Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009
Κυριακή 8 Μαρτίου 2009
Ήταν τελικά ο Λούκα gay;
Φαινομενικά, το σημερινό κομμάτι θα ταίριαζε περισσότερο στη θεματολογία κάποιας ανάλαφρης εκπομπής της μεσημεριανής ζώνης. Όμως, αν την προσέξετε λίγο, ίσως καταλήξετε σε κάτι εντελώς διαφορετικό.
Αρχές της εβδομάδας έτυχα σε μια ιδιαίτερα εποικοδομητική συζήτηση σχετικά με την απήχηση ενός τηλεοπτικού προϊόντος στο κοινό. Θύμιζε κάτι από το γνωστό παιχνίδι taboo καθώς είχαμε εξ αρχής αποκλείσει όρους όπως «επικοινωνιολόγος», «διαφημιστής», «μάνατζερ» ή «υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων». Με αφορμή μια μακάβρια ιστορία στη Βρετανία, καταλήξαμε στο πιο γενικευμένο «διαμεσολαβητής». Σε εκείνον δηλαδή που θα αναλάβει ένα οποιοδήποτε ζήτημα (ακόμη και αν δεν υφίσταται) για να το αναδείξει πρώτο θέμα στην επικαιρότητα. Από το τελικό αποτέλεσμα επωφελείται τόσο ο ίδιος όσο και ο όποιος εντολοδόχος του.
Επίσης, κρίνοντας από τις ανομοιόμορφες υποθέσεις, συμπεράναμε πως το κλειδί για να κερδίσεις το ενδιαφέρον του κοινού παρουσιάζοντας ένα μη-ζήτημα είναι να το παρακινήσεις. Μια ορθολογιστική χρήση ίντριγκας, διχασμού και αμφισβήτησης είναι μεταξύ άλλων τα βασικά συστατικά της επιτυχίας και αυτός που θα πετύχει ιδανικότερη αναλογία θα είναι εκείνος που θα επιβραβευτεί στην τελική.
Ενώ ο συνομιλητής συνέχισε να καταπιάνεται με τον ανθρώπινου πόνου που εμπορεύεται μια πρώην στάρλετ των reality shows, επέλεξα να αφήσω τα κεκτημένα εκείνης της κουβέντας για μελλοντική εφαρμογή.
Εντελώς συμπωματικά, λίγες ημέρες αργότερα υπέπεσε στην αντίληψή μου μια πρόσφατη είδηση, προερχόμενη από την γειτονική Ιταλία. Για να αποφευχθεί τυχών σύγχυση, νομίζω πως είναι προτιμότερο να μοιραστώ την ιστορία με μία λογική σειρά και την απαραίτητη εισαγωγή:
Σαν Ρέμο 2009
…
Η φήμη της ιταλικής κωμόπολης πιθανόν να μη ξεπερνούσε τα σύνορα της χώρας εφόσον δεν είχε επιλεχθεί να φιλοξενήσει το ιταλικό φεστιβάλ τραγουδιού το 1951. Έκτοτε, στο Σαν Ρέμο διοργανώνεται ανελλιπώς κάθε χρόνο ένας από τους μακροβιότερους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς στην Ευρώπη. Πολλοί εθνικοί διαγωνισμοί οφείλουν την ύπαρξή τους στο Σαν Ρέμο και το δικό μας φεστιβάλ τραγουδιού της Θεσσαλονίκης δεν αποτελεί εξαίρεση. Λέγεται ότι η Eurovision που είναι μεταγενέστερη ξεκίνησε έπειτα από την απήχηση που συνάντησε ο ιταλικός θεσμός.
Παραδοσιακά, ο νικητής του Σαν Ρέμο εκπροσωπεί την χώρα στον πανευρωπαϊκό διαγωνισμό. Το ένδοξο φεστιβάλ έζησε μεγαλεία μέχρι περίπου την δεκαετία του ’80, ενώ έπειτα περιορίστηκε στο ετήσιο μουσικό γεγονός στην Ιταλία, χάνοντας μέρος της διεθνής του αίγλης.
Τα κορυφαία ονόματα και τα διασημότερα ονόματα της χώρας πέρασαν ή αναδείχτηκαν στη σκηνή του. Και επειδή ο διαγωνισμός δεν περιλαμβάνει μονάχα νέα ταλέντα, οι ισχυροί του εγχώριου μουσικού star system εξακολουθούν να συμμετέχουν κάθε φορά.
Λίγο η υποβάθμιση στη ποιότητα των διαγωνιζομένων, λίγο η μεταβολή των κανόνων στη μουσική βιομηχανία, το Σαν Ρέμο είχε σχεδόν εκφυλιστεί με αποτέλεσμα κάθε νέος διαγωνισμός να παρέπεμπε ελάχιστα σε εκείνους που προηγήθηκαν. Από σημαντικό καλλιτεχνικό δρώμενο διεθνώς, το άλλοτε διάσημο φεστιβάλ κατέληξε ένα τηλεοπτικό προϊόν και τίποτε παραπάνω.
Η κρατική τηλεόραση RAI που ως διοργανωτής κατέχει αποκλειστικά τα δικαιώματα εκμετάλλευσης ξοδεύει τεράστια ποσά ενώ καταφεύγει σε διάφορα τεχνάσματα μήπως και διατηρήσει το ενδιαφέρον του κοινού. Συνήθως δεκάδες αστέρες του Χόλυγουντ καλούνται με το αζημίωτο για να επαναφέρουν τις μετρήσεις σε υποφερτό επίπεδο. Ακόμα και η απόσυρση της ιταλικής συμμετοχής στη Eurovision χρησιμοποιήθηκε για τον ίδιο σκοπό, δίχως όμως το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Ολοένα και χειρότερα, η τηλεθέαση ήταν τόσο χαμηλά που σε δυσαναλογία με τον πανάκριβο προϋπολογισμό του εγχειρήματος, ανάγκαζε την διοίκηση του καναλιού να εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει μία ανάσα πριν το Σαν Ρέμο συμπληρώσει 60 χρόνια ζωής.
Ανεξαρτήτου αισθητικής, κανείς στην Ιταλία δεν θα επιθυμούσε κάτι τέτοιο μιας και το φεστιβάλ συνδέεται άμεσα με τη σύγχρονη πολιτιστική ιστορία του τόπου. Παρά τις προθέσεις και τις προσπάθειες, στην τηλεόραση οι μετρήσεις είναι συχνά ο μοναδικός σκληρός παράγοντας που κρίνει τις εξελίξεις. Όπως επίσης είναι κατανοητό πως ποτέ κανένας τηλεθεατής δε καθηλώθηκε μπροστά από το κουτί για πατριωτικούς λόγους και δίχως το παραμικρό ενδιαφέρον.
Ήταν τόση η απελπισία των ιθυνόντων, που επιστράτευσαν μια θρύλο του ιταλικού λαϊκού τραγουδιού, τη Μίνα για να ερμηνεύσει μαγνητοσκοπημένη μια διασκευή πάνω σε έργο… του Πουτσίνι! Μικρή σημείωση, η Μίνα αποσύρθηκε τελεσίδικα από την ενεργό δράση το 1978 και ίσως γι’ αυτό να μη σας θυμίζει τίποτα το όνομα…
Εκτός από την αίγλη, το Σαν Ρέμο φαινόταν ότι έχανε και την θέση του στο παγκόσμιο μουσικό χάρτη. Αλλά δεν ήταν μονάχα η απώλεια ενός θεσμού που πονοκεφάλιαζε τον διευθυντή της RAI. Τα εκατομμύρια ευρώ που θυσιάζονταν ετησίως δίχως το παραμικρό αντίκρισμα τον έφερναν αντιμέτωπο με τους Ιταλούς φορολογούμενους.
Στην Ιταλία, τα τέλη προς την κρατική τηλεόραση συλλέγονται με το μηχανισμό των αδειών, σε πλήρη αντιστοιχία με τα ελληνικά τέλη κυκλοφορίας των οχημάτων. Στο μέσον μιας ανυπέρβλητης οικονομικής κρίσης, η αλόγιστη σπατάλη δημοσίων πόρων εξόργιζε τις ενώσεις καταναλωτών, που σε αντίθεση με τα δικά μας δεδομένα, εκεί έχουν ενεργό τρόπο και δυνατότητα δράσης.
Όταν διέρρευσαν στη δημοσιότητα οι μισθοί των κυρίων συντελεστών του φεστιβάλ, το ποτήρι ξεχείλισε. Ο συντηρητικός παρουσιαστής και συνάμα καλλιτεχνικός διευθυντής Πάολο Μπονόλις αμειβόταν με ένα εκατομμύριο ευρώ. Τόσα έπαιρνε και ο βραβευμένος Ρομπέρτο Μπενίνι που είχε ουσιαστικά ρόλο δεύτερου παρουσιαστή. Εξαιρετικά δυσανάλογο ποσό συγκρινόμενο με τα «ψίχουλα» που προσφέρθηκαν στους υψηλούς καλεσμένους όπως ο Τζιμ Κάρευ, ο Κέβιν Σπέϊσυ, η Άνι Λένοξ ή ο Χιού Χέφνερ, μεταξύ άλλων. Τρελά ποσά, την εποχή που η αγορά έχει στερεύσει από ρευστό και θέσεις εργασίας.
Η δικαιολογία πως ο προϋπολογισμός είχε περισκοπεί κατά μισό εκατομμύριο δεν έπεισε και οι ενώσεις ζήτησαν από την εισαγγελία της περιοχής να διερευνήσει κατά πόσο κατασπαταλιέται το δημόσιο χρήμα.
Τη στιγμή που το σκάνδαλο με τη προκλητική μισθοδοσία των συντελεστών βγήκε στο προσκήνιο, κάποιοι προδίκασαν και επίσημα το τέλος του Σαν Ρέμο. Σχεδόν κανείς όμως δε μπορούσε να φανταστεί τι ακριβώς θα ακολουθούσε, ούτε πόσο γρήγορα θα ξεχνιόταν το θέμα.
Την ίδια περίοδο και καθώς πλησίαζε η έναρξης της 17ης Φεβρουαρίου, ξεκίνησαν να παρουσιάζονται και οι φετινές συμμετοχές. Στους 23 τραγουδιστές που διαγωνίζονταν συμπεριλαμβανόταν και ο 36χρονος Μιλανέζος Γκιουζέπε Πόβια. Ο Πόβια, από ήταν ένα τα γνωστά ονόματα καθότι είχε κερδίσει το 2006 με το άσμα «Κάντε μου τον λογαριασμό» (σ.σ. αδιευκρίνιστων λοιπών στίχων). Επιδιώκοντας να σκαρφαλώσει ξανά στην κορυφή, ο Πόβια επανήλθε με εύηχο τραγούδι με το χαρακτηριστικό ραπάρισμα στην Ιταλική γλώσσα. Ο τίτλος του ήταν «Ο Λούκα ήταν gay» και από μόνο του, αυτό το «ήταν» έδωσε το έναυσμα για μια ασυνήθιστη πολεμική.
«Ο Λούκα ήταν gay όμως τώρα είναι μαζί της.
Ο Λούκα μιλά απ’ την καρδιά του
Ο Λούκα είναι άλλος άντρας»
Αυτό ήταν το επαναλαμβανόμενο ρεφρέν. Ενδιάμεσα αναπτύσσεται μια ιστορία σε πρώτο πρόσωπο, η οποία συνοπτικά μοιάζει με την παρακάτω;
Ο Λούκα είδε τους γονείς του να χωρίζουν στα 12 του. Ο πατέρας τους εγκατέλειψε και έγινε αλκοολικός ενώ η μάνα πικράθηκε από τους άντρες. Με αποθυμένο να γνωρίσει πραγματικά τον πατέρα του αλλά και με τη παράλληλη αποστροφή της μάνας όταν τον έβλεπε με γυναίκες, ο Λούκα κάποτε ερωτεύτηκε έναν μεγαλύτερό του και κατάλαβε πως ήταν ομοφυλόφιλος. Έπειτα από αναφορές στην αναζήτηση απαντήσεων αλλά και συναισθημάτων που αποκόμισε από τις σχέσεις του, ο Λούκα καταλήγει σε ένα πάρτυ. Εκεί γνώρισε μια γυναίκα που τον κατάλαβε, την καψουρεύτηκε , την παντρεύτηκε και της έκανε ένα κουτσούβελο.
Το τμήμα που ίσως αξίζει να μεταφέρω αυτολεξεί ήταν αυτό του επιλόγου όπου αναφέρει ότι:
«Αυτή είναι η ιστορία μου, μονάχα η ιστορία μου, καμία ασθένεια, καμία γιατρειά
Αξιότιμε πατέρα, σε συγχώρησα παρόλο που δεν επέστρεψες ποτέ εδώ.
Μάνα, σε σκέφτομαι και σ’ αγαπώ, μερικές φορές βλέπω το είδωλό σου
Αλλά τώρα έγινα εγώ ο πατέρας και είμαι ερωτευμένος με τη μοναδική γυναίκα που αγάπησα στη ζωή μου».
Και το κομμάτι κλείνει συνοδεία δεύτερης γυναικείας φωνής στο ρεφρέν και συμφωνικής ορχήστρας…
Πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, έχω μάθει, έχω συνηθίσει να είμαι ουδέτερος έως αδιάφορος σε θέματα ομοφυλοφιλίας. Νομίζω πως ο καθένας δύναται να διαχειρίζεται τη προσωπική του ζωή όπως τον ευχαριστεί. Άντρας, γυναίκα το ένα και το αυτό, τα πάντα όλα!
Είτε υπέρμαχοι, είτε πολέμιοι των δικαιωμάτων των gay, μικρή σημασία έχει. Προσπαθώ να διακρίνω την υπερβολή και να διασκεδάσω μ’ αυτή, ανεξάρτητα από ποια πλευρά προέρχεται.
Δεν ήταν ζήτημα η θεματολογία του τραγουδιού. Εξάλλου, σύμφωνα με τους διοργανωτές και το περσινό τραγούδι που κέρδισε είχε παραπλήσιο περιεχόμενο. Η Άννα Τατάντζελο είχε ερμηνεύσει ένα κομμάτι γραμμένο από έναν gay που αναφερόταν στις δυσκολίες που αντιμετώπιζε εξαιτίας των προτιμήσεών του. Δίχως να είμαι ειδικός, υποθέτω πως και κατά το παρελθόν θα είχαν παρουσιαστεί ή πρωταγωνιστήσει παρόμοιου περιεχομένου συμμετοχές.
Την επόμενη κιόλας ημέρα, οι σκανδαλοθήρες επικεντρώθηκαν στο κατά πόσο η μελοποιημένη επιστολή του Λούκα ήταν πραγματική ή φτιαχτή. Ενώ έπιασαν στο στόμα τους διάφορους υποψήφιους «Λούκα», μερικοί συνδύασαν παλαιότερες δηλώσεις του καλλιτέχνη. Ο Πόβια είχε ανακοινώσει ότι σε μικρότερη ηλικία είχε «πειραματιστεί» με το αντικείμενο. Υποστήριξε πως είχε επηρεαστεί από τους κύκλους που συναναστρεφόταν και πως αργότερα κατάφερε να «συνέλθει». Όμως, πέρα από το αμελητέο της ταυτότητας του στιχουργού το «Luca era gay» απασχόλησε σε μεγαλύτερη κλίμακα την ιταλική κοινωνία και κατ’ επέκταση τη δημοσιότητα.
Είναι ανώφελο, σχεδόν ανόητο να προσδιοριστεί αν η Ιταλία κατέχει τα πρωτεία σε πληθυσμό ή ποσόστωση των ομοφυλόφιλων. Σίγουρα πάντως, οι διάφορες οργανώσεις αριθμούν χιλιάδες ενεργά μέλη και επηρεάζουν πολλαπλάσιο αριθμό ανθρώπων που επέλεξαν να μη εκδηλωθούν σε τέτοιο βαθμό. Μια πόλωση ή κινητοποίηση στις τάξεις των οργανώσεων αυτών δημιουργεί άμεσα μια τεράστια δυναμική.
Αν συνδυαστεί με το γεγονός ενός ασταθούς πολιτικού συστήματος απλής αναλογικής, των διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων κάθε 2 περίπου χρόνια και τις λεπτές ισορροπίες δυνάμεων μεταξύ των κομμάτων, είναι εύλογο πως κανείς δε θα ρίσκαρε να εναντιωθεί απέναντι σε ένα τόσο μαζικό κίνημα.
Μια ανοικτή αντιπαράθεση στις οργανώσεις αυτές θα είχε μεγαλύτερο πολιτικό κόστος από λ.χ. το κλείσιμο της κρατικής Alitalia. Μονάχα οι Χριστιανοδημοκράτες που πρεσβεύουν τα ιδεώδη της καθολικής εκκλησίας και βρίσκονται σε μόνιμη γραμμή με το Βατικανό επωφελούνται από τέτοιες κόντρες. Έτσι αποτελούν μόνιμο τηλεοπτικό ζευγάρι με τους εκπροσώπους των οργανώσεων.
Έτσι και στη αφορμή που έδωσε ο Πόβια, ξέσπασε άλλο ένα πανηγύρι που ελάχιστα συσχετιζόταν με το φεστιβάλ, αλλά του έδωσε τέτοια δημοσιότητα που ούτε τα αφεντικά της RAI υπολόγισαν. Η λέξη κλειδί που μπαρούτιασε το κλίμα αποτέλεσε το «ήταν» στον τίτλο.
Οι πέντε μεγαλύτερες εθνικές οργανώσεις κινητοποιήθηκαν άμεσα με μπροστάρη την πολυπληθέστερη Arcigay. Ο Πόβια στοχοποιήθηκε ως υποκινητής της ομοφοβίας και το τραγούδι του σαν μια ανοικτή πληγή ενάντια στους χρόνιους αγώνες των ομοφυλόφιλων. Αφού υποστήριξαν πως ο σεξουαλικός προσανατολισμός ενός ανθρώπου δεν αλλάζει όπως ένα ζευγάρι παπούτσια αλλά καθορίζεται από την ίδια του τη φύση, ξεκίνησαν εκστρατεία για την απόσυρση του κομματιού από το διαγωνισμό.
Ο διευθυντής Μπονόλις υπερασπίστηκε τον καλλιτέχνη δηλώνοντας μάλλον το προφανές. Ότι δηλαδή ήταν απλά ένα τραγούδι που διατηρούσε μια κάποια ουδετερότητα. Μπρος στις συνεχιζόμενες αντιδράσεις, ο Πόβια απολάμβανε τη δημοσιότητα που του δόθηκε και δυναμίτιζε όποτε μπορούσε την ατμόσφαιρά με ένα «χέστηκα» όσο αφορούσε τις διαμαρτυρίες.
Ισχυρό σύμμαχο βρήκε στους Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι μπήκαν αυτεπάγγελτα στο παιχνίδι για να κοντραριστούν άλλη μία φορά με τις οργανώσεις. Επιτέθηκαν κυρίως στην Arcigay με χαρακτηρισμούς όπως «ρατσιστές» και «θιασώτες των διακρίσεων». Οι πιο γραφικοί από τις δύο πλευρές μάχονταν στα παράθυρα για το κατά πόσο ο «Λούκα» (που μπορεί να μην υπάρχει καν) έχει τη δυνατότητα ή το δικαίωμα να αλλάξει προσανατολισμό!
Επί μέρες, εβδομάδες ίσως είχαν ξεχαστεί τα πάντα. Ποια παρακμή, ποια σκάνδαλα και ποια τραγούδια; Η αναφορά στο Σαν Ρέμο συσχετιζόταν με το κατά πόσο ο «Λούκα ήταν gay» και με ποιο πολιτικά ορθό τρόπο αυτό μπορούσε να περάσει στη κοινωνία.
Αυτή η πόλωση, ή έστω η διαρκής προβολή μιας κόντρας πάνω στα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων προκάλεσε μια δυναμική, ένα εφήμερο διχασμό και τράβηξε την προσοχή σε πάρα πολλούς αδιάφορους θεατές.
Το Σάββατο της 21ής Φεβρουαρίου αρκετοί περίμεναν να δουν τι ακριβώς θα συνέβαινε στην αυλαία του 59ου και παραλίγο τελευταίου φεστιβάλ στο Σαν Ρέμο. Τον Πόβια προλόγισε ο Μπενίνι δανειζόμενος μια φράση από την επιστολή του Όσκαρ Ουάιλντ προς τον νεαρό εραστή του. Αφού δήλωσε πως η ομοφυλοφιλία δεν είναι αμαρτία και πως πολλοί εκδιόχτηκαν κατά το παρελθόν επειδή απλά αγάπησαν κάποιον, έλαβε το χειροκρότημα του κοινού και ο Πόβια ερμήνευσε το επίμαχο τραγούδι. Προς το κλείσιμο της εξιστόρησης, ο καλλιτέχνης σηκωνόταν από το κάθισμά του και εμφάνιζε διάφορα πανό, ως απάντηση προς τους επικριτές του όλο το προηγούμενο διάστημα. Στο τέλος άφησε ένα που έγραφε πως «ο καθένας υπερασπίζεται την αλήθεια του» και αποχώρησε από τη σκηνή.
Μια εκπληκτική παράσταση που ουσιαστικά έσωσε ένα ιστορικό θεσμό. Περίπου 14 εκατομμύρια Ιταλοί εκτιμάται πως παρακολούθησαν το φετινό Σαν Ρέμο. Ένας ιδιαίτερα ικανοποιητικός αριθμός τηλεθεατών που μεγαλύτερό του συναντά κάποιος κυρίως σε αθλητικά γεγονότα. Εντέλει παρά τις σπατάλες, οι διοργανωτές της RAI πέτυχαν έναν ανέλπιστο στόχο και ελπίζουν πως το προϊόν τους ξέφυγε από τη προδιαγεγραμμένη αδιέξοδη τροχιά.
Για την ιστορία, το τραγούδι του Πόβια ανακηρύχτηκε δεύτερο καλύτερο και έτσι δεν θα δοθεί συνέχεια στον επικείμενο διαγωνισμό της Eurovision στη Μόσχα. Όμως θα περάσει μάλλον στην ιστορία ως το σωσίβιο του φεστιβάλ του Σαν Ρέμο.
Είτε προμελετημένα, είτε καθαρά από τύχη ο «Λούκα ήταν gay» είχε τον ρόλο του απαιτούμενου «διαμεσολαβητή» που μιλούσαμε στον πρόλογο. Κατασκευασμένος ή αυτόφωτος, αποδείχτηκε άκρως αποτελεσματικός.
Ανακαλύπτοντας την είδηση, πέρασα δυο μέρες ψάχνοντας λεπτομέρειες για μια ιστορία που εξελισσόταν στη γειτονική χώρα τον προηγούμενο μήνα. Οφείλω να ομολογήσω πως ήταν ανέλπιστα διασκεδαστικό και είμαι σχεδόν βέβαιος πως έχει ξεφύγει από τα στενά πλαίσια της ροζ ειδησεογραφίας.
Ας βγάλει ο καθένας τα δικά του συμπεράσματα ανάλογα με τα προσωπικά του πιστεύω και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του.
Ανάμεσα στις διαφορετικές πηγές που χρησιμοποίησα μήπως και προσεγγίσω ένα τόσο λεπτά κοινωνικό ζήτημα, συνάντησα τυχαία το άρθρο ενός Ιταλού ακτιβιστή. Είχε ως τίτλο:
«Ήταν ο Λούκα gay; Όχι… απλά ήταν bisexual και τον παίρνει που και που!»
Δυστυχώς η γνώση μου πάνω στην ιταλική γλώσσα είναι μηδαμινή και περιορίζεται στο χορτάρι ενός γηπέδου. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν σας παρέθεσα ολόκληρο το επίμαχο τραγούδι και δεν κατάφερα να αφομοιώσω την επιχειρηματολογία σε εκείνο το άρθρο με τον καυστικό τίτλο.
Αντί επιλόγου, να προσθέσω την επίσης επικοινωνιακή διαπίστωση ενός άλλου φίλου καθώς άκουσε την παραπάνω ιστορία, στο λακωνικό:
«Τον π….»
Όπως είπε και ο ίδιος ο καλλιτέχνης, καθένας δικαιούται να υπερασπίζεται την αλήθεια του. Αν υπάρχει βέβαια τέτοια. Και επειδή δεν είμαι πολύ απόλυτος πάνω σε αυτό, θα σας αφήσω να την ανακαλύψετε μόνοι σας, προσθέτοντας μερικούς συνδέσμους για ένα ζήτημα που θα ξεχαστεί τόσο γρήγορα όσο αναδείχτηκε…
Η ερμηνεία του «Luca era gay» στο Σαν Ρέμο 2009.
Μια αγγλική μετάφραση των στίχων.
Ένας διάσημος Βρετανός «διαμεσολαβητής».
Αφιερωμένο στην Αναστασία!
Αρχές της εβδομάδας έτυχα σε μια ιδιαίτερα εποικοδομητική συζήτηση σχετικά με την απήχηση ενός τηλεοπτικού προϊόντος στο κοινό. Θύμιζε κάτι από το γνωστό παιχνίδι taboo καθώς είχαμε εξ αρχής αποκλείσει όρους όπως «επικοινωνιολόγος», «διαφημιστής», «μάνατζερ» ή «υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων». Με αφορμή μια μακάβρια ιστορία στη Βρετανία, καταλήξαμε στο πιο γενικευμένο «διαμεσολαβητής». Σε εκείνον δηλαδή που θα αναλάβει ένα οποιοδήποτε ζήτημα (ακόμη και αν δεν υφίσταται) για να το αναδείξει πρώτο θέμα στην επικαιρότητα. Από το τελικό αποτέλεσμα επωφελείται τόσο ο ίδιος όσο και ο όποιος εντολοδόχος του.
Επίσης, κρίνοντας από τις ανομοιόμορφες υποθέσεις, συμπεράναμε πως το κλειδί για να κερδίσεις το ενδιαφέρον του κοινού παρουσιάζοντας ένα μη-ζήτημα είναι να το παρακινήσεις. Μια ορθολογιστική χρήση ίντριγκας, διχασμού και αμφισβήτησης είναι μεταξύ άλλων τα βασικά συστατικά της επιτυχίας και αυτός που θα πετύχει ιδανικότερη αναλογία θα είναι εκείνος που θα επιβραβευτεί στην τελική.
Ενώ ο συνομιλητής συνέχισε να καταπιάνεται με τον ανθρώπινου πόνου που εμπορεύεται μια πρώην στάρλετ των reality shows, επέλεξα να αφήσω τα κεκτημένα εκείνης της κουβέντας για μελλοντική εφαρμογή.
Εντελώς συμπωματικά, λίγες ημέρες αργότερα υπέπεσε στην αντίληψή μου μια πρόσφατη είδηση, προερχόμενη από την γειτονική Ιταλία. Για να αποφευχθεί τυχών σύγχυση, νομίζω πως είναι προτιμότερο να μοιραστώ την ιστορία με μία λογική σειρά και την απαραίτητη εισαγωγή:
Σαν Ρέμο 2009
…
Η φήμη της ιταλικής κωμόπολης πιθανόν να μη ξεπερνούσε τα σύνορα της χώρας εφόσον δεν είχε επιλεχθεί να φιλοξενήσει το ιταλικό φεστιβάλ τραγουδιού το 1951. Έκτοτε, στο Σαν Ρέμο διοργανώνεται ανελλιπώς κάθε χρόνο ένας από τους μακροβιότερους καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς στην Ευρώπη. Πολλοί εθνικοί διαγωνισμοί οφείλουν την ύπαρξή τους στο Σαν Ρέμο και το δικό μας φεστιβάλ τραγουδιού της Θεσσαλονίκης δεν αποτελεί εξαίρεση. Λέγεται ότι η Eurovision που είναι μεταγενέστερη ξεκίνησε έπειτα από την απήχηση που συνάντησε ο ιταλικός θεσμός.
Παραδοσιακά, ο νικητής του Σαν Ρέμο εκπροσωπεί την χώρα στον πανευρωπαϊκό διαγωνισμό. Το ένδοξο φεστιβάλ έζησε μεγαλεία μέχρι περίπου την δεκαετία του ’80, ενώ έπειτα περιορίστηκε στο ετήσιο μουσικό γεγονός στην Ιταλία, χάνοντας μέρος της διεθνής του αίγλης.
Τα κορυφαία ονόματα και τα διασημότερα ονόματα της χώρας πέρασαν ή αναδείχτηκαν στη σκηνή του. Και επειδή ο διαγωνισμός δεν περιλαμβάνει μονάχα νέα ταλέντα, οι ισχυροί του εγχώριου μουσικού star system εξακολουθούν να συμμετέχουν κάθε φορά.
Λίγο η υποβάθμιση στη ποιότητα των διαγωνιζομένων, λίγο η μεταβολή των κανόνων στη μουσική βιομηχανία, το Σαν Ρέμο είχε σχεδόν εκφυλιστεί με αποτέλεσμα κάθε νέος διαγωνισμός να παρέπεμπε ελάχιστα σε εκείνους που προηγήθηκαν. Από σημαντικό καλλιτεχνικό δρώμενο διεθνώς, το άλλοτε διάσημο φεστιβάλ κατέληξε ένα τηλεοπτικό προϊόν και τίποτε παραπάνω.
Η κρατική τηλεόραση RAI που ως διοργανωτής κατέχει αποκλειστικά τα δικαιώματα εκμετάλλευσης ξοδεύει τεράστια ποσά ενώ καταφεύγει σε διάφορα τεχνάσματα μήπως και διατηρήσει το ενδιαφέρον του κοινού. Συνήθως δεκάδες αστέρες του Χόλυγουντ καλούνται με το αζημίωτο για να επαναφέρουν τις μετρήσεις σε υποφερτό επίπεδο. Ακόμα και η απόσυρση της ιταλικής συμμετοχής στη Eurovision χρησιμοποιήθηκε για τον ίδιο σκοπό, δίχως όμως το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Ολοένα και χειρότερα, η τηλεθέαση ήταν τόσο χαμηλά που σε δυσαναλογία με τον πανάκριβο προϋπολογισμό του εγχειρήματος, ανάγκαζε την διοίκηση του καναλιού να εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει μία ανάσα πριν το Σαν Ρέμο συμπληρώσει 60 χρόνια ζωής.
Ανεξαρτήτου αισθητικής, κανείς στην Ιταλία δεν θα επιθυμούσε κάτι τέτοιο μιας και το φεστιβάλ συνδέεται άμεσα με τη σύγχρονη πολιτιστική ιστορία του τόπου. Παρά τις προθέσεις και τις προσπάθειες, στην τηλεόραση οι μετρήσεις είναι συχνά ο μοναδικός σκληρός παράγοντας που κρίνει τις εξελίξεις. Όπως επίσης είναι κατανοητό πως ποτέ κανένας τηλεθεατής δε καθηλώθηκε μπροστά από το κουτί για πατριωτικούς λόγους και δίχως το παραμικρό ενδιαφέρον.
Ήταν τόση η απελπισία των ιθυνόντων, που επιστράτευσαν μια θρύλο του ιταλικού λαϊκού τραγουδιού, τη Μίνα για να ερμηνεύσει μαγνητοσκοπημένη μια διασκευή πάνω σε έργο… του Πουτσίνι! Μικρή σημείωση, η Μίνα αποσύρθηκε τελεσίδικα από την ενεργό δράση το 1978 και ίσως γι’ αυτό να μη σας θυμίζει τίποτα το όνομα…
Εκτός από την αίγλη, το Σαν Ρέμο φαινόταν ότι έχανε και την θέση του στο παγκόσμιο μουσικό χάρτη. Αλλά δεν ήταν μονάχα η απώλεια ενός θεσμού που πονοκεφάλιαζε τον διευθυντή της RAI. Τα εκατομμύρια ευρώ που θυσιάζονταν ετησίως δίχως το παραμικρό αντίκρισμα τον έφερναν αντιμέτωπο με τους Ιταλούς φορολογούμενους.
Στην Ιταλία, τα τέλη προς την κρατική τηλεόραση συλλέγονται με το μηχανισμό των αδειών, σε πλήρη αντιστοιχία με τα ελληνικά τέλη κυκλοφορίας των οχημάτων. Στο μέσον μιας ανυπέρβλητης οικονομικής κρίσης, η αλόγιστη σπατάλη δημοσίων πόρων εξόργιζε τις ενώσεις καταναλωτών, που σε αντίθεση με τα δικά μας δεδομένα, εκεί έχουν ενεργό τρόπο και δυνατότητα δράσης.
Όταν διέρρευσαν στη δημοσιότητα οι μισθοί των κυρίων συντελεστών του φεστιβάλ, το ποτήρι ξεχείλισε. Ο συντηρητικός παρουσιαστής και συνάμα καλλιτεχνικός διευθυντής Πάολο Μπονόλις αμειβόταν με ένα εκατομμύριο ευρώ. Τόσα έπαιρνε και ο βραβευμένος Ρομπέρτο Μπενίνι που είχε ουσιαστικά ρόλο δεύτερου παρουσιαστή. Εξαιρετικά δυσανάλογο ποσό συγκρινόμενο με τα «ψίχουλα» που προσφέρθηκαν στους υψηλούς καλεσμένους όπως ο Τζιμ Κάρευ, ο Κέβιν Σπέϊσυ, η Άνι Λένοξ ή ο Χιού Χέφνερ, μεταξύ άλλων. Τρελά ποσά, την εποχή που η αγορά έχει στερεύσει από ρευστό και θέσεις εργασίας.
Η δικαιολογία πως ο προϋπολογισμός είχε περισκοπεί κατά μισό εκατομμύριο δεν έπεισε και οι ενώσεις ζήτησαν από την εισαγγελία της περιοχής να διερευνήσει κατά πόσο κατασπαταλιέται το δημόσιο χρήμα.
Τη στιγμή που το σκάνδαλο με τη προκλητική μισθοδοσία των συντελεστών βγήκε στο προσκήνιο, κάποιοι προδίκασαν και επίσημα το τέλος του Σαν Ρέμο. Σχεδόν κανείς όμως δε μπορούσε να φανταστεί τι ακριβώς θα ακολουθούσε, ούτε πόσο γρήγορα θα ξεχνιόταν το θέμα.
Την ίδια περίοδο και καθώς πλησίαζε η έναρξης της 17ης Φεβρουαρίου, ξεκίνησαν να παρουσιάζονται και οι φετινές συμμετοχές. Στους 23 τραγουδιστές που διαγωνίζονταν συμπεριλαμβανόταν και ο 36χρονος Μιλανέζος Γκιουζέπε Πόβια. Ο Πόβια, από ήταν ένα τα γνωστά ονόματα καθότι είχε κερδίσει το 2006 με το άσμα «Κάντε μου τον λογαριασμό» (σ.σ. αδιευκρίνιστων λοιπών στίχων). Επιδιώκοντας να σκαρφαλώσει ξανά στην κορυφή, ο Πόβια επανήλθε με εύηχο τραγούδι με το χαρακτηριστικό ραπάρισμα στην Ιταλική γλώσσα. Ο τίτλος του ήταν «Ο Λούκα ήταν gay» και από μόνο του, αυτό το «ήταν» έδωσε το έναυσμα για μια ασυνήθιστη πολεμική.
«Ο Λούκα ήταν gay όμως τώρα είναι μαζί της.
Ο Λούκα μιλά απ’ την καρδιά του
Ο Λούκα είναι άλλος άντρας»
Αυτό ήταν το επαναλαμβανόμενο ρεφρέν. Ενδιάμεσα αναπτύσσεται μια ιστορία σε πρώτο πρόσωπο, η οποία συνοπτικά μοιάζει με την παρακάτω;
Ο Λούκα είδε τους γονείς του να χωρίζουν στα 12 του. Ο πατέρας τους εγκατέλειψε και έγινε αλκοολικός ενώ η μάνα πικράθηκε από τους άντρες. Με αποθυμένο να γνωρίσει πραγματικά τον πατέρα του αλλά και με τη παράλληλη αποστροφή της μάνας όταν τον έβλεπε με γυναίκες, ο Λούκα κάποτε ερωτεύτηκε έναν μεγαλύτερό του και κατάλαβε πως ήταν ομοφυλόφιλος. Έπειτα από αναφορές στην αναζήτηση απαντήσεων αλλά και συναισθημάτων που αποκόμισε από τις σχέσεις του, ο Λούκα καταλήγει σε ένα πάρτυ. Εκεί γνώρισε μια γυναίκα που τον κατάλαβε, την καψουρεύτηκε , την παντρεύτηκε και της έκανε ένα κουτσούβελο.
Το τμήμα που ίσως αξίζει να μεταφέρω αυτολεξεί ήταν αυτό του επιλόγου όπου αναφέρει ότι:
«Αυτή είναι η ιστορία μου, μονάχα η ιστορία μου, καμία ασθένεια, καμία γιατρειά
Αξιότιμε πατέρα, σε συγχώρησα παρόλο που δεν επέστρεψες ποτέ εδώ.
Μάνα, σε σκέφτομαι και σ’ αγαπώ, μερικές φορές βλέπω το είδωλό σου
Αλλά τώρα έγινα εγώ ο πατέρας και είμαι ερωτευμένος με τη μοναδική γυναίκα που αγάπησα στη ζωή μου».
Και το κομμάτι κλείνει συνοδεία δεύτερης γυναικείας φωνής στο ρεφρέν και συμφωνικής ορχήστρας…
Πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, έχω μάθει, έχω συνηθίσει να είμαι ουδέτερος έως αδιάφορος σε θέματα ομοφυλοφιλίας. Νομίζω πως ο καθένας δύναται να διαχειρίζεται τη προσωπική του ζωή όπως τον ευχαριστεί. Άντρας, γυναίκα το ένα και το αυτό, τα πάντα όλα!
Είτε υπέρμαχοι, είτε πολέμιοι των δικαιωμάτων των gay, μικρή σημασία έχει. Προσπαθώ να διακρίνω την υπερβολή και να διασκεδάσω μ’ αυτή, ανεξάρτητα από ποια πλευρά προέρχεται.
Δεν ήταν ζήτημα η θεματολογία του τραγουδιού. Εξάλλου, σύμφωνα με τους διοργανωτές και το περσινό τραγούδι που κέρδισε είχε παραπλήσιο περιεχόμενο. Η Άννα Τατάντζελο είχε ερμηνεύσει ένα κομμάτι γραμμένο από έναν gay που αναφερόταν στις δυσκολίες που αντιμετώπιζε εξαιτίας των προτιμήσεών του. Δίχως να είμαι ειδικός, υποθέτω πως και κατά το παρελθόν θα είχαν παρουσιαστεί ή πρωταγωνιστήσει παρόμοιου περιεχομένου συμμετοχές.
Την επόμενη κιόλας ημέρα, οι σκανδαλοθήρες επικεντρώθηκαν στο κατά πόσο η μελοποιημένη επιστολή του Λούκα ήταν πραγματική ή φτιαχτή. Ενώ έπιασαν στο στόμα τους διάφορους υποψήφιους «Λούκα», μερικοί συνδύασαν παλαιότερες δηλώσεις του καλλιτέχνη. Ο Πόβια είχε ανακοινώσει ότι σε μικρότερη ηλικία είχε «πειραματιστεί» με το αντικείμενο. Υποστήριξε πως είχε επηρεαστεί από τους κύκλους που συναναστρεφόταν και πως αργότερα κατάφερε να «συνέλθει». Όμως, πέρα από το αμελητέο της ταυτότητας του στιχουργού το «Luca era gay» απασχόλησε σε μεγαλύτερη κλίμακα την ιταλική κοινωνία και κατ’ επέκταση τη δημοσιότητα.
Είναι ανώφελο, σχεδόν ανόητο να προσδιοριστεί αν η Ιταλία κατέχει τα πρωτεία σε πληθυσμό ή ποσόστωση των ομοφυλόφιλων. Σίγουρα πάντως, οι διάφορες οργανώσεις αριθμούν χιλιάδες ενεργά μέλη και επηρεάζουν πολλαπλάσιο αριθμό ανθρώπων που επέλεξαν να μη εκδηλωθούν σε τέτοιο βαθμό. Μια πόλωση ή κινητοποίηση στις τάξεις των οργανώσεων αυτών δημιουργεί άμεσα μια τεράστια δυναμική.
Αν συνδυαστεί με το γεγονός ενός ασταθούς πολιτικού συστήματος απλής αναλογικής, των διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων κάθε 2 περίπου χρόνια και τις λεπτές ισορροπίες δυνάμεων μεταξύ των κομμάτων, είναι εύλογο πως κανείς δε θα ρίσκαρε να εναντιωθεί απέναντι σε ένα τόσο μαζικό κίνημα.
Μια ανοικτή αντιπαράθεση στις οργανώσεις αυτές θα είχε μεγαλύτερο πολιτικό κόστος από λ.χ. το κλείσιμο της κρατικής Alitalia. Μονάχα οι Χριστιανοδημοκράτες που πρεσβεύουν τα ιδεώδη της καθολικής εκκλησίας και βρίσκονται σε μόνιμη γραμμή με το Βατικανό επωφελούνται από τέτοιες κόντρες. Έτσι αποτελούν μόνιμο τηλεοπτικό ζευγάρι με τους εκπροσώπους των οργανώσεων.
Έτσι και στη αφορμή που έδωσε ο Πόβια, ξέσπασε άλλο ένα πανηγύρι που ελάχιστα συσχετιζόταν με το φεστιβάλ, αλλά του έδωσε τέτοια δημοσιότητα που ούτε τα αφεντικά της RAI υπολόγισαν. Η λέξη κλειδί που μπαρούτιασε το κλίμα αποτέλεσε το «ήταν» στον τίτλο.
Οι πέντε μεγαλύτερες εθνικές οργανώσεις κινητοποιήθηκαν άμεσα με μπροστάρη την πολυπληθέστερη Arcigay. Ο Πόβια στοχοποιήθηκε ως υποκινητής της ομοφοβίας και το τραγούδι του σαν μια ανοικτή πληγή ενάντια στους χρόνιους αγώνες των ομοφυλόφιλων. Αφού υποστήριξαν πως ο σεξουαλικός προσανατολισμός ενός ανθρώπου δεν αλλάζει όπως ένα ζευγάρι παπούτσια αλλά καθορίζεται από την ίδια του τη φύση, ξεκίνησαν εκστρατεία για την απόσυρση του κομματιού από το διαγωνισμό.
Ο διευθυντής Μπονόλις υπερασπίστηκε τον καλλιτέχνη δηλώνοντας μάλλον το προφανές. Ότι δηλαδή ήταν απλά ένα τραγούδι που διατηρούσε μια κάποια ουδετερότητα. Μπρος στις συνεχιζόμενες αντιδράσεις, ο Πόβια απολάμβανε τη δημοσιότητα που του δόθηκε και δυναμίτιζε όποτε μπορούσε την ατμόσφαιρά με ένα «χέστηκα» όσο αφορούσε τις διαμαρτυρίες.
Ισχυρό σύμμαχο βρήκε στους Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι μπήκαν αυτεπάγγελτα στο παιχνίδι για να κοντραριστούν άλλη μία φορά με τις οργανώσεις. Επιτέθηκαν κυρίως στην Arcigay με χαρακτηρισμούς όπως «ρατσιστές» και «θιασώτες των διακρίσεων». Οι πιο γραφικοί από τις δύο πλευρές μάχονταν στα παράθυρα για το κατά πόσο ο «Λούκα» (που μπορεί να μην υπάρχει καν) έχει τη δυνατότητα ή το δικαίωμα να αλλάξει προσανατολισμό!
Επί μέρες, εβδομάδες ίσως είχαν ξεχαστεί τα πάντα. Ποια παρακμή, ποια σκάνδαλα και ποια τραγούδια; Η αναφορά στο Σαν Ρέμο συσχετιζόταν με το κατά πόσο ο «Λούκα ήταν gay» και με ποιο πολιτικά ορθό τρόπο αυτό μπορούσε να περάσει στη κοινωνία.
Αυτή η πόλωση, ή έστω η διαρκής προβολή μιας κόντρας πάνω στα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων προκάλεσε μια δυναμική, ένα εφήμερο διχασμό και τράβηξε την προσοχή σε πάρα πολλούς αδιάφορους θεατές.
Το Σάββατο της 21ής Φεβρουαρίου αρκετοί περίμεναν να δουν τι ακριβώς θα συνέβαινε στην αυλαία του 59ου και παραλίγο τελευταίου φεστιβάλ στο Σαν Ρέμο. Τον Πόβια προλόγισε ο Μπενίνι δανειζόμενος μια φράση από την επιστολή του Όσκαρ Ουάιλντ προς τον νεαρό εραστή του. Αφού δήλωσε πως η ομοφυλοφιλία δεν είναι αμαρτία και πως πολλοί εκδιόχτηκαν κατά το παρελθόν επειδή απλά αγάπησαν κάποιον, έλαβε το χειροκρότημα του κοινού και ο Πόβια ερμήνευσε το επίμαχο τραγούδι. Προς το κλείσιμο της εξιστόρησης, ο καλλιτέχνης σηκωνόταν από το κάθισμά του και εμφάνιζε διάφορα πανό, ως απάντηση προς τους επικριτές του όλο το προηγούμενο διάστημα. Στο τέλος άφησε ένα που έγραφε πως «ο καθένας υπερασπίζεται την αλήθεια του» και αποχώρησε από τη σκηνή.
Μια εκπληκτική παράσταση που ουσιαστικά έσωσε ένα ιστορικό θεσμό. Περίπου 14 εκατομμύρια Ιταλοί εκτιμάται πως παρακολούθησαν το φετινό Σαν Ρέμο. Ένας ιδιαίτερα ικανοποιητικός αριθμός τηλεθεατών που μεγαλύτερό του συναντά κάποιος κυρίως σε αθλητικά γεγονότα. Εντέλει παρά τις σπατάλες, οι διοργανωτές της RAI πέτυχαν έναν ανέλπιστο στόχο και ελπίζουν πως το προϊόν τους ξέφυγε από τη προδιαγεγραμμένη αδιέξοδη τροχιά.
Για την ιστορία, το τραγούδι του Πόβια ανακηρύχτηκε δεύτερο καλύτερο και έτσι δεν θα δοθεί συνέχεια στον επικείμενο διαγωνισμό της Eurovision στη Μόσχα. Όμως θα περάσει μάλλον στην ιστορία ως το σωσίβιο του φεστιβάλ του Σαν Ρέμο.
Είτε προμελετημένα, είτε καθαρά από τύχη ο «Λούκα ήταν gay» είχε τον ρόλο του απαιτούμενου «διαμεσολαβητή» που μιλούσαμε στον πρόλογο. Κατασκευασμένος ή αυτόφωτος, αποδείχτηκε άκρως αποτελεσματικός.
Ανακαλύπτοντας την είδηση, πέρασα δυο μέρες ψάχνοντας λεπτομέρειες για μια ιστορία που εξελισσόταν στη γειτονική χώρα τον προηγούμενο μήνα. Οφείλω να ομολογήσω πως ήταν ανέλπιστα διασκεδαστικό και είμαι σχεδόν βέβαιος πως έχει ξεφύγει από τα στενά πλαίσια της ροζ ειδησεογραφίας.
Ας βγάλει ο καθένας τα δικά του συμπεράσματα ανάλογα με τα προσωπικά του πιστεύω και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του.
Ανάμεσα στις διαφορετικές πηγές που χρησιμοποίησα μήπως και προσεγγίσω ένα τόσο λεπτά κοινωνικό ζήτημα, συνάντησα τυχαία το άρθρο ενός Ιταλού ακτιβιστή. Είχε ως τίτλο:
«Ήταν ο Λούκα gay; Όχι… απλά ήταν bisexual και τον παίρνει που και που!»
Δυστυχώς η γνώση μου πάνω στην ιταλική γλώσσα είναι μηδαμινή και περιορίζεται στο χορτάρι ενός γηπέδου. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν σας παρέθεσα ολόκληρο το επίμαχο τραγούδι και δεν κατάφερα να αφομοιώσω την επιχειρηματολογία σε εκείνο το άρθρο με τον καυστικό τίτλο.
Αντί επιλόγου, να προσθέσω την επίσης επικοινωνιακή διαπίστωση ενός άλλου φίλου καθώς άκουσε την παραπάνω ιστορία, στο λακωνικό:
«Τον π….»
Όπως είπε και ο ίδιος ο καλλιτέχνης, καθένας δικαιούται να υπερασπίζεται την αλήθεια του. Αν υπάρχει βέβαια τέτοια. Και επειδή δεν είμαι πολύ απόλυτος πάνω σε αυτό, θα σας αφήσω να την ανακαλύψετε μόνοι σας, προσθέτοντας μερικούς συνδέσμους για ένα ζήτημα που θα ξεχαστεί τόσο γρήγορα όσο αναδείχτηκε…
Η ερμηνεία του «Luca era gay» στο Σαν Ρέμο 2009.
Μια αγγλική μετάφραση των στίχων.
Ένας διάσημος Βρετανός «διαμεσολαβητής».
Αφιερωμένο στην Αναστασία!
Σάββατο 7 Μαρτίου 2009
Καθρέφτης
Δε βγαίνει ψεύτης
Ίδιος καθρέφτης
Η λαμαρίνα στο σταθμό
Το είδωλό σου στο νερό
Όπου κοιτάξεις
Ουσία ψάξεις
Δες την εικόνα κι είσαι εδώ
Φτηνές κουβέντες, σ’ αγαπώ
Μαζί ή χώρια
Μια στεναχώρια
Στιγμές που ‘φύγαν για αλλού
Σ’ ένα τερτίπι του μυαλού
Μα κατά βάθος
Είμαστε λάθος
Γιατί περίσσεψαν παντού
Και ξαφνικά μας κάνουν ντου
Δε βγαίνει ψεύτης
Ίδιος καθρέφτης
Καθώς γυρίζω σαν σκυλί
Μια αντανάκλαση απλή
Όπου κοιτάξω
Δίχως να ψάξω
Όλο σε βρίσκω, είσαι εδώ
Χαίρω πολύ, σ’ ευχαριστώ
Μαζί ή χώρια
Μοιάζει αιώνια
Η απουσία σου αυτή
Μια ψυχή στη φυλακή
Μα κάπου βάθος
Έκανα λάθος
Καθώς δεν έφυγες ποτέ
Μια ανάμνηση κομπλέ
Δε βγαίνει ψεύτης
Ένας καθρέφτης
Η λαμαρίνα στο σταθμό
Το είδωλό μου στο νερό
Όπου κοιτάξω
Εσένα ψάξω
Σίγουρα πάλι θα σε βρω
Θα σε θυμάμαι, δε ξεχνώ
Ίδιος καθρέφτης
Η λαμαρίνα στο σταθμό
Το είδωλό σου στο νερό
Όπου κοιτάξεις
Ουσία ψάξεις
Δες την εικόνα κι είσαι εδώ
Φτηνές κουβέντες, σ’ αγαπώ
Μαζί ή χώρια
Μια στεναχώρια
Στιγμές που ‘φύγαν για αλλού
Σ’ ένα τερτίπι του μυαλού
Μα κατά βάθος
Είμαστε λάθος
Γιατί περίσσεψαν παντού
Και ξαφνικά μας κάνουν ντου
Δε βγαίνει ψεύτης
Ίδιος καθρέφτης
Καθώς γυρίζω σαν σκυλί
Μια αντανάκλαση απλή
Όπου κοιτάξω
Δίχως να ψάξω
Όλο σε βρίσκω, είσαι εδώ
Χαίρω πολύ, σ’ ευχαριστώ
Μαζί ή χώρια
Μοιάζει αιώνια
Η απουσία σου αυτή
Μια ψυχή στη φυλακή
Μα κάπου βάθος
Έκανα λάθος
Καθώς δεν έφυγες ποτέ
Μια ανάμνηση κομπλέ
Δε βγαίνει ψεύτης
Ένας καθρέφτης
Η λαμαρίνα στο σταθμό
Το είδωλό μου στο νερό
Όπου κοιτάξω
Εσένα ψάξω
Σίγουρα πάλι θα σε βρω
Θα σε θυμάμαι, δε ξεχνώ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)