το να δεχτείς το πεπρωμένο σου και να πράξεις αναλόγως.
Δειλά, δηλώνεις συμμετοχή στην κουβέντα. Κουνάς το κεφάλι και επιτρέπεις στις λέξεις να εξέλθουν της στοματικής κοιλότητας.
«Ναι, έτσι πρέπει να είναι...», ακούγεται από την πλευρά σου.
Παύση δευτερολέπτων για να επαναληφθεί.
Μπούρου... μπούρου... μπούρου...
Στην περίπτωση σου όμως τι θα έπραττε κοτζάμ βασιλιάς Σολόμωντας ;;
Χαζεύεις τον ουρανό.
Αντλείς δύναμη.
Κλείνεις τα μάτια.
Όποια λέξη σου παρουσιαστεί πρώτη είναι βέβαιο πως θα είναι η λύση.
Βαθύ σκοτάδι.
Δεν ακούς το πιπινάκι δίπλα.
Είσαι εσύ, μόνος με το ιδεατό.
Θα μετρήσω μέχρι το τρία, θα ξυπνήσεις και θα ελευθερωθείς.
Τακ... Τακ... Τακ...

«Γλειφομ...»
...

ΤΕΛΟΣ (το πιπινάκι!)

Αφιερωμένο στον Μητσάρα τον μπάρμαν!

Παρασκευή 2 Μαΐου 2008

Ο γιδοβοσκός που πάγωσε έναν εμφύλιο

Η σημερινή ιστορία, αν και έχει μυρωδιά από γρασίδι δεν είναι διόλου ποδοσφαιρική. Κάποτε ένας κοντοστούπης εμιγκρές που δούλευε στα εργοστάσια της Τζόνσον και Τζόνσον, άφησε πίσω τους Σιχαμένους και επιστρέφοντας στο νησί του, αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή. Μάλιστα ήταν τόσο μεγάλη η φήμη και επιρροή του, που όταν η χώρα έφτασε στα πρόθυρα εμφυλίου, συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να αποφευχθεί η αιματοχυσία.
Πρέπει να τον γνωρίζετε. Το νησί λεγόταν Ιαμαική και ο θρύλος που άφησε το στίγμα του, δεν ήταν άλλος από τον Μπάμπη τον Μάρλευ, πέρα από τους μπάφους και τα τραγούδια.
Αλλά, επειδή μερικοί από εσάς μπορεί να μην επιζητούν άλλο ένα γλυκανάλατο παραμυθάκι, θα πρέπει να προχωρήσω επί της ουσίας.
Μπορεί ένας άνθρωπος να αλλάξει μια ολόκληρη χώρα;
Η ερώτηση αχρείαστη. Σαφώς και όχι. Ας είμαστε πραγματιστές.
Αν όμως το θέταμε από διαφορετική οπτική;
Δηλαδή…
Μπορεί η δημιουργία ενός μύθου να επηρεάσει την ψυχοσύνθεση ενός λαού;
Δεν θα αναφερθώ στο δικό μας χωριό επίτηδες. Δεν πρέπει να μείνουμε σε μικροπρέπειες και αποστασιοποιήσεις.
Στην Νότια και Κεντρική Αμερική, υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ του λαού και του ηγέτη - προτύπου. Μια εγγενής και αέναη ανάγκη για μύθους.
Από γραφικότητες όπως τον Τσε, τον Πελέ, τον Φιντέλ, τον Μπάμπη ή τον Περόν, μέχρι τους σύγχρονούς συνεχιστές όπως ο Ντιέγκο, ο Ούγκω ή ο Λούλα, άγιοι σωτήρες δεν θα πάψουν να εμφανίζονται. Στους νόμους της αγοράς ονομάζεται «προσφορά και ζήτηση». Αριστεροί ή δεξιοί , άξιοι και μη, προσωπικότητες αναδείχτηκαν κατά καιρούς, μόνο επειδή ο κόσμος έψαχνε σε εκείνους την μορφή που θα λατρέψει, ταυτίζοντας την με την ελπίδα ή την αλλαγή.
Όπου υπάρχει εξαθλίωση ή αδιέξοδο, να είστε βέβαιοι πως θα ξεφυτρώνουν τέτοιοι τύποι. Δεν είναι κατακριτέο, ειδικά αν ζούμε και εμείς μέσα σε ένα παρόμοιο περιβάλλον και δεν διαβάζουμε απλά τα ψιλά στις εφημερίδες, μετά τις ανεπανάληπτες προσφορές σε ντιβιντί και τα κοινωνικά με το βρακί της Παπαρίζου.
Πέρα τον όποιο στρουθοκαμηλισμό και τα στεγανά της κοινωνίας στην οποία ζούμε, με τα DSL, τα ασφαλιστικά και τα πηδήματα του μουστάκια, υπάρχει κόσμος εκεί παραέξω που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα.
Ακόμη και αν μια μέρα το κατανοήσουμε, δεν είμαστε σε θέση για το παραμικρό. Τουλάχιστο, καλό είναι να ρίχνουμε κλεφτές ματιές, έστω μετά το πάουερ γίογκα ρε αδερφέ! Περισσότερο για προσανατολισμό…
Γιατί τα λέω όλα αυτά τα κοινότυπα;

Υπάρχει μια χώρα, εκεί κοντά στη Σενεγάλη. Θα την έχετε ακουστά ως Ακτή του Ελεφαντοστού, αν και νομίζω πως Ακτή του Ελεφαντόδοντου (Cote d’Ivore) είναι το σωστό (γιατί ο ελέφαντας έχει πολλά κόκαλα Αστραπόγιαννε)! Τέλος πάντων, οι Γάλλοι την ονόμασαν έτσι και την εκμεταλλεύονταν μέχρι το εξήντα.
Μετά έκανε σόλο καριέρα…
Πρώτος της ηγέτης υπήρξε ο Φίλιξ Μποϊνύ. Επειδή τα πράγματα στην Ακτή δεν ήταν χειρότερα από την ευρύτερη γειτονιά, φτωχοί εργάτες έφταναν εκεί για να δουλέψουν κυρίως στις φυτείες στο βόρειο τμήμα. Μην φανταστείτε τρελά πράγματα, όμως μια στοιχειώδης ευημερία είχε αναπτυχθεί.
Αυτό καταμεσής μια περιοχής, με τρισάθλιες δικτατορίες, εμφυλίους πολυεθνικών και φυλετικές ξεκαθαρίσεις. Ο Μποϊνύ είχε εξελιχθεί σε εγγυητή σταθερότητας και προοπτικής. Όχι απαραίτητα λόγω κάποιων ιδιαίτερων χαρισμάτων που είχε. Περισσότερο επειδή κατάφερε να πείσει και να αγαπηθεί.
«Ο Φίλιξ να είναι γερός και όλοι οι άλλοι να πα να …» που θα έλεγε ένας Ιβοριανός σε τηλεφωνική του υποκλοπή!
Με γνώσεις οικονομικών σε μία χώρα δίχως το υπερπολύτιμο για τους Δυτικούς αγαθό ώστε να τον ανατρέψουν, ο Μποϊνύ τα πήγε αρκετά καλά. Κυβέρνησε ανελλιπώς την Ακτή για 33 συναπτά έτη.
Μετά κουράστηκε…
Εκεί ξεκίνησαν τα προβλήματα. Μέχρι τότε και Λιβεριανοί είχαν καταφτάσει, και Γκανέζοι, και Μαλινέζοι και Ανωβολτιανοί. Δεν μιλάμε για χρόνιες μειονότητες αλλά για οικονομικούς μετανάστες πρώτης, το πολύ δεύτερης γενιάς.
Έλα ντε όμως που είχαν φτάσει να αποτελούν το ένα τέταρτο του πληθυσμού.
Είχε αναπτυχθεί ένα έντονο κλίμα ρατσισμού και ξενοφοβίας. Πάνω σε αυτό πάτησαν όλοι οι διάδοχοι στην εξουσία Με διαδοχικές σειρές νόμων και με συνοπτικές διαδικασίες, οι μετανάστες στερήθηκαν θεμελιώδη δικαιώματα όπως τα εκλογικά και εν μέρει τα μισθολογικά.
Την πλήρωσαν οι Ανωβολτιανοί που ήταν σημαντικό μέρος των μεταναστών, μιας και η Ακτή συνορεύει με την Μπουρκίνα Φάσο (Άνω Βόλτα, το ίδιο είναι) στον βορρά, μια από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου.
Πέρα από την όποια κοινωνική αρνητική συμπεριφορά των ντόπιων, άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες ψιλές. Αργότερα, φούντωσε το κακό και ξεκίνησαν τα βρομόξυλα, οι βιασμοί και οι φόνοι. Με απαρχή το θέμα της υπηκοότητας, τον Σεπτέμβρη του 2002, μέρος του στρατού διαφοροποιήθηκε, οργανώθηκε και επιτέθηκε σχεδόν σε όλοι την χώρα. Και η Ακτή έσπασε στους Βόρειους (αντάρτες;) και στους Νότιους (κυβερνητικούς;).
Ένας ακόμη αφρικανικός εμφύλιος είχε ξεκινήσει.
Το παράξενο είναι πως σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους που εξελίσσονται σε πολλά και διαφορετικά σημεία της Μαύρη Ηπείρου, ο Ιβοριανός εμφύλιος δεν είχε να κάνει ούτε με διαμάχη φυλών, ούτε με Δυτικά τσατσιλίκια, ούτε με φιλόδοξους δικτάτορες ούτε με έλεγχο των πόρων.
Αφορούσε σχεδόν ολοκάθαρα κοινωνικές διεκδικήσεις.
Για την ιστορία, κάπου στο ενδιάμεσο την πλήρωσε και η μαμά Γαλλία, έμπλεξαν και τα λιμεναρχεία (ΟΗΕ) και το πανηγύρι έληξε πριν κανένα χρόνο. Αφήνοντας μια νεκρή ζώνη που διχοτομεί την ίδια χώρα σε δύο κομμάτια. Σταδιακά θα διαλυθεί δίνοντας την ευκαιρία για επαναπροσδιορισμό την κοινωνικής δομής και μια εκ νέου αντιμετώπιση ισότητας στους πολίτες της.
Τι σας νοιάζει τώρα τι γίνεται σε μια χώρα που αδυνατείτε να προφέρετε;
Δίκιο έχετε, εγώ από δίπλα. Ήταν ένας εμφύλιος δίχως εικόνα και ελάχιστες σταγόνες μελάνι στις φυλλάδες που μαζεύετε για την δισκοθήκη σας. Όπως και αρκετοί άλλοι αυτή τη στιγμή. Μην είστε απόλυτοι. Ενδεχομένως, κάποιος δημοσιογράφος της stand-up ενημέρωσης με τα άσπρα γιλέκα και εμφανώς δραματοποιημένα πλάνα και μουσική να σας δώσει μια μεταμεσονύχτια προβολή, κάποτε.
Υπνωτισμένος από μίξερ και ψυγειοκαταψύκτες, στα διαλλείματα των Τρέμει-Σπάει, δεν θα είχα ανακαλύψει μια αρκετά ενδιαφέρουσα ιστορία. Από εκείνες που αν δεν χαζέψεις ψάχνοντας αριστερά και δεξιά στο δίκτυο δεν θα μάθεις ποτέ.
Όχι πως τώρα τα γνωρίζουμε τα πάντα από αντικειμενική σκοπιά. Έγινε έστω μια προσπάθεια.

Δεν ήταν η προσωπική διαστροφή που με οδήγησε στην Ακτή.
Προέκυψε κάπως διαφορετικά…
Το ποδόσφαιρο δεν με ενδιαφέρει. Τους αριθμούς και την κοινωνιολογία του ψάχνω, επιζητώντας μια περίεργη ευχαρίστηση.
Το καλοκαίρι του 2006, έγινε το μουντιάλ στην Γερμανία.
Ήταν η πρώτη εμφάνιση της Ακτής Ελεφαντοστού. Μίας πολύ δυνατής ομάδας που χτίστηκε γρήγορα και σχεδόν από το πουθενά. Νεαροί και ταλαντούχοι παίκτες, αποκτήματα των ισχυρότερων ομάδων του πλανήτη. Οργανωμένο σχέδιο υποδομής δεν διαφαινόταν, οπότε να θεωρήσουμε πως ήταν συγκυριακό προϊόν, όπως αρκετές αφρικανικές ομάδες στο παρελθόν.
Τέτοια καλοκαίρια, οι θεατές αγαπούν τα αουτσάιντερ και περιμένουν να τους χαρίσουν ανύποπτες αθλητικές ιστορίες που ξεφεύγουν από τα τετριμμένα.
Όχι όλοι. Και εδώ υπάρχουν ράτσες. Είναι αυτοί με τις φλώρικες κίτρινες, λευκές ή γαλάζιες φανέλες, με τα πατατάκια ρίγανη και τα αυτοκόλλητα. Είναι και οι άλλοι, οι ρομαντικοί ή οι κακιασμένοι, που χαίρονται… όταν οι σκατόφλωροι στεναχωριούνται!
Τότε θυμάμαι ήμουν με το Τρι…Τριντάντ και Τομπάγκο!
Γουσταρά και την Ακτή παρά τα διάσημα ονόματα.
Ήθελα να πετύχει. Με είχαν συγκινήσει.
Λίγους μήνες νωρίτερα, είχε πραγματοποιηθεί το Africa Nations (το αντίστοιχο Euro για την Αφρική). Τα είχαν πάει αρκετά καλά. Έφτασαν στον τελικό όπου έχασαν στα πέναλτι από την διοργανώτρια(;) Αίγυπτο.
Όπως ήδη γνωρίζετε, την πατρίδα τους σφάζονταν μέρα και νύχτα. Οι παίκτες που ζούσαν μόνιμα στην Ευρώπη, μαζεύτηκαν για να εκπροσωπήσουν την φανέλα και τη σημαία μιας χώρας σε δύο κομμάτια. Δεν έπαιζαν για τα συμβόλαιά τους, όλοι καβατζωμένοι ήταν. Με το μέλλον αβέβαιο ως προς την ενότητα της πατρίδας, έδωσαν όλοι το παρόν.
Δίχως φανφάρες και δηλώσεις, πείσμωσαν και δούλεψαν, Συνδύασαν το δεδομένο ταλέντο τους και στόχευαν στην κορυφή. Δεν ήταν ένα κύπελλο αυτό που επιδίωκαν. Ήταν η εθνική ενότητα! Ανεξάρτητα από την πλευρά που τους αντιπροσώπευε, παρουσιάστηκαν σαν ένα σύνολο, μία ομάδα.
Η διοργάνωση διήρκησε περίπου δυο εβδομάδες. Το είχαν καταφέρει!
Όποτε έβγαιναν στο γρασίδι, φορώντας την πορτοκαλί φανέλα, πίσω στην ξεχασμένη Ακτή τα πάντα πάγωναν. Βόρειοι και Νότιοι όριζαν μια άτυπη εκεχειρία. Κάθε είδους εχθροπραξία έπαυε να υφίσταται. Όλοι μαζεύονταν σε πλατείες και στρατόπεδα για να ενισχύσουν τα αστέρια τους.
Τον Ντρογμπά, τους αδελφούς Τουρέ, τον Κονέ και όλους εκείνους που έδιναν κάτι παραπάνω από τον εαυτό τους για να πλησιάσουν την κορυφή.
Μόλις έμπαινε το γκολ, οι πανηγυρικές ιαχές ακούγονταν και από τις δυο πλευρές των χαρακωμάτων. Ότι δεν είχε φέρει η πολιτική ή ο χρόνος, έγινε εφικτό από έντεκα ζευγάρια παπούτσια!
Το μίσος δεν έσβησε μέσα σε 90 λεπτά. Αδύνατο. Όμως, αντάρτες και κυβερνητικοί, πέρα από τις διαφορές τους, είχαν κοινές αναφορές. Φορούσαν την μπλε φανέλα της Τσέλση με το όνομα του Ντρογμπά. Μνημόνευαν τα ίδια γκολ και είχαν τις ίδιες ανησυχίες. Ίσως, ο άδικος τρόπος που ηττήθηκαν στον τελικό, να αποδείχτηκε εξίσου συγκινητικός με το να έκαναν το γύρω του θριάμβου περιφέροντας ένα τρόπαιο πνιγμένο στις σημαίες.
Είναι δύσκολο να θρέφεις το μίσος όταν βιώνεις ακριβώς τα ίδια με εκείνον που αντιμάχεσαι! Οι «Ελέφαντες» είχαν περάσει το μήνυμα. Δίχως ομιλίες και δίχως προτροπές στις αντιμαχόμενες πλευρές.
Τράβηξαν την προσοχή κι άλλων νοματαίων από όλο τον κόσμο. Ανακάλυψαν μια άγνωστη χώρα. Έμαθαν στο περίπου τι συμβαίνει…
Κάπως έτσι, έψαξα και βρήκα αυτή την ιστορία και νοιώθω πως έχω υποχρέωση να σας την μοιραστώ.
Γι’ αυτό τον λόγο υποστήριζα τους πορτοκαλί τότε.
Κρίμα που έπεσαν σε απαιτητικό όμιλο και αποκλειστήκαν νωρίς.

Η ομάδα είχε ταλέντο αλλά ένας παίκτης έκανε την διαφορά.
Τον Ντιντιέ Ντρογκμπά. 30 χρονών σήμερα.
Γεννήθηκε στο Αμπιτζάν, την πρωτεύουσα αλλά σε μικρή ηλικία έφυγε μετανάστης μαζί με την οικογένεια του για την μαμά Γαλλία, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Στην επαρχία, στην φτώχεια και το περιθώριο. Οι συνθήκες δυσκόλεψαν πολύ όταν οι γονείς του έχασαν τις δουλειές τους ταυτόχρονα.
Έτσι, για να μπορέσουν να συντηρηθούν, τον έστειλαν προσωρινά σε έναν θείο του, που ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής σε μια μικρή ομάδα. Εκεί έμαθε μπάλα, χωρίς όμως να ασχοληθεί σοβαρά.
Πιτσιρικάς και αδύνατος από την κακή διατροφή, εργαζόταν συνήθως ως τσοπάνος, φυλώντας κοπάδια γίδια μέχρι τα 15 του!
Έπειτα, επέστρεψε με την υπόλοιπη οικογένεια που είχε εγκατασταθεί στα παρισινά προάστια. Σταδιακά έκανε τα πρώτα βήματα σε μια μικρή ομάδα και για χρόνια έπαιζε με επιτυχία αλλά δίχως ουσιαστική καταξίωση στις μικρές κατηγορίες.
Με τα χρόνια, γυμναζόταν και εξελισσόταν στο ιλουστρασιόν παλικάρι που θαυμάζετε σήμερα με πίτσες και μπύρες μεσοβδόμαδα, αφού πρώτα ξαναπέρασε από όλη την γαλλική επαρχία, αυτή τη φορά από τα γήπεδα «των ξένων και των μεταναστών» όπως απαξιώνει σε κάθε ευκαιρία ένα γνωστό φασιστοειδές.
Πήρε καιρό ώστε να γίνει αθλητής. Δεν υπήρξε ποτέ το νεαρό ταλέντο. Χρειάστηκε να δουλέψει σκληρά για να ξετυλίξει τα απίθανα ένστικτα του παιχνιδιού του.
Σε μεγάλη ομάδα έπαιξε μονάχα μια χρονιά. Στη Μασσαλία πήγε στα 25 του, όπου φάνηκε για πρώτη φορά σε υψηλό επίπεδο. Ήταν αρκετή για να τον λατρεύουν ακόμη και σήμερα. Μαζί έφτασαν μέχρι τον τελικό του UEFA αλλά δεν τα κατάφεραν.
Οι καταπληκτικές εμφανίσεις του τότε, ήταν υπεραρκετές για να τραβήξει το ενδιαφέρον σε διεθνές επίπεδο.
Τότε στην Αγλλία είχε φτάσει ο Αμπράμοβιτς, πρόεδρος σε μια παρακμασμένη Λονδρέζικη ομάδα με τα χειρότερα χουλιγκάνια και τα θεόρατα χρέη, την Τσέλση. Έψαχνε νέους και ταλαντούχους για να χτίσει το μέλλον της.
Ο Ντρογκμπά ήταν χτυπητός στόχος προς απόκτηση. Έτσι έσκασε 24 μύρια λίρες και έκτοτε φορά την μπλε φανέλα.
Την συνέχεια, λίγο έως πολύ την γνωρίζετε.
Αυτό που ίσως σας διαφεύγει, είναι πως ο Ντρογμπά, από εκείνο το μουντιάλ και έπειτα είναι πρεσβευτής καλής θέλησης.
(όμοια με την δικιά μας την μαντάμω - αχ ρε βούρτσα γιατί να μην είσαι…)

Τέλη Μαΐου, η πανάκριβη Τσέλση θα παίξει στον μεγάλο τελικό του Champions League. Μπροστάρης θα είναι ο παίκτης που έχει ταυτίσει το όνομά του με μια ολόκληρη χώρα.
Ήδη έχει κερδίσει τίτλους και κύπελλα.
Αυτός θα είναι ο τρίτος σημαντικός τελικός της καριέρας του. Ξέρει καλά πως είναι και στο χέρι του να μη γνωρίσει τρίτη στη σειρά αποτυχία.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι ακριβώς θα σκέφτεται εκείνο το βράδυ, όταν θα πατήσει στο χορτάρι. Επιτρέψετε μου να έχω κάποιες υποψίες.
Από καιρό, με εντελώς διαφορετικά κριτήρια, βάσει ενστίκτου, νομίζω πως οι Μπλε θα σηκώσουν την πολυπόθητη κούπα.
Αν πέσω μέσα στις προβλέψεις μου τότε, μπορεί να κερδίσω ένα μικροποσό, αν αποφασίσω να στοιχηματίσω.
Σε περίπτωση δικαίωσης, θα έχω ένα λόγο παραπάνω να χαμογελάσω.
Γιατί ο Ντρογκμπά είναι πράγματι ένας κατασκευασμένος Άγιος.
Και το βράδυ του επερχόμενου τελικού ίσως να είναι καλή στιγμή για να του ανάψεις ένα κερί, έστω μια φορά για το γαμώτο!
Εξάλλου, κάτι τέτοια κουλά δεν αποδίδονται στους «άγιους» που μαζεύουν τάματα και τραβάνε πούλμαν με παπαδοπνίχτρες και φενταγίν;
Μην τρελαθούμε…
Καλημέρα.

Υ.Γ. Λίγο κακογραμμένο λόγω ώρας. Συγχωρήστε…